Στενεύει ο κλοιός της ΕΛ.ΑΣ. για τους δράστες της μεγάλης κλοπής των τεσσάρων θυρίδων τράπεζας στο Νέο Ψυχικό που διαπιστώθηκε τον περασμένο Νοέμβριο. Οι αρμόδιοι αξιωματικοί έχουν ήδη αναλύσει μια λίστα 300 επισκεπτών του θησαυροφυλακίου (έχει περίπου 1.500 θυρίδες) την επίμαχη περίοδο και έχουν δημιουργήσει έναν ολιγάριθμο «πυρήνα» υπόπτων. Επιπλέον, σύμφωνα με τα φωτογραφικά ντοκουμέντα που παρουσιάζουν «ΤΑ ΝΕΑ» από τις τέσσερις διαρρηγμένες θυρίδες (με χρήματα και τιμαλφή που κοστολογούνται περίπου στα 5 εκατ. ευρώ), αλλά και από την εξέταση από τα Εγκληματολογικά Εργαστήρια της ΕΛ.ΑΣ., το άνοιγμά τους έγινε με μικρό εργαλείο στο κενό που υπάρχει ανάμεσα στο μεταλλικό ντουλάπι και το πλαίσιο του φωριαμού. Μάλιστα, στελέχη της ΕΛ.ΑΣ. εκτιμούν ότι ο επιτήδειος δράστης ή και οι συνεργοί του άνοιξαν τις συγκεκριμένες θυρίδες μέσα σε λίγα λεπτά και σε χρόνο, όπως τονίζουν, κατά πολύ μικρότερο από αυτόν που είχε εκτιμηθεί αρχικά.

Επιπλέον, από τη συγκεκριμένη εξέταση έχει διαπιστωθεί πως ο διαρρήκτης που φαίνεται ότι ήταν κάτοχος θυρίδας και είχε πρόσβαση στο θησαυροφυλάκιο μπορεί να είχε ανοίξει με το ίδιο εργαλείο και το «γλωσσίδιο» της κλειδαριάς που αντιστοιχεί στο κλειδί πασπαρτού που έχουν οι τραπεζικοί υπάλληλοι. Παράλληλα, δεν αποκλείουν η διάρρηξη να είχε γίνει σε δύο ή τρεις διαφορετικές εισόδους του δράστη στον υπόγειο χώρο της τράπεζας καθώς και ότι οι συγκεκριμένες θυρίδες στη βάση του φωριαμού κίνησαν το ενδιαφέρον των διαρρηκτών γιατί ήταν μεγαλύτερου μεγέθους και επομένως υπέθεσαν πως η λεία θα ήταν μεγαλύτερη.

Η διάρρηξη των τεσσάρων θυρίδων ανακαλύφθηκε στις 13 Νοεμβρίου 2020 όταν μία από τις κατόχους επισκέφθηκε τον συγκεκριμένο χώρο. Οταν κατήγγειλε την κλοπή των αντικειμένων της, διαπιστώθηκε ότι τρεις μεγάλες «γειτονικές» θυρίδες είχαν επίσης γίνει στόχος διάρρηξης. Η προηγούμενη φορά που η ίδια είχε επισκεφθεί το θησαυροφυλάκιο ήταν στις αρχές Αυγούστου και δεν είχε διαπιστώσει οποιοδήποτε πρόβλημα. Οι κάτοχοι των τριών άλλων θυρίδων είχαν να επισκεφθούν το συγκεκριμένο κατάστημα τουλάχιστον 10 μήνες.

