Ένα έγκλημα για ασήμαντη αφορμή, ανήμερα των Χριστουγέννων του 1897, πριν από 122 χρόνια είχε συγκλονίσει τους Αθηναίους με την αγριότητα του και τη σφαγή τριών ανθρώπων στην οδό Λιοσίων από δύο κουτσαβάκια.

Όλα ξεκίνησαν όταν μία ομάδα φίλων έφτασε το μεσημέρι των Χριστουγέννων σε ταβέρνα στην οδό Λιοσίων στα Κάτω Πατήσια.

Ο καιρός ήταν καλός κι έτσι η παρέα, περπατώντας πήγε στο ταβερνάκι του Πήλιουρα.

Κάθισαν στο περιβόλι του, παρήγγειλαν διάφορα φαγητά, έφαγαν και ήπιαν άφθονο κρασί.

Πώς έγινε το άγριο έγκλημα

Την παρέα αποτελούσαν οι Νικ. Λαμπρινόπουλος γραμματέας του υπουργείου Παιδείας, Διον. Καζάκος δικηγόρος, Κων. Δελάκης χρυσοχόος, η αδελφή του Ειρήνη Δελάκη, Γερ. Φερεντίνος (αρραβωνιαστικός της Ειρήνης), ένας μικρός υπηρέτης της Ειρήνης και ο δικηγόρος Γ. Καρράς.

Στο τέλος πλήρωσαν και πήραν το δρόμο της επιστροφής στην πόλη.

Καθώς προχωρούσαν, διαπίστωσαν ότι τους ακολουθούσαν δύο τύποι, κουτσαβάκια, παράξενα ντυμένοι.

Μόλις οι τύποι τους πλησίασαν, ο ένας εξ αυτών τους έσπρωξε προκλητικά για να ανοίξουν δρόμο να περάσουν και ο άλλος  είπε κάτι αισχρό για την Ειρήνη στα Αρβανίτικα.

Ένας από την παρέα που ήξερε Αρβανίτικα του ζήτησε τον λόγο.

Τα κουτσαβάκια όμως δεν σήκωναν μύγα στο σπαθί τους….

Ο αισχρολόγος Μήτσος Καβαλάρης, έβρισε και τον Φερεντίνο και τον χτύπησε με τη μαγκούρα, επειδή διαμαρτυρήθηκε λέγοντας, «είναι ντροπή να πειράζετε τον κόσμο που συνοδεύει γυναίκες».

Έσπευσε τότε  ο Καρράς, όρμησε πάνω του, άρπαξε τη μαγκούρα και άρχισε να τον κυνηγάει στα χωράφια.

Ο έτερος κούτσαβος, ο Κώστας Μαγουλάς από την Άνδρο, γεροδεμένος και τολμηρός, αφηνίασε, έβγαλε από τη ζώνη του ένα τεράστιο μαχαίρι και άρχισε μ’ αυτό να χτυπά τα θύματα του.

Χτύπησε πρώτα και τραυμάτισε στο χέρι τον Φερεντίνο και μετά όρμησε στον Δελάκη γιατί υπερασπίστηκε την αδελφή του και του κάρφωσε το μαχαίρι στο στήθος.

Μετά χτύπησε με μίσος τους Καζάκο και Λαμπρινόπουλο.

Η Ειρήνη έτρεχε στα χωράφια ουρλιάζοντας, ενώ αιμόφυρτος έτρεξε κοντά της ο Φερεντίνος.

Οι άλλοι τρεις της παρέας ήταν πεσμένοι, ακίνητοι, σε μικρή απόσταση ο ένας από τον άλλο, γεμάτοι αίματα. Τότε επέστρεψε κοντά στα θύματα ο Καρράς, ενώ οι δυο μαχαιροβγάλτες κούτσαβοι, διέφυγαν στα χωράφια κι εξαφανίστηκαν.

Η τύχη των  δολοφόνων Οι διασωθέντες άρχισαν να τρέχουν και να φωνάζουν βοήθεια.

Έντρομοι οι περίοικοι βγήκαν από τα σπίτια τους, άλλοι έσπευσαν να ειδοποιήσουν την Αστυνομία, άλλοι να χτυπούν τις καμπάνες στις εκκλησιές και πολλοί κατέφθασαν στον τόπο της σφαγής.

Μέσα σε λίγη ώρα το κακό μαντάτο μαθεύτηκε σ’ όλη την Αθήνα….

Το ανθρωποκυνηγητό της αστυνομίας για να βρει τους δράστες

Οι σοροί των νεκρών, κόσκινο από τις μαχαιριές, πάνω σε μια σούστα (κάρο) μεταφέρθηκαν στο νεκροτομείο και  καθώς περνούσε στους δρόμους, προκαλούσε με τη θέα τη φρίκη των πολιτών, οι οποίοι ζητούσαν τη σύλληψη και την τιμωρία των δραστών, ενώ οι αστυνόμοι Σκοτίδας και Τσολάκος άρχισαν να τους αναζητούν.

Ένας από τους τρεις δράστες, ο Κώστας Μαγουλάς κατέφυγε στο σπίτι της αδελφής του στον Άγιο Παύλο (Σταθμό Λαρίσης), λέγοντας «με χτύπησαν κάποιοι λιμοκοντόροι».

Την επομένη σε φαρμακείο έδεσαν τα τραύματά του και μετά εξαφανίστηκε.

Ο αστυνόμος Τσολάκος πήγε στο σπίτι της αδελφής του, αλλά εκείνη τον κάλυψε με ψέματα.

Τότε ο αστυνόμος πήρε παράμερα τον 8χρονο γιο της, τον ξεγέλασε με ένα 20λεπτο και του έκανε αποκαλύψεις.

Λίγο αργότερα τον βρήκε στο σπίτι μιας υπηρέτριας, στην οδό Κηφισίας.

Η σύλληψη του Μήτσου Καβαλάρη άργησε γιατί σύμφωνα με την «Μηχανή του Χρόνου» τον αναζητούσαν στο Περιστέρι και τελικά τον βρήκαν στο σπίτι του γαμπρού του στον Αη Γιάννη του Ρέντη.

Η κηδεία των θυμάτων έγινε από τον Μητροπολιτικό ναό των Αθηνών, χοροστατούντος του αρχιεπισκόπου Χαλκίδος Δεπάστα και τα φέρετρα έως το Α΄ Νεκροταφείο, συνόδευσαν χιλιάδες Αθηναίοι.

Η Ειρήνη Δελάκη έπαθε νευρική κρίση, εστάλη άρρωστη βαριά στο Παρίσι για νοσηλεία, ενώ τον Μάιο του 1898, οι δράστες καταδικάστηκαν σε 20 χρόνια κάθειρξη ο Μαγουλάς και 8 ο Καβαλάρης.