«Το αντίδοτο για τον Μπολσονάρο είναι περισσότερη δημοκρατία στη Βραζιλία. Θα είναι εκ νέου υποψήφιος στις προεδρικές εκλογές του 2022. Πρέπει να τον εμποδίσουμε». Αυτά δήλωνε στη γαλλική «Le Monde» ο πρώην πρόεδρος της Βραζιλίας (2003-2011), Λούις Ινάσιο Λούλα ντα Σίλβα, τον περασμένο Μάρτιο – συμπλήρωνε τότε τέσσερις μήνες ελεύθερος, έπειτα από ενάμιση χρόνο που είχε περάσει στη φυλακή για διαφθορά. Πλέον μπορεί να φροντίσει προσωπικά ώστε να μην επανεκλεγεί στην προεδρία της Βραζιλίας ο ακροδεξιός Ζαΐρ Μπολσονάρο: δικαστής του Ομοσπονδιακού Ανώτατου Δικαστηρίου (STF) της Βραζιλίας ακύρωσε και τις τέσσερις καταδίκες σε βάρος του για διαφθορά, αποκαθιστώντας τα πολιτικά του δικαιώματα.

Η είδηση έπεσε, προχθές, σαν βόμβα στο βαθιά πολωμένο πολιτικό σκηνικό της Βραζιλίας. Χαιρετίστηκε με ενθουσιασμό από τη βραζιλιάνικη Αριστερά, και δη από το Κόμμα των Εργατών που συνίδρυσε ο Λούλα το 1980, και το οποίο παλεύει ακόμα να συνέλθει από το σοκ της νίκης του Μπολσονάρο το 2018, καθώς και από τις ταπεινώσεις των δικαστικών προβλημάτων του Λούλα και της καθαίρεσης της διαδόχου του στην προεδρία, της Ντίλμα Ρούσεφ, το 2016.

Με ανάλογο ενθουσιασμό την υποδέχθηκε και η λατινοαμερικανική Αριστερά, από τον αργεντίνο πρόεδρο, Αλμπέρτο Φερνάντες, μέχρι τους πρώην προέδρους της Βολιβίας και της Ουρουγουάης, Εβο Μοράλες και Χοσέ Μουχίκα αντίστοιχα. Στον αντίποδα, Μπολσονάρο και Σία εξεγέρθηκαν. «Εκπλαγήκαμε όλοι από αυτή την απόφαση αλλά σε τελική ανάλυση, ο ληστρικός χαρακτήρας αυτής της κυβέρνησης (της Αριστεράς) είναι ξεκάθαρος σε όλη την κοινωνία», δήλωσε ο βραζιλιάνος πρόεδρος. «Ο Λούλα υποψήφιος! Η Βραζιλία υπέκυψε, θα πρέπει να ανεχτούμε την ευφορία των αντιφά και των κομμουνιστών», σχολίασε στο Τwitter, αναπαράγοντας τη γνωστή τραμπική ρητορική, ένας βουλευτής του κόμματός του.

Αθώωση;

Ως μία «αναγνώριση πως είχαμε πάντα δίκιο σε αυτή τη μακρά δικαστική διαμάχη», χαιρέτισε από την πλευρά του ο ίδιος ο Λούλα, μέσω των σόσιαλ μίντια, την απόφαση του δικαστή Εντσον Φάτσιν. Μόνο που η απόφαση αυτή δεν τον αθωώνει, δεν τον απαλλάσσει. Στην πραγματικότητα, είναι τεχνικής φύσεως: ο Φάτσιν έκρινε πως το δικαστήριο της Κουριτίμπα, στη Νότια Βραζιλία, που καταδίκασε τον Λούλα συνολικά τέσσερις φορές για διαφθορά (κατηγορήθηκε ότι δωροδοκήθηκε ώστε να ευνοήσει συγκεκριμένες κατασκευαστικές εταιρείες στην ανάθεση δημόσιων συμβάσεων) δεν ήταν «αρμόδιο» να κρίνει τις υποθέσεις αυτές – που πρέπει να κριθούν εκ νέου από το ομοσπονδιακό δικαστήριο της Μπραζίλια.

Οπως λέει βέβαια στη «Monde» ο βραζιλιάνος πολιτολόγος Μίνας Χεράις, «χρόνια τώρα γνωρίζουμε πως δεν θα έπρεπε να είχε αναλάβει την υπόθεση Λούλα το δικαστήριο της Κουριτίμπα. Για χρόνια, το STF δεχόταν τις καταχρήσεις της (επιχείρησης κατά της διαφθοράς) «Lava Jato» χωρίς να αντιδρά. Αν επαναφέρει σήμερα τον Λούλα στη σκηνή, δεν είναι για νομικούς, αλλά για πολιτικούς λόγους». Το Ανώτατο Δικαστήριο, που έχει ξεκινήσει πολλές δικαστικές διώξεις εναντίον μελών της κυβερνώσας φατρίας, έχει γίνει κόκκινο πανί για τον Μπολσονάρο, που του επιτίθεται διαρκώς. Σύμφωνα μάλιστα με τις πληροφορίες του περιοδικού «Piaui», ο βραζιλιάνος πρόεδρος κόντεψε τον περασμένο Μάιο να διατάξει επέμβαση του στρατού, ώστε να καθαιρεθούν οι δικαστές του και να κλείσει αυτό με τα όπλα…

Ισως λοιπόν, ενάμιση χρόνο πριν από τις προεδρικές εκλογές, οι δικαστές του να αποφάσισαν να απελευθερώσουν τον μόνο αντίπαλο που μπορεί να νικήσει τον Μπολσονάρο: με βάση πρόσφατη δημοσκόπηση, 50% των Βραζιλιάνων είναι έτοιμοι να ξαναψηφίσουν τον Λούλα το 2022, έναντι 38% για τον Μπολσονάρο. Αρκεί βέβαια να μην επιφυλάσσει η επταετής δικαστική μάχη του Λούλα και νέες ανατροπές: ο (διορισμένος από τον Μπολσονάρο) γενικός εισαγγελέας, Αουγκούστο Αράς, μπορεί να προσφύγει κατά της απόφασης του δικαστή Εντσον Φάτσιν στην ολομέλεια του STF.