Η συμφωνία Ελλάδος – ΠΓΔΜ πρέπει να αντιμετωπιστεί όχι μέσα από το πρίσμα των επιθυμιών μας αλλά της πραγματικότητας που έχει δημιουργηθεί επί τόσες δεκαετίες. Μια καταρχήν εκτίμηση δείχνει ότι πρόκειται περί ενός έντιμου συμβιβασμού που έχει όμως σοβαρά, μελανά σημεία που τείνουν να την ακυρώσουν εν τοις πράγμασι.

ΠΟΤΕ ΘΑ ΓΙΝΕΙ

Η ΕΝΤΑΞΗ ΤΗΣ ΠΓΔΜ

ΣΕ ΕΕ ΚΑΙ ΝΑΤΟ

Η συγκεκριμένη συμφωνία προβλέπει τα ακόλουθα στάδια:

– Υπογραφή της συμφωνίας (θα γίνει στις Πρέσπες τις επόμενες ημέρες)

– Κύρωση της συμφωνίας από το Κοινοβούλιο της ΠΓΔΜ (με πλειοψηφία 61 βουλευτών επί συνόλου 120)

– Επιστολή της Ελλάδας προς ΝΑΤΟ και ΕΕ για έναρξη των διαδικασιών εντάξεως

– Δημοψήφισμα στην ΠΓΔΜ

– Συνταγματική αναθεώρηση από το Κοινοβούλιο της ΠΓΔΜ

– Κύρωση της συμφωνίας από το ελληνικό Κοινοβούλιο

– Κύρωση του πρωτοκόλλου εντάξεως της ΠΓΔΜ στο ΝΑΤΟ

Η πρόσκληση για ένταξη σε ΝΑΤΟ και ΕΕ θα γίνει μετά την κύρωση της συμφωνίας από τους Σκοπιανούς (στάδιο 2) και την επιστολή της Ελλάδας (στάδιο 3). Η ένταξη της «Βόρειας Μακεδονίας» θα ξεκινήσει μετά τη συνταγματική αναθεώρηση (στάδιο 5). Θα ολοκληρωθεί με την κύρωση της συμφωνίας και του πρωτοκόλλου εντάξεως (στάδια 6 και 7).

Η διαδικασία εντάξεως μιας χώρας στο ΝΑΤΟ είναι απλή, αλλά απαιτεί ομοφωνία όλων των κρατών – μελών. Αφ’ ης στιγμής προσκληθεί η ΠΓΔΜ, δεν μπορεί να διακοπεί η διαδικασία. Γι’ αυτόν τον λόγο η διαδικασία που θα ακολουθηθεί στο ΝΑΤΟ αναφέρεται με μεγάλη λεπτομέρεια.

Αντιθέτως, η διαδικασία εντάξεως στην ΕΕ είναι διαφορετική και μακροχρόνια. Περιλαμβάνει 35 κεφάλαια που αναφέρονται στο κοινοτικό κεκτημένο. Θεωρητικώς μπορούμε να διακόψουμε τη διαδικασία σε κάθε κεφάλαιο ή στο τέλος όταν θα δούμε συνολικά όλα τα κεφάλαια. Λόγω των αντιδράσεων Γαλλίας και Ολλανδίας είναι επίσης αμφίβολο εάν η διαδικασία θα προχωρήσει. Η Ελλάδα περιορίζεται να ενημερώσει ότι δεν αντιτίθεται στην έναρξη των ενταξιακών συνομιλιών.

Οι δυσκολίες της διαδικασίας ανά χώρα είναι οι ακόλουθες:

Ως προς τα Σκόπια, το πιο δύσκολο σημείο είναι η συνταγματική αναθεώρηση. Απαιτεί ενισχυμένη πλειοψηφία 2/3, δηλαδή 80 βουλευτές επί συνόλου 120. Επίσης πρέπει να υπάρχει παράλληλη πλειοψηφία των βουλευτών ανά εθνοτική ομάδα Σλαβομακεδόνων και Αλβανών. Ακόμη και να γίνει δημοψήφισμα και να το κερδίσει ο Ζάεφ, είναι δύσκολο να συμφωνήσουν οι βουλευτές της αντιπολίτευσης για συνταγματική αλλαγή.

Ως προς την Ελλάδα, τα δύσκολα αρχίζουν όταν τα Σκόπια προχωρήσουν στην εκπλήρωση όλων των υποχρεώσεών τους (στάδια 2, 4 και 5). Τότε η Ελλάδα κινδυνεύει να είναι η μόνη χώρα του ΝΑΤΟ που δεν θα κυρώνει τη συμφωνία (στάδιο 6) και το πρωτόκολλο εντάξεως της «Βόρειας Μακεδονίας» στο ΝΑΤΟ.

