Αν δεχτούμε ότι οι κ.κ. Καμίνης και Θεοδωράκης εκφράζουν την διεύρυνση της Δημοκρατική Συμπαράταξης, οι διεργασίες στον χώρο, με τους εκπροσώπους του αμιγούς ΠΑΣΟΚ να κυριαρχούν στον δεύτερο γύρο, φαινομενικά «ξαναστένεψαν» την ιστορία. Η διεύρυνση δε φαίνεται να εκφράστηκε εκλογικά. Εν τούτοις είναι μάλλον πρωτόλεια μια τέτοια αξιολογική ερμηνεία, αφού στηρίζεται σε αδύναμες λογικές παραδοχές. Είναι γνωστό ότι το ΠΑΣΟΚ και οι όμοροι χώροι που αυτοπροσδιορίζονται ως Κεντροαριστερά ή Κέντρο έχουν μια μεγάλη πλαστικότητα, χωρίς συμπαγή φορτία. Το φαινόμενο, βέβαια, μιας εγγενούς αλλά και εξωγενούς μεταβλητότητας –που αγγίζει τα όρια ενός γενικού πολιτικού informel –έχει εμφανιστεί σε όλους τους πολιτικούς χώρους. Αυτό δεν εκφράζεται με τη μείωση ποσοστών όσο με την ευκολία αυξομείωσης, οριζόντιας, αλλά αμφίδρομης μετακίνησης. Εκφράζεται με την ευκολία με την οποία αποσπάται το κοινό απ’ την εκάστοτε στέγη του. Η στέγη δηλαδή, δεν είναι ένταξη, αλλά παροδικό υπόστεγο ενός συνεχώς διαρρέοντος ή κατά περίπτωση και εισρέοντος κοινού.

Στην περίπτωση της ΔΗΣΥ και του περιβάλλοντος πολιτικού χώρου είναι δύσκολο να προσδιοριστούν με ακρίβεια τα βαθύτερα πρωτόκολλα με τα οποία συντελέστηκε και συνεχίζει να συντελείται αυτή η μετακίνηση, η απομάκρυνση, η επιστροφή, η προσέλευση, αφού δεν έχει βρεθεί ο ουσιαστικός ιδεολογικός και οργανωσιακός βηματισμός της παράταξης, πολύ περισσότερο που δεν έχει παγιωθεί μια νέα άρθρωση με τα κοινωνικά συμφραζόμενα. Η βαθιά αλλαγή στον χώρο του ΠΑΣΟΚ δεν οφείλεται μόνο στο σοκ της συμπίεσης των ποσοστών του τα χρόνια της κρίσης (και που αναπτερώνει συμμετρικές ελπίδες ανάταξης) αλλά στην κατανόηση των «νόμων», στον προσδιορισμό του υπόγειου κανονιστικού συστήματος με το οποίο εντάσσονται ή απομακρύνονται οι πολίτες, με το οποίο επιστρέφουν, με το οποίο είναι «υπ’ ατμόν», ή με το οποίο ίσως «ξανακατοικήσουν» τον χώρο. Η ερμηνεία αυτών των εσωτερικών αλλαγών θα πρέπει να αναζητηθεί στις προσλαμβάνουσες του δυνητικού κοινού, στην κοινωνική αρχιτεκτονική που περιέχει και εννοιοδοτεί αυτό το κοινό. Κάνω χρήση των όρων που περισσότερο γέρνουν στην πλευρά των εννοιολογήσεων, της ταυτότητας, των συμβόλων παρά όρων που σχετίζονται με μια αρχαϊκά μαρξιστική θεώρηση της ταξικότητας. Γιατί το νέο κοινό, αυτό της διαρκούς μετακινησιμότητας, περισσότερο συσχετίζεται με το εννοιολογικό πλαίσιο εντός του οποίου αυτοαναγνωρίζεται και το οποίο «θεσμίζει» γειτνιάσεις, συγγένειες, επικράτειες και αντιπαλότητες. Τα χαρακτηριστικά του νέου «κινητικού» κοινού οργανώνουν, μάλιστα, τα πολιτιστικά χαρακτηριστικά της πολιτικής ρητορικής. Η πολιτική ρητορική είτε στρέφεται στο σκληρό πολωτικό ροκ είτε παραδέρνει στις ταυτολογίες, στους πλεονασμούς, στη σιωπή εν τέλει. Αυτός ο γενικός «σκασμός», η αδυναμία να διασωθεί η πρωτότυπη σκέψη, η έξυπνη λύση, ουσιαστικά, συγκεφαλαιώνει αυτό που συντελείται σ’ ολόκληρη την πολιτική σκηνή.

Αν νομίζει κανείς ότι τα χαρακτηριστικά που περιγράφω στον χώρο της ΔΗΣΥ δεν τον αφορούν είναι μακριά νυχτωμένος. Η εύκολη γήρανση των κομμάτων, η αδυναμία να θεμελιώσουν ισχυρή σχέση με το κοινό τους, να βρουν κοινό, μπορεί να γίνουν τα κύρια χαρακτηριστικά ενός σκοτεινού αναπότρεπτου.

Ο Δημήτρης Σεβαστάκης είναι βουλευτής ΣΥΡΙΖΑ Σάμου, πρόεδρος Διαρκούς Επιτροπής Μορφωτικών Υποθέσεων της Βουλής