Με τον θάνατο του Τάκη Λαμπρόπουλου την περασμένη Πέμπτη έκλεισε ένας σημαντικός κύκλος ζωής της ελληνικής δισκογραφίας. Μιας δισκογραφίας που θέριεψε και ανδρώθηκε στα τέλη της δεκαετίας του 1950, για να φθάσει στο απόγειό της τη δεκαετία του 1960 και έως τις αρχές του ’70. Ο «άρχων της Columbia», ο άνθρωπος που άφησε το δικό του στίγμα στην ελληνική δισκογραφία, γεννήθηκε το 1930 και ήταν μέλος της επιχειρηματικής οικογένειας των Αδελφών Λαμπρόπουλων. Ανέλαβε τη διοίκηση της δισκογραφικής εταιρείας σε ηλικία μόλις 28 ετών.

Σήμερα θα τον λέγαμε μάνατζερ, CEO ή κάτι αντίστοιχο. Οι τίτλοι όμως δεν έχουν κανένα νόημα όταν δεν συνοδεύονται με την ουσία. Ή, για την ακρίβεια, αν ο άνθρωπος που τους φέρει δεν γνωρίζει πώς να τους διαχειριστεί. Ο Τάκης Λαμπρόπουλος από την αρχή της διαδρομής έκανε μια σειρά από τολμηρά καλλιτεχνικά αλλά και επιχειρηματικά βήματα, που άλλαξαν την ιστορία του ελληνικού τραγουδιού. Προσκάλεσε στην Columbia τους σπουδαίους έλληνες ποιητές – Ρίτσο, Ελύτη, Σεφέρη, Γκάτσο, Αναγνωστάκη -, νέους μουσικούς, όπως τους Μίκη Θεοδωράκη, Μάνο Χατζιδάκι, Σταύρο Ξαρχάκο. Διόρισε τον Μανώλη Χιώτη συντονιστή και διευθυντή των ηχογραφήσεων, λόγο στην εταιρεία είχε και ο Τσιτσάνης, και ανακάλυψε νέες φωνές, όπως αυτές της Μοσχολιού, του Αγγελόπουλου, του Διονυσίου, της Λύδια, της Φαραντούρη, της Γαλάνη, του Νίκου Ξυλούρη. Εφερε ηθοποιούς στη δισκογραφία, μεταξύ των οποίων η Αλίκη Βουγιουκλάκη, η Ελλη Λαμπέτη, ο Δημήτρης Χορν και η Μελίνα Μερκούρη. Ηταν ο άνθρωπος που άλλαξε την αισθητική στα εξώφυλλα δίσκων, καθιερώνοντας το εικαστικό εξώφυλλο, με έργα μεγάλων ζωγράφων, όπως οι Τσαρούχης, Μόραλης, Εγγονόπουλος, Μποστ και Αργυράκης.

Ο Τάκης Λαμπρόπουλος δεν σταμάτησε όμως εκεί. Καθιέρωσε τα ημίωρα των δισκογραφικών εταιρειών στο ραδιόφωνο και επέβαλε την εισαγωγή της «Συννεφιασμένης Κυριακής» του Βασίλη Τσιτσάνη ως σήμα της Columbia, καθώς και τη σειρά «πρώτη εκτέλεση» σε όλους τους συνθέτες, διαφυλάσσοντας το κύρος των πρώτων εκτελέσεων, ενώ επανέφερε στο προσκήνιο το ρεμπέτικο τραγούδι, με τους Μπιθικώτση, Π. Πάνου, Γαβαλά, Λύδια.

«Ανατροπέας, αναμορφωτής, τολμητίας, διορατικός, πρωτότυπος; Ή απλώς έμπορος; Χάρη σε αυτόν μάθαμε τον Βαμβακάρη, τον Τσιτσάνη, τον Παπαϊωάννου, τον Μητσάκη, τον Καλδάρα, την Ευτυχία, τον Βίρβο… αλλά και τον Θεοδωράκη, τον Χατζιδάκι, τον Ξαρχάκο, τον Μαρκόπουλο, τον Μούτση, τον Κηλαηδόνη» σημειώνει ο Δ. Φεργάδης για τον Τάκη Β. Λαμπρόπουλο στο πρόσφατο βιβλίο του «Με αφορμή την Columbia – Η βιομηχανία της δισκογραφίας στην Ελλάδα κατά τον 20ό αιώνα».