Η ΧΡΗΣΗ ΕΝΑΝΤΙ ΟΛΩΝ (ERGA OMNES)

Στο κείμενο αναφέρεται διακηρυκτικά ότι η ονομασία «Βόρεια Μακεδονία» θα είναι erga omnes. Ο όρος erga omnes σημαίνει πως ό,τι αποφασιστεί ως όνομα θα έχει γενική χρήση για τα πάντα και έναντι όλων.

Το πρώτο μελανό σημείο είναι ότι το κράτος θα λέγεται «Βόρεια Μακεδονία». Κατ’ αντιστοιχίαν θα έπρεπε οι κάτοικοι της χώρας να λέγονται «Βορειομακεδόνες» και η γλώσσα «βορειομακεδονική» ως παράγωγα επίθετα του ονόματος του κράτους. Τα κράτη έχουν ιθαγένεια / υπηκοότητα άμεσα συνδεδεμένη με την επίσημη ονομασία τους. Στη συμφωνία, όμως, οι πολίτες του κράτους ονομάζονται «Μακεδόνες» και η γλώσσα «μακεδονική». Επομένως η ονομασία «Βόρεια Μακεδονία» δεν θα είναι erga omnes ως προς τους πολίτες και τη γλώσσα.

Το δεύτερο μελανό σημείο που ανατρέπει το erga omnes εντοπίζεται στο άρθρο 7 της συμφωνίας. Εκεί ορίζεται ότι και η Ελλάδα και τα Σκόπια θα συνεχίσουν να ερμηνεύουν τους όρους Μακεδονία και Μακεδόνες με όποιον τρόπο θέλει η κάθε πλευρά. Αυτό συνιστά παραβίαση του erga omnes. Κανονικά θα έπρεπε οι δύο χώρες να συμφωνούσαν για έναν κοινά αποδεκτό όρο για όλες τις χρήσεις.

Η ΥΠΗΚΟΟΤΗΤΑ

Η συμφωνία ορίζει ότι οι πολίτες της ΠΓΔΜ θα αποκαλούνται «Μακεδόνες / πολίτες της Δημοκρατίας της Βόρειας Μακεδονίας». Το μελανό σημείο είναι ότι ουδείς θα λέει ότι είμαι «Μακεδόνας / πολίτης της Βόρειας Μακεδονίας». Ολοι θα λένε ότι είναι «Μακεδόνες». Επομένως θα έχουμε το κράτος της Βόρειας Μακεδονίας που θα κατοικείται από «Μακεδόνες» (εν αντιθέσει προς τη Νότια Μακεδονία που θα κατοικείται από Ελληνες). Η δυνατότητα κάθε κράτους να ερμηνεύει τον όρο «Μακεδόνες» όπως αυτό επιθυμεί (άρθρο 7) ακυρώνεται από το γεγονός ότι το ένα κράτος φέρει επισήμως στην ονομασία του τον όρο «Μακεδόνες» με τη σύμφωνη γνώμη και του άλλου κράτους. Αυτό είναι το πλέον αδύναμο σημείο της συμφωνίας.

Το ιδεολόγημα του «μακεδονισμού» δημιουργήθηκε πριν από 90 χρόνια και βασίζεται στην έννοια της «διαμελισμένης πατρίδας» που οι «Μακεδόνες» θέλουν να ενωθεί. Είναι μοιραία η σκέψη ότι οι «Μακεδόνες» που ζουν στη Βόρεια Μακεδονία θα πρέπει κάποια στιγμή να ελευθερώσουν και τη Νότια από τους Ελληνες. Είναι επίσης ενδιαφέρον ότι ο έλληνας Πρωθυπουργός αναφέρθηκε στο διάγγελμά του σε «Ελληνομακεδόνες». Αν και ο όρος ξενίζει, θα ήταν αναμενόμενο να αναφερθεί κατ’ αντιστοιχίαν σε «Βορειομακεδόνες». Η διευκρίνιση ότι ο λαός της ΠΓΔΜ δεν σχετίζεται με τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό αναφέρεται στο μακρινό παρελθόν. Στο πρόσφατο χθες (μόλις το 1949 τελείωσε ο ελληνικός Εμφύλιος) το συγκεκριμένο ιδεολόγημα δημιούργησε σφαγές και αστάθεια στην περιοχή.

ΤΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΑΥΤΟΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΥ

Στο non paper που κυκλοφόρησε από το Γραφείο του Πρωθυπουργού αναφέρθηκε ότι «η συμφωνία δεν αναγνωρίζει εθνότητα / έθνος, αλλά το δικαίωμα αυτοπροσδιορισμού των πολιτών της γείτονος». Εκεί γίνεται προσπάθεια να διαχωρισθεί η ιθαγένεια / υπηκοότητα (nationality) από την εθνότητα (ethnicity).

