Στα κοινοβουλευτικά έδρανα κάθονται 62 γυναίκες – αποτελούν, δηλαδή, το 21,3% των βουλευτών. Στα κυβερνητικά 9, παρότι η κυβέρνηση μετρά 58 μέλη. Η ψυχρή αλήθεια των αριθμών αποτυπώνει μια αναχρονιστική πραγματικότητα που όλοι γνωρίζουν, ακόμη κι αν αγνοούν τα στοιχεία: η ελληνική πολιτική συνεχίζει να είναι ένα κατά βάση ανδρικό σπορ. Υπό αυτό το πρίσμα η απώλεια της Φώφης Γεννηματά δημιουργεί ένα επιπλέον κενό. Ή, για να ακριβολογούμε, αναδεικνύει μια σημαντική απουσία, την απουσία εκπροσώπησης του φύλου της σε θέσεις ευθύνης. Η ιστορία της είναι χρήσιμη. Τόσο για εκείνους που αναρωτιούνται ειλικρινά «τι διαφορετικό κομίζουν οι γυναίκες στη διοίκηση;», όσο και για τους άλλους που αντιλαμβάνονται τον ρόλο που μπορούν να παίξουν τα γυναικεία παραδείγματα σ’ έναν μάλλον πατριαρχικά δομημένο χώρο σαν το πολιτικό σύστημα.

Ηταν μόλις η τρίτη κατά σειρά που κράτησε τα ηνία ενός κοινοβουλευτικού κόμματος στην πολιτική ιστορία της χώρας. Πρώτη ήταν η Μαρία Δαμανάκη, η οποία έγινε πρόεδρος του Συνασπισμού το μακρινό 1990 – κι έμεινε μέχρι το 1993. Ακολούθησε η Αλέκα Παπαρήγα, που εκλέχθηκε το 1991 γενική γραμματέας του ΚΚΕ και ηγήθηκε του Περισσού ως τον Απρίλιο του 2013. Σήμερα κανένα άλλο κόμμα δεν έχει μια γυναίκα στην κορυφή της ιεραρχίας του, ενώ και στο δικό της οι έξι υποψήφιοι διάδοχοί της είναι άνδρες.

Οσοι συνομιλούν με στενούς της συνεργάτες ξέρουν ότι η πρόεδρος του ΚΙΝΑΛ είχε πλήρη συναίσθηση των στερεοτύπων που ακολουθούν τις γυναίκες ακόμη κι όταν σπάνε τις γυάλινες οροφές, καθώς και των συμπεριφορών που εκείνες καλούνται να αντιμετωπίσουν. «Μου φέρονται έτσι επειδή είμαι γυναίκα, αλλά δεν θα φάνε» τούς έλεγε συχνά – σύμφωνα με ένα από τα στελέχη του επιτελείου της – ενόσω ανέλυαν τα δεδομένα μιας πολιτικής μάχης. Κι όχι μόνο. Η ίδια πηγή τη θυμάται να τον ρωτάει «καλά, θα μου φώναζες έτσι αν ήμουν άνδρας;» κατά τη διάρκεια μιας έντονης διαφωνίας τους – και δεν έχει ξεχάσει ως τώρα ότι «τον έβαλε στη θέση του» με το ύφος που διατύπωσε τη ρητορική της ερώτηση.

Συνεννοήσιμη και διαλλακτική

Το στυλ που υιοθέτησε στις εσωκομματικές αψιμαχίες διέφερε από το σύνηθες αρχηγικό, επιμένει έμπειρος κεντροαριστερός. «Ηταν συνεννοήσιμη και διαλλακτική, συζητούσε με όλους – είτε τη στήριζαν, είτε όχι – γιατί γνώριζε πως μόνο έτσι κρατιέται ένα κόμμα» αναφέρει. Στην ανάλυσή του, μάλιστα, υπήρξε πολύ πιο ανοιχτή στη διοίκηση του ΠΑΣΟΚ και του ΚΙΝΑΛ από τους άνδρες, επειδή «δεν είχε τον εκδικητικό εγωισμό που χαρακτηρίζει το φύλο τους. Πρώτη ξεπερνούσε την πικρία μιας διαμάχης».

