Κάποιος θυμήθηκε τη Δουνκέρκη. Κάποιος άλλος θα μπορούσε να μιλήσει για την ελληνική «11η Σεπτεμβρίου»: oι άνθρωποι που καίγονταν στο Μάτι παρέπεμπαν σ’ εκείνους που πηδούσαν στο κενό από τους Δίδυμους Πύργους. Αν όμως εκείνη ήταν η μεγαλύτερη τρομοκρατική επίθεση που έχει δεχθεί η Αμερική, εδώ είχαμε να κάνουμε –όπως έγραψαν «ΤΑ ΝΕΑ» –με μια φωτιά εκατό φορές μικρότερη από εκείνη της Ηλείας, το 2007.

Το κρίσιμο στοιχείο δεν είναι λοιπόν η εκδήλωση του φαινομένου, αλλά η αντιμετώπισή του. Κι εδώ, η αποτυχία του κρατικού μηχανισμού ήταν συντριπτική. Ο συνδυασμός της άγνοιας, της επιπολαιότητας, της υπεροψίας, της προχειρότητας και της διαφθοράς όχι μόνο εμπόδισε τον περιορισμό της φωτιάς, αλλά πολλαπλασίασε και τις φονικές συνέπειές της. Οι αποφάσεις που ελήφθησαν ήταν καθυστερημένες και λανθασμένες. Την ώρα που ο Δήμος της Αθήνας οργάνωνε αποτελεσματικά και αθόρυβα την εκκένωση των κατασκηνώσεων, η κυβέρνηση κατέφευγε σε επικοινωνιακά σόου. Ασχετοι και ανίκανοι, οι αρμόδιοι παράγοντες αδυνατούσαν να δώσουν οποιαδήποτε οδηγία, να εφαρμόσουν οποιοδήποτε σχέδιο.

Οι ευθύνες για το έγκλημα βαραίνουν ασφαλώς και τις κυβερνήσεις των προηγούμενων δεκαετιών, που ευνόησαν, συναλλάχθηκαν, νομιμοποίησαν ή απλώς έκλεισαν τα μάτια. Ο ΣΥΡΙΖΑ όμως ισχυριζόταν ότι όλα αυτά αφορούσαν το «παλιό καθεστώς» κι εκείνος θα τα άλλαζε. Πράγματι τα άλλαξε –προς το χειρότερο. Απομάκρυνε τους ικανούς και τους έμπειρους κι έβαλε, με κομματικά κριτήρια, τους δικούς του. Αδιαφόρησε για τις προόδους της τεχνολογίας, έβαλε στο συρτάρι τα σχέδια και επένδυσε στην τύχη. Ή στο ηθικό του πλεονέκτημα.

Η επίσκεψη του Πάνου Καμμένου στον τόπο της καταστροφής ήταν σκανδαλώδης. Αποτυπώνει όμως ακριβώς τον τρόπο που σκέφτεται αυτή η κυβέρνηση. Σε οποιαδήποτε δημοκρατική και πολιτισμένη χώρα του κόσμου, ο εκπρόσωπος του κράτους που θα ερχόταν αντιμέτωπος με τόση οργή και τόσο πόνο θα σώπαινε, θα άκουγε και θα σημείωνε. Με άλλα λόγια, θα έδειχνε σεβασμό. Η λέξη αυτή όμως είναι άγνωστη για τον υπουργό Εθνικής Αμυνας, ο οποίος όχι μόνο έδειχνε να αγνοεί τα βασικά –πώς έκλεισε η Μαραθώνος, τι έγινε με τις κατασκηνώσεις -, αλλά προσποιήθηκε και τον έκπληκτο βλέποντας την άναρχη δόμηση του οικισμού. Το χειρότερο απ’ όλα όμως είναι ότι αντιμετώπιζε τους γύρω του ως ενόχους. Οι άνθρωποι έκλαιγαν κι αυτός κουνούσε το δάκτυλο.

Η προσπάθεια μετατόπισης των ευθυνών στους προηγούμενους, στην αντιπολίτευση, στους ξένους, στον Σκάι ή στον… Χαντζόπουλο είναι μια μέθοδος που παγίως χρησιμοποιεί η κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ. Ο κυνισμός, το θράσος και η αλαζονεία ανέκαθεν τη χαρακτήριζαν. Αυτή η απουσία ενσυναίσθησης, όμως, είναι τρομακτική. Εκτός από επιχειρησιακή και πολιτική, η αποτυχία της είναι και ηθική. Δεν λείπει μόνο μια παραίτηση ή μια συγγνώμη. Λείπει ακόμη περισσότερο ένα ειλικρινές δάκρυ.