Ο «Επιτάφιος»

Πάνω απ’ όλα ο Τάκης Λαμπρόπουλος αγαπούσε την ελληνική μουσική και το ελληνικό τραγούδι. Ηταν αυτός που προσπάθησε να προσεγγίσει τον Μάνο Χατζιδάκι προσφέροντας σημαντικά ποσά για να τον φέρει στην Columbia. Ο συνθέτης όμως αρνήθηκε και ο διευθυντής της Columbia έφθασε στον Μίκη Θεοδωράκη. Κάποιοι τον ενημέρωσαν ότι ένας νέος συνθέτης μελοποιούσε σε μορφή λαϊκού τραγουδιού τον «Επιτάφιο» του Γιάννη Ρίτσου. Στην αρχή η ενορχήστρωση φέρει την υπογραφή του Μάνου Χατζιδάκι με ερμηνεύτρια τη Νάνα Μούσχουρη. Αλλά υπήρξαν ζητήματα. Μετά από πολλά, ο Τάκης Λαμπρόπουλος συναντήθηκε με τον Μίκη και ο τελευταίος υπέγραψε πενταετές συμβόλαιο στην εταιρεία. Ο συνθέτης ζήτησε να ξαναηχογραφήσει τον «Επιτάφιο» αλλά χωρίς να συμμετάσχει ο Στέλιος Καζαντζίδης, το τότε πρώτο όνομα της Columbia. Επιλέγει τον παραγνωρισμένο την εποχή εκείνη Γρηγόρη Μπιθικώτση, ο οποίος ετοιμαζόταν να φύγει για μετανάστης στην Αυστραλία.

Ζήτησε επίσης από τον Μανώλη Χιώτη να βοηθήσει στην ενορχήστρωση και να παίξει μπουζούκι. Ο Γιάννης Ρίτσος ακούει τη μελοποίηση των ποιημάτων, έχει αμφιβολίες αλλά τον πείθουν οι Λαμπρόπουλος και Μίκης. Τον Αύγουστο του ’60 κυκλοφόρησαν τα πρώτα δύο 45άρια με τέσσερα τραγούδια το καθένα – με εξώφυλλο ζωγραφισμένο από τον Γιάννη Μόραλη – στη Fidelity, με την εκδοχή του Μάνου Χατζιδάκι. Τον Σεπτέμβριο του ’60 η Columbia κυκλοφορεί άλλα δύο 45άρια με τέσσερα τραγούδια το καθένα και με εξώφυλλο του Μποστ. Εδώ ερμηνευτής είναι ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης Το δίπολο Μάνος Χατζιδάκις vs Μίκης Θεοδωράκης έτοιμο. Το ζητούμενο όμως δεν είναι αυτό. Είναι ότι για πρώτη φορά έχουμε μελοποίηση ποιητών, ο Τάκης Λαμπρόπουλος τα ονομάζει κύκλους τραγουδιών, ενώ ακολουθούν ο Σεφέρης, ο Χριστοδούλου, ο Βάρναλης, ο Καμπανέλλης και αργότερα ο Ελύτης. Ηταν ο μεγάλος κυρίαρχος του παιχνιδιού.

Η χούντα του ’67, η λογοκρισία και το γεγονός ότι οι Μίκης και Μάνος είχαν φύγει από την Ελλάδα ήταν ενδεχομένως η αιτία ώστε ο Τάκης Λαμπρόπουλος να πουλήσει την εταιρεία στην αμερικανική πολυεθνική ΕΜΙ (1973). Λίγο προτού φύγει από την Columbia ο Λαμπρόπουλος έβαλε σαν όρο στο συμβόλαιό του η ΕΜΙ να κρατήσει διά βίου τον Γρηγόρη Μπιθικώτση στη νέα Columbia. Το τεράστιο φωτογραφικό αρχείο της εταιρείας το χάρισε στον φωτογράφο, που είχε πληρώσει για να το δημιουργήσει, τον Τάκη Πανανίδη.