Για τους ίδιους τους άνδρες συνεργάτες της, στην καθημερινή ρουτίνα της ηγεσίας ενός τόσο περίπλοκου οργανισμού όσο ένα πολιτικό κόμμα η Γεννηματά έδειχνε ενσυναίσθηση που οι επικεφαλής γένους αρσενικού θα δυσκολεύονταν να επιδείξουν. Οπως διηγείται χαρακτηριστικά ένας απ΄αυτούς, «από την αρχή της πανδημίας επεξεργαζόμασταν τη μεγάλη εικόνα της διαχείρισής της. Η Φώφη όμως μας τηλεφωνούσε αργά το βράδυ κι έλεγε «κανείς σας δεν είδε ότι είχε ουρά στα εξωτερικά ιατρεία και ταλαιπωρείται ο κόσμος;»».

Ωστόσο, δεν είχε «κινηματική προσέγγιση» των γυναικείων ζητημάτων. Η μοναδική φορά που απέδειξε δημόσια την ευαισθησία της γι’ αυτά ήταν στη συζήτηση για τη συνεπιμέλεια. Μόνο τότε, λένε από το περιβάλλον της, «υιοθέτησε μια δυνατή στάση, παρότι είχαμε πολλά εσωτερικά προβλήματα και μέτωπα στο ΚΙΝΑΛ γύρω από το θέμα». Εξού και δεν είχε καταγραφεί στο ασυνείδητο της κοινής γνώμης ως μια πολιτικός που δίνει τον φεμινιστικό αγώνα – τα ποσοστά της, επισημαίνει συνεργάτης της, ήταν πάντα ψηλότερα στους άνδρες ψηφοφόρους απ’ ό,τι στις γυναίκες.

Γυναικεία χαρακτηριστικά

Αν κι ελάχιστες φορές επικαλέστηκε το φύλο της σε πολιτικές αντιπαραθέσεις μπροστά στις κάμερες – όπως για παράδειγμα στα τέλη Αυγούστου, όταν κατηγόρησε τον Πρωθυπουργό για mansplaining μέσα στο κοινοβούλιο -, πολλές από τις νεκρολογίες της, που συνέταξαν μίντια ή πολιτικοί, εστίασαν περισσότερο στα «γυναικεία» χαρακτηριστικά της. Τα σχόλια για το πόσο καλή μητέρα υπήρξε ακούστηκαν ίσως πιο δυνατά από εκείνα για την πολιτική της διαδρομή.

Είναι κι αυτό μια μορφή υπολανθάνοντος σεξισμού, εφόσον αναλογιστεί κανείς πως μετά τον θάνατο ενός άνδρα συναδέλφου της σπανίως τονίζεται ο τρόπος με τον οποίο ανταποκρίθηκε στα πατρικά του καθήκοντα. Είναι κι αυτό, για να το πούμε διαφορετικά, μια απόδειξη ότι η Γεννηματά κατόρθωσε να σταδιοδρομήσει στον ανδροκρατούμενο χώρο της εγχώριας πολιτικής σκηνής, φτάνοντας πιο μακριά από πολλές γυναίκες, και επειδή το επώνυμό της εξουδετέρωνε – σε κάποιον βαθμό – τα εμπόδια που της έβαζε το φύλο της.

Η φωτογραφία του άδειου εδράνου της γεμάτου λουλούδια, λοιπόν, θα λειτουργεί σαν εικονογράφηση ενός ευρύτερου προβληματισμού. Γιατί η Βουλή κι η πολιτική αντανακλούν την εικόνα της κοινωνίας από την οποία προκύπτουν – και στην ελληνική ο δείκτης ισότητας των φύλων παραμένει ο χαμηλότερος στην Ευρώπη.