Με τα σημερινά δεδομένα μοιάζει πλέον με ανεδαφικό ευχολόγιο. Αλλά η γερμανική κυβέρνηση –επισήμως τουλάχιστον –συνεχίζει να επενδύει στις ευρω-ατλαντικές σχέσεις. «Η Ευρώπη και οι ΗΠΑ έχουν κοινές αξίες τις οποίες υποστηρίζουν εδώ και χρόνια» εξηγούσε χθες στο Βερολίνο ο εκπρόσωπος της γερμανίδας καγκελαρίου Στέφεν Ζάιμπερτ. Χαιρέτιζε τη συνάντηση κορυφής Τραμπ – Πούτιν στο Ελσίνκι. Αλλά ταυτόχρονα παρέπεμπε και στην ομιλία της Μέρκελ πριν από έναν χρόνο στο Τρούντερινγκ του Μονάχου που έμεινε στην Ιστορία με τη διαπίστωση ότι «παρήλθε» η εποχή που η Ευρώπη μπορούσε να αφεθεί στους φίλους και συμμάχους Αμερικανούς. Στον χρόνο που μεσολάβησε τα πράγματα όχι μόνον δεν βελτιώθηκαν, αλλά επιδεινώθηκαν, ο αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ κατατάσσει ανοιχτά την Ευρώπη στους «εχθρούς» των ΗΠΑ.

«Η Δύση, ως Ιστορία, πολιτισμός και χώρος κοινών αξιών συνεχίζει να υφίσταται. Αλλά ως γεωπολιτικός παίκτης προς το παρόν δεν υπάρχει» είναι το συμπέρασμα του βρετανού ιστορικού Τίμοθι Γκάρτον Ας. Από το τέλος του Ψυχρού Πολέμου μεσολάβησε ένα τέταρτο του αιώνα προσπάθειας της Δύσης να διαμορφώσει μια διεθνή τάξη πραγμάτων. «Προχωρήσαμε αρκετά, σήμερα υπάρχει μεγαλύτερη δημοκρατία στον κόσμο από ποτέ άλλοτε. Αλλά τώρα έρχεται η αντιδημοκρατική αντεπανάσταση, και μάλιστα από όλες τις πλευρές ταυτόχρονα: τον Βλαντίμιρ Πούτιν, τον Σι Τζινπίνγκ, τον Ταγίπ Ερντογάν, τον Ντόναλντ Τραμπ, τον Βίκτορ Ορμπαν» λέει ο βρετανός ιστορικός σε συνέντευξή του στην τελευταία έκδοση του περιοδικού «Σπίγκελ».

Παρά τις επιθέσεις του Τραμπ στην ΕΕ και στη Γερμανία, η Ευρώπη θα παραμείνει σημαντική για τις ΗΠΑ ακόμη και αν δεν είναι πλέον η κεντρική σκηνή των παγκόσμιων εξελίξεων, λέει ο Ας. Η «παραδοξότητα» της αμερικανικής πολιτικής είναι ότι επιδιώκει την επανέναρξη του Ψυχρού Πολέμου, την ώρα που η Ρωσία δεν είναι το κεντρικό πρόβλημα.

Προς το παρόν οι μεγαλύτεροι κίνδυνοι προέρχονται από το εσωτερικό της Δύσης. Αλλά όταν οι ιστορικοί θα γράψουν σε 50 χρόνια τη σημερινή Ιστορία, ο τίτλος του κεφαλαίου θα είναι «Η άνοδος της Κίνας». Γεωπολιτικά θα είναι η μεγάλη Ιστορία της εποχής μας, λέει ο Ας. Η ενσωμάτωση της ΕΕ χωλαίνει επειδή «κερδίσαμε τα μυαλά αλλά όχι τις καρδιές των πολιτών» σημειώνει, η ταυτότητα παραμένει να είναι εθνική. «Εμείς οι φιλελεύθεροι δεν επιτρέπεται να εγκαταλείψουμε όρους όπως «πατρίδα» και «πατριωτισμός» στους δεξιούς και στους λαϊκιστές» τονίζει ο Ας, υπάρχει και ο «φιλελεύθερος πατριωτισμός».

Ο βρετανός ιστορικός είναι πεπεισμένος ότι υποβαθμίζονται οι συνέπειες του Brexit. Μετά την έξοδο της Μεγάλης Βρετανίας θα μείνει ο πυρήνας μιας γαλλο-γερμανικής Ευρώπης με διάφορες άλλες χώρες-μέλη της ΕΕ που για διάφορους λόγους θα είναι δυσαρεστημένες. Μεσοπρόθεσμα θα είναι μεγάλος ο πειρασμός για τη Μεγάλη Βρετανία να συγκροτήσει νέες συμμαχίες για να διασπάσει την ΕΕ.

Η Γερμανία δεν έχει συμμάχους σε Πολωνία, Ουγγαρία, Ιταλία, και η υποστήριξη που παρέχει στον Μακρόν δεν είναι επαρκής. «Ο Μακρόν δεν χρειάζεται τη μία ή άλλη λεπτομέρεια στην ευρωζώνη, χρειάζεται το αίσθημα ότι η Γερμανία και η Γαλλία έχουν μια στρατηγική απάντηση για μια κυρίαρχη Ευρώπη» τονίζει ο Ας. Επιπρόσθετα «η κοινή γνώμη στη Γερμανία δεν έχει αντιληφθεί τη σοβαρότητα των στιγμών».

Ζητούμενο για την Ευρώπη είναι η κυριαρχία της. Αλλά όταν η Γερμανία μιλά για την απεξάρτηση της Ευρώπης και ταυτόχρονα δεν αυξάνει τα κονδύλια για την Αμυνα και την αναπτυξιακή βοήθεια, όταν απαντά με επιφυλάξεις στην πρόταση του Μακρόν για έναν «ευρωπαϊκό στρατό παρεμβάσεων», δεν είναι αξιόπιστη.