Ο «καινούργιος άνθρωπος», το ανθρώπινο μοντέλο που περιέγραφαν και κατασκεύαζαν οι σοβιετικές ηγεσίες, φαίνεται πως έχει υλοποιηθεί στη Βόρεια Κορέα: τα χαρακτηριστικά που ανέλυε ο Τρότσκι στο «Λογοτεχνία και επανάσταση» –εγκράτεια, έλεγχο συναισθημάτων και ενστίκτων, αυταπάρνηση –με στόχο τη δημιουργία ενός ανώτερου κοινωνιοβιολογικού τύπου, συνθέτουν τον υποτελή μιας συναινετικής δικτατορίας, με αγελαίο πνεύμα, χωρίς ατομικότητα. Οι Ρώσοι κομμουνιστές προσδοκούσαν τη μεταμόρφωση των μουζίκων σε ανιδιοτελείς επαναστάτες, μορφωμένους στον μαρξισμό-λενινισμό (όχι στα καπιταλιστικά σκουπίδια), με τεράστιο ηθικό ανάστημα. Επιπλέον, ο καινούργιος άνθρωπος θα ήταν τόσο γερός στο σώμα ώστε θα έχτιζε με τα ίδια του τα χέρια την αταξική κοινωνία, ένα σύστημα όπου θα είχαν εξαλειφθεί –μέσω των οικονομικών δομών, της διαπαιδαγώγησης και της πειθαρχίας –όλα τα μειονεκτήματα της ανθρώπινης φύσης όπως την είχαν διαμορφώσει τα προγενέστερα εκμεταλλευτικά συστήματα.

Αυτό το πρότυπο αντιστοιχούσε στον ασιατικό κομμουνισμό μολονότι είχε πολλά κοινά με τον ναζιστικό Übermensch, ο οποίος διαπνεόταν από παρόμοιο αγελαίο πνεύμα: γι’ αυτό, μεταξύ άλλων, η δημιουργία του απέτυχε στη Ρωσία, όπου, μετά τον Στάλιν, το υπόδειγμα του Σταχάνοφ ξεχάστηκε, κι ο homo sovieticus εξελίχθηκε στον εργαζόμενο που παριστάνει ότι εργάζεται ενώ το κράτος παριστάνει ότι τον πληρώνει. Ευδοκίμησε όμως στην Κίνα, όπου η επιτυχία του κρατικού καπιταλισμού βασίζεται στην εργατικότητα και στην πατριωτική αφοσίωση των Κινέζων. Όσο για τη Βόρεια Κορέα, κατόρθωσε να δημιουργήσει τον «καινούργιο άνθρωπο» καταδεικνύοντας το πόσο μπορεί να στρεβλωθεί η ανθρώπινη φύση μέσω της προπαγάνδας και της απομόνωσης από τον υπόλοιπο κόσμο: δεν είναι η πρώτη φορά που εκτυλίσσεται τέτοιο ακραίο φαινόμενο κοινωνικής μηχανικής· φαίνεται όμως διαρκέστερο και με μεγαλύτερο βάθος από οποιοδήποτε άλλο ― πιθανώς επειδή η Βόρεια Κορέα δεν διαθέτει το ιστορικό πολιτισμικό κεφάλαιο της ναζιστικής Γερμανίας και της κομμουνιστικής Ρωσίας. Οι άνθρωποι μοιάζουν με άγραφο χαρτί πάνω στο οποίο αποτυπώνεται ο επιθετικός εθνικισμός και η προσωπολατρία, ιδιότητες που αν συνδυαστούν με την αυταπάρνηση, την κολεκτιβιστική-μιλιταριστική καθημερινότητα και το αντιαμερικανικό-αντικαπιταλιστικό μένος, διαγράφεται ένας εχθρός που πρέπει να ληφθεί υπόψη κι αν είναι δυνατό, να κατευναστεί: πρόκειται για 25 εκατομμύρια φανατικούς που υπηρετούν με πάθος ένα καθεστώς-στρατώνα. Μπροστά τους ο homo sovieticus φαντάζει σχεδόν φυσιολογικός. Εν τέλει, η Βόρεια Κορέα, αν και δεν είναι το μοναδικό αρειμάνιο κράτος στον κόσμο, ίσως είναι το λιγότερο προβλέψιμο, λόγω αυτής της προβατώδους, απ’ ό,τι φαίνεται, συναίνεσης και υπακοής στον αρχηγό.

Οι εχθροί της παγκοσμιοποίησης καταγγέλλουν, δικαίως, την ομοιογενοποίηση που απειλεί τον καπιταλιστικό κόσμο αλλά δεν δίνουν σημασία στην ισοπέδωση που έχει επιβληθεί στη Βόρεια Κορέα· τη θεωρούν απλώς παγκόσμια εξαίρεση. Αν μελετήσουμε τα δεδομένα της βορειοκορεατικής κοινωνίας –παρά τη μυστικοπάθειά της, διαθέτουμε επαρκείς πληροφορίες (όχι μέσω της δήθεν κακόβουλης δυτικής προπαγάνδας, αλλά μέσω της ίδιας της βορεοκορεατικής) –θα διαπιστώσουμε ότι η ομοιογενοποίηση φτάνει μέχρι τις πιο προσωπικές επιλογές των Βορειοκορεατών –οι οποίες κρίνονται αυστηρά: επιτήρηση, τιμωρία, τακτική name and shame, σύμφωνα με τη συνήθη τακτική των σταλινικών κομμάτων.

