Την υιοθέτηση του ιρλανδικού μοντέλου για τη διαχείριση των κόκκινων δανείων συνιστούν οι δανειστές. Συγκεκριμένα, με βάση το μοντέλο αυτό τα κόκκινα στεγαστικά δάνεια θα διαχωρίζονται σε δύο μέρη με κριτήριο τη βιωσιμότητά τους. Το πρώτο μέρος θα αφορά το βιώσιμο κομμάτι του δανείου, το οποίο ανάλογα με τα εισοδήματα και τη γενικότερη οικονομική δυνατότητα του οφειλέτη θα μπορεί να κυμαίνεται κατά περίπτωση από 10% έως και 50% του συνόλου. Στο κομμάτι αυτό του δανείου θα υπολογίζονται το ύψος των δόσεων και ο χρόνος της αποπληρωμής. Για το υπόλοιπο μέρος του δανείου το οποίο θα απομένει και το οποίο δεν θα θεωρείται βιώσιμο χρέος, οι τράπεζες θα μπορούν σε βάθος χρόνου και εφόσον ο δανειολήπτης είναι συνεπής στις υποχρεώσεις που θα αναλάβει από τη ρύθμιση του πρώτου μέρους του δανείου να το διαγράφουν.

Σύμφωνα με παράγοντες της τραπεζικής αγοράς η υιοθέτηση του συγκεκριμένου μοντέλου θα επιφέρει διπλό όφελος, τόσο για τις τράπεζες όσο και για τους δανειολήπτες, δεδομένου ότι το τμήμα του δανείου που θα κριθεί υγιές θα ξεκινήσει να εξυπηρετείται κανονικά, γυρίζοντας σε θετικό πρόσημο για τις τράπεζες τις απαιτήσεις που ήταν ληξιπρόθεσμες και δεν εξυπηρετούνταν, ενώ αυτό σε συνδυασμό με τη διαγραφή του μη βιώσιμου μέρους θα οδηγήσει σε βάθος χρόνου στην απομείωση του συνολικού όγκου των κόκκινων δανείων.

Οπως επισήμαναν χθες πηγές με γνώση των διαδικασιών, κομβικό σημείο στην όλη διαδικασία θα είναι η διαίρεση του κόκκινου δανείου να γίνει με πρώτο κριτήριο την οικονομική κατάσταση του δανειολήπτη για να μπορούν οι τράπεζες να ανακτήσουν μέρος των οφειλών που σήμερα αδυνατούν να εισπράξουν από τους δανειολήπτες.

«Αυτό που πρέπει να κοιτούν οι τράπεζες είναι πώς μπορεί να γίνει βιώσιμο ένα δάνειο και όχι το ύψος της εξασφάλισης που έχουν στα χέρια τους» υπογράμμιζαν.

ΤΑ ΠΛΕΟΝΕΚΤΗΜΑΤΑ. Σύμφωνα με πληροφορίες, στην επίσκεψή της στην Αθήνα η Ντανιέλ Νουί εξέθεσε τα πλεονεκτήματα αυτού του μηχανισμού στους εκπροσώπους των τραπεζών με τους οποίους συναντήθηκε, καθώς θα μπορούσε να αξιοποιηθεί σε συνδυασμό και με τα υπόλοιπα εργαλεία που έχουν στη διάθεσή τους οι τράπεζες, όπως είναι οι ηλεκτρονικοί πλειστηριασμοί, οι ρυθμίσεις και οι πωλήσεις των κόκκινων χαρτοφυλακίων σε funds.

Ειδικά για το θέμα των κόκκινων δανείων, ανοιχτή είναι η συζήτηση και για το ενδεχόμενο δημιουργίας μιας κοινής bad bank. Αναφορικά με το ενδεχόμενο δημιουργίας μιας εθνικής κακής τράπεζας, επισήμαναν ότι κάτι τέτοιο, ενώ θα μπορούσε να ενισχύσει τη διαπραγματευτική ισχύ των τραπεζών, θα τις οδηγούσε ταυτόχρονα στο να «γράψουν ζημιές». Τόνιζαν μάλιστα ότι η δημιουργία μιας κακής τράπεζας θα πρέπει να γίνει με ιδιωτικά κεφάλαια και ότι το καλύτερο σενάριο θα ήταν η δημιουργία μιας πανευρωπαϊκής bad bank.