Δεδομένα

Οι αξιωματικοί της ΕΛ.ΑΣ. για να διαλευκάνουν την υπόθεση και να εντοπίσουν τον δράστη συνεκτιμούν ορισμένα βασικά δεδομένα και προχωρούν σε στοχευμένες αναζητήσεις: Πρώτον, όλες οι κλαπείσες θυρίδες ήταν τμήμα ενός μεγάλου φωριαμού που είχε μεταφερθεί στις αρχές του 2020 από γειτονικό υποκατάστημα της ίδιας τράπεζας το οποίο έκλεισε. Αυτό φαίνεται από τις φωτογραφίες που παρουσιάζουν «ΤΑ ΝΕΑ», όπου φαίνονται περιφερειακά οι πορτοκαλί «παλαιές» θυρίδες του θησαυροφυλακίου και στο κέντρο του χώρου – με ασημί χρώμα – αυτές που μεταφέρθηκαν πριν από  περίπου 13 μήνες.

Οι Αρχές, μάλιστα, εστιάζουν στο ότι οι εν λόγω μεγάλες θυρίδες του φωριαμού έγιναν στόχος όταν μεταφέρθηκαν από το ένα υποκατάστημα στο άλλο. Ανάμεσα σε άλλα, εξετάζουν το ενδεχόμενο κάποιος ιδιοκτήτης παλαιάς θυρίδας στην ίδια τράπεζα να έδειξε… ενδιαφέρον για τους μεγάλους αποθηκευτικούς χώρους του επιπρόσθετου φωριαμού και ίσως «ενεργοποιήθηκε» για τη διάρρηξή τους. Ακόμα, οι αστυνομικοί δεν αποκλείουν το ενδεχόμενο η κλοπή των τριών άλλων θυρίδων να έγινε σε χρόνο προγενέστερο του Αυγούστου του 2020 και απλώς να μην είχε γίνει αντιληπτή.

Ετσι εξέτασαν μια λίστα 300 επισκεπτών-κατόχων θυρίδων στο εν λόγω θησαυροφυλάκιο από τις αρχές του 2020 μέχρι τον περασμένο Νοέμβριο, εστιάζοντας πάντως στην περίοδο των καλοκαιρινών διακοπών, και με τη βοήθεια των υπευθύνων των πιστωτικών ιδρυμάτων γίνεται ανάλυση της λίστας. Επιπλέον, ενδιαφέρον υπάρχει και για τα πρόσωπα που είχαν τουλάχιστον δύο-τρεις επισκέψεις στον εν λόγω χώρο το επίμαχο χρονικό διάστημα, και αυτό γιατί θεωρείται ότι στην πρώτη εξ αυτών διαπίστωσαν την ύπαρξη του νέου θησαυροφυλακίου με τις μεγάλες θυρίδες και τις υπόλοιπες πιθανόν προχώρησαν στη διάρρηξη. Επιπλέον, εξετάζεται και ο χρόνος που οι κάτοχοι των θυρίδων παρέμειναν εντός του υπόγειου χώρου της τράπεζας, ενώ ελέγχεται αν κάποιος από τους κατόχους θυρίδων έχει κατηγορηθεί για παρεμφερείς πράξεις ή είχε προχωρήσει σε ύποπτες κινήσεις, αλλά και η τυχόν υποβοήθηση από τραπεζικό υπάλληλο.

Δείγματα DNA

Τέλος, ζητούμενο για τα στελέχη της ΕΛ.ΑΣ. είναι η τεκμηρίωση της εμπλοκής του δράστη ή των δραστών στο εγκληματικό σχέδιο. Στο σημείο αυτό έχουν βρεθεί πολλά αποτυπώματα (όπως και δείγματα DNA) που ανήκουν σε υπαλλήλους, νόμιμους κατόχους των θυρίδων και άλλα πρόσωπα που επιχειρείται να ταυτοποιηθούν. Η διαδικασία αυτή πάντως παρουσιάζει δυσχέρεια λόγω των μέτρων ασφαλείας που έχουν λάβει εκείνοι που προχώρησαν στην αρπαγή. Παράλληλη έρευνα διεξάγεται και μέσω του συστήματος καταγραφής συνομιλιών-σαρώσεων κλήσεων, ενώ δεν αποκλείεται τυχόν προσπάθεια πώλησης ορισμένων κοσμημάτων ή διακίνησης χρήματος από ύποπτα πρόσωπα.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ ΝΕΑ