Μεγαλώσαμε ανάμεσα στον μύθο και την ιστορία – πολλοί, όταν ακούν για την Επανάσταση του 1821, θυμούνται πρώτα όχι αυτά που διδάχθηκαν στο σχολείο ή στο πανεπιστήμιο, αλλά τις ταινίες της δεκαετίας του ’70, που ακόμα προβάλλονται, εν είδει επετειακού εθίμου, κάθε Μάρτιο. Τι πιστεύουμε, όμως, πραγματικά για το 1821; Με αφορμή τα 200 χρόνια της επετείου, το Κέντρο Φιλελεύθερων Μελετών-Μάρκος Δραγούμης (ΚΕΦίΜ), σε συνεργασία με τη Marc, έδωσε την απάντηση.

Πάνω από το 90% του δείγματος της έρευνας, ανεξαρτήτως φύλου, πολιτικής τοποθέτησης και τάξης, είναι πεπεισμένο πως η Επανάσταση ήταν εθνική. Οχι βέβαια εξ ολοκλήρου, καθώς ανάλογα το επίπεδο εκπαίδευσης και την ιδεολογία, η Επανάσταση χαρακτηρίζεται δημοκρατική, κοινωνική, θρησκευτική ή φιλελεύθερη. Η μάχη στα Δερβενάκια και η άλωση της Τριπολιτσάς θεωρούνται τα δύο πιο σημαντικά γεγονότα της Επανάστασης – καθόλου τυχαία, άρα, ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, που πρωταγωνίστησε και στα δύο, αναδεικνύεται ως το πιο επιδραστικό πρόσωπο της Επανάστασης.

Η πρώτη πεντάδα συμπληρώνεται από τον Καραϊσκάκη, την Μπουμπουλίνα, τον Παπαφλέσσα και τον Αθανάσιο Διάκο. Οπως εξήγησε η ιστορικός Μαρία Ευθυμίου κατά τη διαδικτυακή παρουσίαση των ευρημάτων, οι απαντήσεις δείχνουν και τον τρόπο που διδαχτήκαμε την ιστορία. Η Μπουμπουλίνα έφερνε το γυναικείο στοιχείο και ο Παπαφλέσσας το θρησκευτικό. Αντίθετα, επειδή ακριβώς η συμβολή του ναυτικού δεν αναδεικνύεται με τον ίδιο τρόπο, ο Ανδρέας Μιαούλης βρίσκεται αρκετές θέσεις πιο χαμηλά σε αυτή την άτυπη μάχη δημοτικότητας. Οταν οι ερωτώμενοι κλήθηκαν να απαντήσουν για το αν ο ρόλος του εκάστοτε πρωταγωνιστή ήταν θετικός ή αρνητικός, τις περισσότερες θετικές γνώμες τις κερδίζουν οι στρατηγοί (με εξαίρεση τον Ιωάννη Καποδίστρια). Αντίθετα, για όσους θεωρούνται πιο πολιτικές φιγούρες, όπως ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος, ο Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης και ο Ιωάννης Κωλέττης, οι αρνητικές γνώμες υπερτερούν κατά πολύ.

Ρωσόφιλη στάση

Η ρωσόφιλη στάση των Ελλήνων, ακόμα και σήμερα, αποτυπώνεται στην ερώτηση για τη συμβολή των επονομαζόμενων «Μεγάλων Δυνάμεων» – εκεί η Ρωσία κερδίζει τη Γαλλία και τη Μεγάλη Βρετανία με άνεση (38,2% έναντι 22,6% και 19,4% αντίστοιχα). Το κλίμα ωστόσο φαίνεται διαφορετικό όταν κοιτά κανείς τα συγκριτικά αποτελέσματα, που δείχνουν πως το ποσοστό υπέρ της Ρωσίας έχει μειωθεί αρκετά σχετικά με το αντίστοιχο περσινό, ενώ έχουν αυξηθεί τα ποσοστά των άλλων δύο. Αυτή την αλλαγή, την κλίση προς την Ευρώπη, δείχνουν και οι απαντήσεις για τα δάνεια που λήφθηκαν εκείνη την εποχή, τα οποία για το 38,2% του δείγματος συνέβαλαν θετικά. Τα στοιχεία αυτά, εξήγησαν τόσο η Ευθυμίου όσο και ο Στάθης Καλύβας, έχουν ενδιαφέρον γιατί μέχρι πολύ πρόσφατα η σχέση που δημιουργείται ανάμεσα σε δανειστή και δανειζόμενο είχε αρνητική χροιά. Από την άλλη, οι γνώσεις των σημερινών Ελλήνων για τα πρώτα Συντάγματα είναι μάλλον περιορισμένες, με την πλειοψηφία του δείγματος να παραδέχεται την άγνοιά της.

Μύθος και αλήθεια

Η ισορροπία ανάμεσα στον μύθο και την αλήθεια φαίνεται στις απαντήσεις για το κρυφό σχολειό, τον τόπο και τον χρόνο της Επανάστασης, αλλά και τη σφαγή αμάχων, Τούρκων και Εβραίων, στην Τριπολιτσά. Παρότι οι ιστορικοί έχουν ξεκαθαρίσει το αντίθετο, περίπου το 71% των ερωτηθέντων εξακολουθεί να πιστεύει πως υπήρξε «κρυφό σχολειό», το 45,8% πως η Επανάσταση ξεκίνησε από την Αγία Λαύρα, στις 25 Μαρτίου, ενώ το 26,1% δεν πιστεύει (και το 20% δεν είναι σίγουρο) πως οι Ελληνες έσφαξαν αμάχους στην Πελοπόννησο. «Οι ιστορικοί εκείνης της περιόδου δεν έκρυβαν την αλήθεια για την Τριπολιτσά. Γιατί είναι τόσο πιο θαρραλέοι από εμάς;», αναρωτήθηκε στην παρουσίαση ο Αριστείδης Χατζής.

Το κλείσιμο, ωστόσο, είναι μάλλον αισιόδοξο. «Δεν είμαστε αποτυχημένο κράτος και είναι σημαντικό να το ξέρουμε», είπε η Ευθυμίου. «Αν απαγκιστρωθούμε από την ευκολία της γκρίνιας, τότε θα είμαστε καλύτεροι στο μέλλον». Αν, πάντως, αυτό δείχνει κάτι, σε ποσοστό 11,6% (σε αυθόρμητη απάντηση) οι ερωτώμενοι θεωρούν μεγαλύτερο επίτευγμα αυτών των 200 ετών την είσοδο της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Ενωση – απάντηση εξίσου σημαντική, καθώς έξι χρόνια πριν κληθήκαμε επί της ουσίας να αποφασίσουμε για τη συνέχεια αυτής της σχέσης.