Το 2004-2005 η βορειοκορεατική τηλεόραση πρόβαλε την εκπομπή «Ας κουρευτούμε σε σοσιαλιστικό στιλ» όπου πρότεινε δύο τύπους κουρέματος αποδεκτούς στα εργοστάσια. Πράγμα που μου θυμίζει την ενδυματολογική ομοιομορφία η οποία επιβαλλόταν μέσω της πίεσης της ομάδας και του αγελαίου πνεύματος στα πανεπιστήμια όταν επικρατούσαν οι φιλοκομμουνιστικές οργανώσεις. Τα κορίτσια δεν πρόσεχαν την εμφάνισή τους, τα αγόρια περιφέρονταν ακούρευτα και άπλυτα, ενώ όλοι φορούσαν στρατιωτικά αμπέχονα. Και καθώς θεωρούσαν την Κίνα, την Αλβανία, τη Βόρεια Κορέα ενδιαφέροντα κοινωνικά πειράματα, μετέφεραν αξίες και φερσίματα αυτών των καθεστώτων στους μικροκόσμους των πολιτικών και συνδικαλιστικών οργανώσεων. Με τέτοια πρότυπα δεν μπορούσαμε να πάμε πολύ μακριά. Και δεν πήγαμε.

Η βορειοκορεατική κοινωνία μοιάζει με τζιχαντιστική δυστοπία: ασκητική, πουριτανική, προσηλωμένη στις τοπικές παραδόσεις, ξενοφοβική, πολεμοχαρής, χωρίς δημόσιο χώρο και αξίες ατομικής ζωής –τη θρησκεία αντικαθιστά η υποταγή στον αρχηγό, στην πατρίδα και στην ιδεολογία. Ταυτοχρόνως, ο «καινούργιος άνθρωπος» του καθεστώτος συγγενεύει με τον φασίστα, που έχει αποκοπεί από τον ατομισμό και έχει γίνει «πολιτικός στρατιώτης» (σύμφωνα με την ορολογία των Βρετανών εθνικοσοσιαλιστών στη δεκαετία του 1980). Ο τρόπος εκφοράς του λόγου και η εθνικιστική έξαψη, οι μηχανικές κινήσεις που παρατηρεί κανείς στις δημόσιες τελετές, δίνουν εξάλλου την αίσθηση της uncanny valley: λες και η κοινωνία αποτελείται από κάποιο μετανθρωπικό είδος. Σίγουρα υπάρχουν εξαιρέσεις· κανένα καθεστώς δεν μπορεί να καταργήσει τη σκέψη όλων των υποτελών του –πάντως, στο ντοκιμαντέρ «Ο πιο ευτυχισμένος λαός στη γη», όπου υποτίθεται ότι οι Βορειοκορεάτες μιλούν για τον εαυτό τους, όλοι, όλοι, όλοι δηλώνουν πανευτυχείς στον κομμουνιστικό παράδεισο. Η εικόνα θυμίζει το σπήλαιο της πλατωνικής αλληγορίας: οι άνθρωποι, αλυσοδεμένοι, μπορούν να δουν μόνο τον τοίχο απέναντί τους· δεν μπορούν να κοιτάξουν ούτε πίσω, ούτε δεξιά, ούτε αριστερά. Καθώς βλέπουν μόνο τις σκιές των πραγμάτων, έχουν την εντύπωση ότι οι σκιές στον τοίχο είναι τα ίδια τα πράγματα.

Ο βορειοκορεατικός κομμουνιστικός παράδεισος δεν είναι η παραμόρφωση της ιδεολογίας· είναι η πιστή εφαρμογή της, η φονταμενταλιστική της εκδοχή· περισσότερο ιστορική συνέχεια παρά ιστορική ρήξη. Κάποτε μέρος της αυτοκρατορικής Ιαπωνίας, η Βόρεια Κορέα παρέμεινε καθηλωμένη στον αυταρχισμό και στη φτώχεια, ενώ οι γειτονικές της χώρες εξελίχθηκαν εισάγοντας επιτυχώς –και με τον τρόπο τους –τη δημοκρατία. Δεν μπορούμε να εκτιμήσουμε ποιο ποσοστό Βορειοκορεατών αμφιβάλλει κάτω από το βάρος της προπαγάνδας. Ξέρουμε όμως από την ιστορική πείρα ότι η συστηματική προπαγάνδα που συνοδεύεται από μεγαλοϊδεατισμό και κατασκευή εχθρών οδηγεί σε πολέμους. Κι ότι παράπλευρη απώλεια είναι η τύφλωση των ανθρώπων που, έχοντας περάσει τη ζωή τους στο σκοτάδι, ανακαλύπτουν ξαφνικά ότι ο κόσμος είναι γεμάτος φως.