Η ιθαγένεια / υπηκοότητα αναφέρεται στον νομικό δεσμό ενός ατόμου με ένα συγκεκριμένο κράτος. Το κράτος μπορεί ελεύθερα να ορίσει πώς ονομάζεται η ιθαγένεια / υπηκοότητά του. Συνεπώς μπορούσαμε να συμφωνήσουμε με τους Σκοπιανούς για την ονομασία της ιθαγένειας / υπηκοότητας του κράτους τους χωρίς να παραβιάζουμε το δικαίωμα αυτοπροσδιορισμού τους.

Αντιθέτως, το δικαίωμα ατομικού αυτοπροσδιορισμού αφορά την εθνικότητα και ανάγεται στην εθνική συνείδηση που έχει ένα άτομο. Εκεί πράγματι δεν μπορεί να παρέμβει το κράτος. Επί παραδείγματι, στην Ισπανία η ιθαγένεια / υπηκοότητα είναι η ισπανική, ενώ στη χώρα κατοικούν πολλές εθνοτικές ομάδες, Ισπανοί, Καταλανοί, Βάσκοι και άλλοι. Οι πολίτες της χώρας δεν ασκούν κάποιο δικαίωμα ατομικού αυτοπροσδιορισμού όταν παίρνουν την ιθαγένεια / υπηκοότητα του κράτους τους. Αυτοπροσδιορίζονται όταν λένε ότι είναι εθνοτικά Ισπανοί, Καταλανοί κ.λπ.

Επιπλέον, το σημερινό Σύνταγμα της ΠΓΔΜ περιέχει συγκεκριμένα σημεία που αναφέρονται ρητώς σε «Μακεδόνες». Στο προοίμιο του Συντάγματος αναφέρεται ότι το κράτος της ΠΓΔΜ είναι αποτέλεσμα των αγώνων του «μακεδονικού λαού» επί αιώνες. Το άρθρο 36 αναφέρεται στα ειδικά δικαιώματα που παρέχονται σε όλους εκείνους που έχουν αγωνιστεί για «τις ιδέες της ξεχωριστής ταυτότητας του μακεδονικού λαού». Το άρθρο 49 αναφέρεται «στα δικαιώματα των ατόμων που ανήκουν στον μακεδονικό λαό σε γειτονικές χώρες». Το άρθρο 56 μιλά για την προστασία «της ιστορικής και πολιτιστικής κληρονομιάς του μακεδονικού λαού». Τέλος, το άρθρο 78 αναφέρεται στο συμβούλιο διεθνοτικών σχέσεων της χώρας. Εκεί ορίζεται ότι στο συμβούλιο συμμετέχουν μέλη από «Μακεδόνες», Αλβανούς, Τούρκους, Βλάχους κ.λπ. Από τη συμφωνία δεν προκύπτει ότι τα συγκεκριμένα άρθρα αλλάζουν. Συνεπώς αποδεχόμαστε και την ιθαγένεια / υπηκοότητα ως μακεδονική / πολίτη της Βόρειας Μακεδονίας αλλά και τον εθνοτικό προσδιορισμό του όρου Μακεδόνες που αφορά αποκλειστικώς τους σλάβους κατοίκους των Σκοπίων.

Η ΓΛΩΣΣΑ

Μελανό σημείο αποτελεί και η ρητή αναφορά στη «μακεδονική γλώσσα» που συνοδεύεται από την επισήμανση ότι ανήκει στην οικογένεια των νότιων σλαβικών γλωσσών. Προφανώς έπαιξε ρόλο στη συγκεκριμένη διατύπωση η θέση της Βουλγαρίας που δεν αναγνωρίζει την ύπαρξη ξεχωριστής γλώσσας. Η γενικόλογη αναφορά ότι η γλώσσα των Σκοπίων ανήκει στις νότιες σλαβικές γλώσσες δίνει τη δυνατότητα στους Βουλγάρους να ερμηνεύσουν ότι η συγκεκριμένη γλώσσα μπορεί να είναι και βουλγαρική διάλεκτος. Δεν υπήρξε όμως η αντίστοιχη ευαισθησία για την Ελλάδα και την ονομασία της γλώσσας ως βορειομακεδονικής ή σλαβομακεδονικής με την παράλληλη επισήμανση ότι ανήκει στις νότιες σλαβικές γλώσσες.

Τέλος, παρουσιάζει ενδιαφέρον η ρητή αποδοχή της θέσης της ΠΓΔΜ ότι η μονομερής δήλωση της γιουγκοσλαβικής αντιπροσωπείας του 1977 για την τυποποίηση της μετατροπής του «μακεδονικού κυριλλικού αλφαβήτου» στα λατινικά συνιστούσε αναγνώριση ύπαρξης μακεδονικής γλώσσας.

Ο Αγγελος Μ. Συρίγος είναι αναπληρωτής καθηγητής Διεθνούς Δικαίου και Εξωτερικής Πολιτικής