Η εξήγηση της επιθετικής τουρκικής στάσης στο ζήτημα των θαλασσίων ζωνών στο Αιγαίο και στη Νοτιοανατολική Μεσόγειο είναι απλή και πηγάζει από την επικρατούσα γεωπολιτική αστάθεια, από τη μεταβολή των διεθνών συσχετισμών και τη μετάπτωση από την ισορροπία των δύο υπερδυνάμεων σε έναν πολυπολικό και μεταβαλλόμενο κόσμο.

Η Τουρκία του Ερντογάν όλα τα προηγούμενα χρόνια δοκιμάστηκε στην προσπάθειά της να αναδειχθεί σε περιφερειακή δύναμη. Αρχικώς θέλησε να ηγηθεί του μουσουλμανικού κόσμου. Επαιξε με την Αραβική Ανοιξη, συνδέθηκε με τα ετερόκλητα και εν πολλοίς αλλοπρόσαλλα κινήματα της Βορείου Αφρικής, επένδυσε πάρα πολλά στους Αδελφούς Μουσουλμάνους του Μόρσι στην Αίγυπτο και αργότερα έκλεισε το μάτι το τζιχαντιστικό κίνημα της Συρίας. Οι εξελίξεις όμως πρόδωσαν τις φιλοδοξίες τους και σε μεγάλο βαθμό ενοχοποίησαν την τουρκική ηγεσία.

Το συγγενές προς την Αγκυρα καθεστώς του Μόρσι στην Αίγυπτο κατέρρευσε και υποκαταστάθηκε από εκείνο του φιλοαμερικανού στρατηγού Σίσι.

Αντιστοίχως οι αντιτιθέμενοι στον Ασαντ ισλαμιστές αντάρτες έχασαν κατά κράτος στη Συρία και εκείνος ξέμεινε να παλεύει να καλύψει τη σχέση και τα ίχνη του. Εσωτερικά επίσης συγκρούστηκε με τον άλλοτε μέντορα και υποστηρικτή του, τον εξ Αμερικής ορμώμενο μετριοπαθή ισλαμιστή Φετουλάχ Γκιουλέν, για να κινδυνεύσει με ανατροπή και εξαφάνιση στη διάρκεια του αποτυχημένου πραξικοπήματος το καλοκαίρι του 2016.

Ακολούθησε περίοδος μεγάλης κρίσης με φυλακίσεις, διωγμούς και εκκαθαρίσεις στις τουρκικές Ενοπλες Δυνάμεις, στη Δικαιοσύνη, στη Δημόσια Διοίκηση, στα πανεπιστήμια και αλλού.

Οι σχέσεις με τις ΗΠΑ δοκιμάστηκαν, αλλά ταυτόχρονα επιδεινώθηκαν και με τον Πούτιν μετά την κατάρριψη ρωσικού μαχητικού στα τουρκοσυριακά σύνορα. Παγιδεύτηκε για κάποιο διάστημα σε παίγνια μεταξύ των δύο ισχυρών, παζαρεύοντας αεροπλάνα και αμυντικά συστήματα άλλοτε με τις ΗΠΑ και άλλοτε με τη Ρωσία.

Κύλησε έτσι ο χρόνος εν μέσω συγκρούσεων και εντάσεων, μέχρι που ο Ντόναλντ Τραμπ τού προσέφερε διέξοδο μοναδική.

Ανακοινώνοντας την αποχώρησή του από τη Συρία επέτρεψε στον τούρκο ηγέτη να οργανώσει τη δική του επέμβαση στη γειτονική χώρα και έτσι να ελέγξει την κουρδική απειλή, να νομιμοποιήσει τη σχέση του με τον Πούτιν και να ανέβει στα μάτια της τουρκικής κοινής γνώμης. Και εκείνος προσέφερε στο πιάτο του αμερικανού προέδρου τον αρχηγό του ISIS και μαζί μια μικρή νίκη στον αμφισβητούμενο Ντόναλντ Τραμπ.

Εκτοτε ο Ταγίπ Ερντογάν θεωρεί εαυτόν νικητή, ισχυρό περιφερειακό παίκτη και ικανό να επιβάλει τα σχέδιά του και στην Ανατολική Μεσόγειο.

Τώρα δηλώνει με κάθε τρόπο την αυθαίρετη διεκδίκησή του και κατά τα φαινόμενα θα πιέσει όλους τους διεκδικητές των υδρογονανθράκων της περιοχής προκειμένου να λάβει το μερίδιο του λέοντος. Επί της ουσίας στηρίζεται στο γεγονός ότι δεν υπάρχει ηγέτιδα δύναμη στον κόσμο, την Ευρώπη δεν την υπολογίζει, για να μην πούμε ότι την ελέγχει διά του προσφύγων και θεωρεί τους γείτονές του αδύναμους.

Ο αχαλίνωτος και αλαζονικός Ερντογάν ωστόσο πάσχει. Λογικά έπειτα από όσα πέρασε θα έπρεπε να είναι μετριοπαθής. Ισως πιστεύει ότι θα έχει την ευκαιρία του σε τούτους τους τόσο ενδιαφέροντες καιρούς.

Αγνοεί προφανώς τους Κινέζους που καταριούνται τους εχθρούς τους με την ευχή να ζήσουν σε ενδιαφέροντες καιρούς…