Μπροστά σε σταυροδρόμι βρίσκεται για μια ακόμη φορά η οικονομία της Τουρκίας και ιδιαίτερα η λίρα, που το τελευταίο διάστημα έχει βρεθεί στο στόχαστρο των αγορών. Ο πρόεδρος της Τουρκίας Ταγίπ Ερντογάν και η κεντρική τράπεζα αναγκάστηκαν να κάνουν στροφή 180 μοιρών μετά τη βουτιά του νομίσματος, προχωρώντας σε αύξηση των επιτοκίων από 13,5% σε 16,5%. Αυτό έγινε αφού πρώτα η ισοτιμία του ενός δολαρίου έφτασε σχεδόν τις 5 τουρκικές λίρες, δημιουργώντας κίνδυνο για το ξέσπασμα κρίσης στη χώρα.

Οι αμέσως επόμενες ημέρες θα είναι κρίσιμες για να φανεί εάν η παρέμβαση αυτή ήταν αρκετή ή θα υπάρξουν νέες προκλήσεις. Οι καθοριστικοί παράγοντες θα είναι δύο: οι εξελίξεις σε διεθνές περιβάλλον, αλλά και η στάση που θα ακολουθήσει η Αγκυρα σε θέματα νομισματικής πολιτικής.

Αναλυτές εκτιμούν ότι εάν συνεχιστούν οι πιέσεις στην τουρκική λίρα η κεντρική τράπεζα μπορεί να χρειαστεί να αυξήσει ξανά τα επιτόκια κοντά στο 20%. Επίσης κατηγορούν Ερντογάν και κεντρική τράπεζα για καθυστερημένη παρέμβαση ώστε να ανακοπεί η βουτιά. Μένει τώρα να φανεί εάν η ζημιά έχει ήδη γίνει ή θα επέλθει σχετική ηρεμία στην ισοτιμία του νομίσματος.

Οσον αφορά τους εξωγενείς παράγοντες, σημαντική για τη συνέχεια θα είναι η πορεία του δολαρίου, καθώς η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ έχει δώσει σήμα ότι θα συνεχίσει τις αυξήσεις των επιτοκίων δημιουργώντας προϋποθέσεις για νέα ενίσχυση του αμερικανικού νομίσματος. Εάν το δολάριο, που βρίσκεται στα υψηλότερα επίπεδα των τελευταίων μηνών, χάσει λίγο έδαφος, τότε μπορεί να αποκλιμακωθούν οι πιέσεις και στην τουρκική λίρα και στα υπόλοιπα νομίσματα αναδυόμενων αγορών όπως το πέσο της Αργεντινής.

Υπάρχουν όμως και οι εσωτερικοί παράγοντες της Τουρκίας που έχουν δημιουργήσει εκρηκτικό συνδυασμό. Το έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών αυξάνεται συνεχώς και ο πληθωρισμός τρέχει με σχεδόν 11%. Την ίδια στιγμή, υπάρχουν και πολιτικοί παράγοντες που επηρεάζουν τις εξελίξεις.

Ο Ερντογάν έχει αναφέρει πολλές φορές ότι παρά την ισχυρή ανάπτυξη και τον υψηλό πληθωρισμό τάσσεται υπέρ των χαμηλών επιτοκίων, προκαλώντας σύγχυση στους διεθνείς επενδυτές για τις προθέσεις του. Πρόκειται για αντισυμβατική στάση αφού οι αγορές περιμένουν αυξήσεις επιτοκίων όταν ο πληθωρισμός σημειώνει μεγάλη αύξηση, προκειμένου να ανακοπούν οι αυξήσεις αυτές στις τιμές.