Το πολιτικό στρατήγημα του Κυριάκου Μητσοτάκη είναι απλό και ευθύ.

Ο Πρωθυπουργός θεωρεί ότι με τη νίκη του στις εκλογές της 7ης Ιουλίου, αλλά και μετέπειτα με τις πρωτοβουλίες που ανέπτυξε στις πρώτες 100 μέρες της διακυβέρνησής του, κέρδισε τη συγκατάθεση των πολιτών και πιστεύει ακράδαντα ότι εξελισσόμενο το σχέδιό του για ανάπτυξη της οικονομίας και ανασυγκρότηση της χώρας θα του επιτρέψει να ενισχύσει έτι περαιτέρω τη θέση του, να διατηρήσει και να επαυξήσει τη σχέση εμπιστοσύνης που οικοδόμησε και οικοδομεί με την πλειονότητα των ελλήνων πολιτών.

Με εδραία λοιπόν την πεποίθηση ότι το σχέδιό του για οριστική έξοδο από την κρίση θα αποδώσει, στοχεύει στην απρόσκοπτη εξέλιξη της τρέχουσας τετραετίας και θεωρεί εφικτή, στον βαθμό που δεν μεσολαβήσουν άλλοι παράγοντες, εξωγενείς κυρίως, τη διεκδίκηση και δεύτερης τετραετίας ώστε να επιτύχει πραγματικά τη μεταρρύθμιση της χώρας και να παγιώσει την επανεγκατάστασή της στις τάξεις του προηγμένου κόσμου.

Αυτή είναι με άλλα λόγια η ευρύτερη επιδίωξη και στρατηγική στόχευσή του. Και για να επιτύχει τον στρατηγικό του στόχο πιστεύει ότι στο εσωτερικό πολιτικό παιχνίδι επιβάλλεται να διατηρήσει τη συνοχή του κόμματός του, να κρατήσει δηλαδή εντός των νεοδημοκρατικών τειχών το πλήθος των δεξιών ψηφοφόρων και μαζί να επιδιώξει τη διεύρυνση των δυνάμεων του κόμματός του προς το διεκδικούμενo από τον κ. Τσίπρα Κέντρο.

Η διάταξη και διάρθρωση των νοεδημοκρατικών δυνάμεων πιστεύει ότι θα επιτρέψει τη συγκράτηση των δεξιών ψηφοφόρων και είναι ευθύνη του ιδίου να διεκδικήσει τη διεύρυνση προς το Κέντρο.

Τα εργαλεία που έχει στη διάθεσή του είναι η ψήφος των αποδήμων, η συνταγματική αναθεώρηση, η εκλογή νέου Προέδρου της Δημοκρατίας και η αλλαγή του εκλογικού νόμου.

Ηδη η διαχείριση της ψήφου των αποδήμων δημιουργεί κάποιες πρώτες εστίες συναίνεσης, οι οποίες ενισχυόμενες από τα άλλα τρία θέματα μπορούν να προσφέρουν στον κ. Μητσοτάκη τις ευκαιρίες του διεκδικούμενου ανοίγματος προς τον μεσαίο χώρο.

Κεντρική θέση βεβαίως στο στρατήγημά του κατέχει η αλλαγή του υφιστάμενου εκλογικού νόμου, που επινόησε ο κ. Τσίπρας προκειμένου να διαμορφώσει τις συνθήκες αμφισβήτησης της αυτοδυναμίας του κ. Μητσοτάκη στις επόμενες εκλογές, όποτε και αν αυτές γίνουν.

Η ιδέα λοιπόν του Πρωθυπουργού είναι να εξαντλήσει κατά το δυνατόν απρόσκοπτα την τρέχουσα τετραετία και το 2023, έχοντας στη διάθεσή του τόσο τα επιδιωκόμενα επιτεύγματα της διακυβέρνησής του όσο και τον νέο εκλογικό νόμο που θα αναιρεί την απλή αναλογική του κ. Τσίπρα, να καταφύγει σε διπλές εκλογές.

Οι πρώτες με την απλή αναλογική που πιθανώς να οδηγούν σε πολιτικό αδιέξοδο και οι δεύτερες με τον νόμο ενισχυμένης αναλογικής που θα ψηφίσει προσεχώς η κυβέρνηση και οι οποίες θα αποδίδουν κοινοβουλευτική πλειοψηφία στο πρώτο κόμμα.

Οπως είπαμε, το στρατήγημα των διπλών εκλογών είναι απλό στη σύλληψή του, αλλά προϋποθέτει την ευθύγραμμη εξέλιξη των πραγμάτων.

Αυτή ωστόσο μπορεί να αποδειχθεί και η αχίλλειος πτέρνα του. Γιατί απλούστατα τα πολιτικά στρατηγήματα και σενάρια συνήθως δεν εξελίσσονται ευθύγραμμα. Κρύβουν εκπλήξεις και ανατροπές, οι οποίες τις περισσότερες φορές πηγάζουν από εσωτερικές αδυναμίες και ανημπόριες.

Εναντι αυτών κυρίως οφείλει να οχυρωθεί ο κ. Μητσοτάκης…