Boeing, Airbus, Total, Renault, όμιλος Peugeot/Citroën (PSA), Siemens. Πρόκειται για μερικές μόνο από τις μεγάλες ευρωπαϊκές και αμερικανικές επιχειρήσεις οι οποίες θα αντιμετωπίσουν σημαντικές προκλήσεις λόγω των εξελίξεων στο Ιράν, επειδή εκεί έχουν επενδύσει, έχουν ξεκινήσει διαδικασίες να επενδύσουν ή έχουν κλείσει μεγάλες πωλήσεις.

Οι εταιρείες αυτές και πολλές άλλες ακόμη βλέπουν τώρα τα σχέδιά τους να ανατρέπονται από την απόφαση του Ντόναλντ Τραμπ να αποχωρήσουν οι ΗΠΑ από τη συμφωνία με την Τεχεράνη, στην οποία είχε πρωτοστατήσει ο προκάτοχός του Μπαράκ Ομπάμα. Τα μεγαλύτερα προβλήματα μάλιστα φαίνεται ότι θα έχουν οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις που έχουν πάει στο Ιράν και όχι οι αμερικανικές, καθώς οι τελευταίες είτε είχαν κρατήσει μεγαλύτερη στάση αναμονής ή δεν έκαναν πολλές μπίζνες με την Τεχεράνη επειδή δεσμεύονταν από άλλες κυρώσεις που δεν είχαν σχέση με το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν. Για παράδειγμα, εξακολουθούσε να βρίσκεται σε ισχύ εμπορικό εμπάργκο για συγκεκριμένα αμερικανικά προϊόντα.

Στα αρχηγεία των εταιρειών οι διαβουλεύσεις για την επόμενη μέρα είναι συνεχείς. Οι μάνατζερ προσπαθούν να εκτιμήσουν ποιες θα είναι ακριβώς οι πρώτες συνέπειες της απόφασης αυτής του Τραμπ να πετάξει ουσιαστικά στα σκουπίδια τη συμφωνία με την Τεχεράνη για τα πυρηνικά.

Μετά τη συμφωνία και την άρση των κυρώσεων το 2016, δεκάδες επιχειρήσεις κυρίως από την Ευρώπη και τις ΗΠΑ άρχισαν να κάνουν μπίζνες και μεγάλες επενδύσεις με το Ιράν. Είναι ενδεικτικό ότι μόνο οι ευρωπαϊκές εταιρείες είδαν το διμερές εμπόριο με τη χώρα αυτή να αυξάνεται στα 10 δισ. δολάρια, σύμφωνα με στοιχεία του Bloomberg.

Τα παραδείγματα είναι χαρακτηριστικά. Η ευρωπαϊκή Airbus και η μεγάλη της αντίπαλος, η αμερικανική Boeing, έχουν ήδη κλείσει συνδυασμένες παραγγελίες για την πώληση αεροσκαφών στο Ιράν συνολικής αξίας άνω των 40 δισ. δολαρίων. Οι παραγγελίες αυτές μπορεί να κινδυνεύσουν εάν ο Λευκός Οίκος ακυρώσει τις άδειες για την πώληση αεροσκαφών στη χώρα αυτή, πιέζοντας και τους Ευρωπαίους να κάνουν το ίδιο. Μόνο η Airbus έχει λάβει παραγγελίες για 100 αεροσκάφη συνολικής αξίας σχεδόν 20 δισ. δολαρίων. Συμφέροντα στη χώρα έχουν εξάλλου και άλλες κατασκευάστριες εταιρείες αεροσκαφών, όπως η ATR, η οποία είναι κοινοπραξία της Airbus και της ιταλικής Leonardo. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η Airbus επηρεάζεται άμεσα από τυχόν νέες κυρώσεις επειδή στα αεροσκάφη που κατασκευάζει χρησιμοποιεί πολλά εξαρτήματα αμερικανικών εταιρειών.

Η Renault έχει φτιάξει κοινή εταιρεία (joint venture) για να κατασκευάζει κάθε χρόνο στο Ιράν 150.000 αυτοκίνητα. Η αντίπαλός της, η επίσης γαλλική PSA Group, έχει συμφωνήσει να επενδύσει πάνω από 470 εκατ. δολάρια για τον εκσυγχρονισμό εργοστασίου στη χώρα που κατασκευάζει οχήματα Peugeot. Η γερμανική Siemens έχει κλείσει συμφωνία για να παράσχει υλικό, όπως τουρμπίνες, στη χώρα. Η γαλλική πετρελαϊκή Total έχει ανακοινώσει ότι θα αναγκαστεί να αποχωρήσει από κοινή εταιρεία που έχει συστήσει στο Ιράν εάν ο Τραμπ επαναφέρει τις κυρώσεις και η εταιρεία δεν κατορθώσει να λάβει εξαίρεση από αυτές. Το ίδιο πρόβλημα έχουν κι άλλες πετρελαϊκές που είχαν σπεύσει να διερευνήσουν την εκμετάλλευση κοιτασμάτων στη χώρα.

Με την Ευρώπη να έχει περισσότερα, όπως όλα δείχνουν, να χάσει από τη νέα κόντρα των ΗΠΑ με το Ιράν, οι αντιδράσεις ήταν καυστικές. Ο πρώην πρωθυπουργός της Σουηδίας που σήμερα είναι ένας από τους επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Διεθνών Σχέσεων Καρλ Μπιλντ επεσήμανε ότι οι νέες κυρώσεις πλήττουν λίγο τις αμερικανικές εταιρείες και πολύ τις ευρωπαϊκές. Ο ίδιος ο πρόεδρος της Κομισιόν Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ σχολίασε ότι οι ΗΠΑ δεν δείχνουν πλέον διάθεση να συνεργαστούν με άλλες χώρες του κόσμου.

Την ανησυχία του εξέφρασε επίσης ο οικονομικός διευθυντής της Siemens Ραλφ Τόμας. Ο Τόμας σχολίασε ότι η εταιρεία του εξακολουθεί να επανεκτιμά τα νέα δεδομένα. «Μια από τις πιο ισχυρές βιομηχανοποιημένες χώρες έλαβε μια πολιτική απόφαση –ως βιομηχανοποιημένη εταιρεία θα πρέπει να το αναγνωρίσουμε αυτό», είπε ο Τόμας σύμφωνα με το Reuters. Τα υπάρχοντα έργα στο Ιράν θα ολοκληρωθούν «όσο αυτό είναι δυνατό από νομικής βάσεως», ανέφερε.

Με την επιβολή κυρώσεων θα πρέπει να μειωθούν επίσης σημαντικά οι αγορές πετρελαίου από το Ιράν. Ο υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ Στίβεν Μνουτσίν είπε ότι οι χώρες θα έχουν περιθώριο έξι μηνών για να κλείσουν υπάρχοντα συμβόλαια και να μειώσουν σημαντικά τις αγορές μαύρου χρυσού από τη χώρα. Προς το παρόν πάντως δεν έχουν καθοριστεί οι όροι μιας τέτοια υποχρεωτικής διακοπής συνεργασίας. Εκτός από την Total που επηρεάζεται επειδή έχει υπογράψει συμβόλαιο 5 δισ. δολ. για 20ετή παρουσία στη χώρα, παρουσία στο Ιράν είχαν αρχίζει να χτίζουν και εταιρείες όπως η ιταλική Eni και η αγγλοολλανδική Royal Dutch Shell. Οι εταιρείες αυτές φέρεται να είχαν εκδηλώσει μεγαλύτερο ενδιαφέρον για ντιλ από ομοειδείς αμερικανικές.