Οι συντηρητικοί οπαδοί του Brexit –που αγωνίστηκαν υπέρ της αποχώρησης του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ευρωπαϊκή Ενωση –εξακολουθούν να μιλούν ανοήτως για την οικοδόμηση μιας ανοιχτής και εξωστρεφούς Βρετανίας. Στην πραγματικότητα, όμως, η Βρετανία στρέφεται προς τον εαυτό της. Η πρωθυπουργός Τερίζα Μέι, που θέλει να παρουσιάζεται ως η βρετανική απάντηση στην Ανγκελα Μέρκελ, αποδεικνύεται ότι έχει περισσότερα κοινά στοιχεία με τη Μαρίν Λεπέν παρά με τη διεθνίστρια καγκελάριο της Γερμανίας.

Η Μέι παρουσίασε το όραμά της για το μέλλον της Βρετανίας στο συνέδριο του Συντηρητικού Κόμματος που πραγματοποιήθηκε αυτόν τον μήνα. Δεσμεύτηκε να ενεργοποιήσει τη διαδικασία εξόδου μέχρι τα τέλη Μαρτίου και δήλωσε ότι προτεραιότητά της στις επικείμενες διαπραγματεύσεις για το Brexit θα είναι ο εθνικός έλεγχος της μετανάστευσης και όχι η συνέχιση της συμμετοχής στην ενιαία αγορά. Η στάση αυτή οδηγεί τη Βρετανία σε ένα «σκληρό Brexit» μέχρι τον Απρίλιο του 2019.

Οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις ορθώς επιμένουν ότι η ελεύθερη μετακίνηση αποτελεί κεντρικό πυλώνα της ενιαίας αγοράς και η στάση της Μέι έχει αναγκάσει τη Μέρκελ και άλλους ευρωπαίους ηγέτες να υιοθετήσουν μια πιο σκληρή γραμμή απέναντί της.

Ομως η Τερίζα Μέι δεν έχει μόνο προετοιμάσει τους Βρετανούς για πλήρη έξοδο από την ΕΕ. Εχει υιοθετήσει ένα βαθιά μη φιλελεύθερο όραμα για το μέλλον της Βρετανίας, που συνίσταται στον οικονομικό παρεμβατισμό, στον πολιτικό εθνικισμό και στην πολιτισμική ξενοφοβία. Μια πρωθυπουργός που δεν εξελέγη αρνείται το φιλελεύθερο συντηρητικό μανιφέστο του πρώην πρωθυπουργού Ντέιβιντ Κάμερον (ο οποίος θριάμβευσε στις περσινές βουλευτικές εκλογές), την αποδοχή της παγκοσμιοποίησης από τη Μάργκαρετ Θάτσερ τη δεκαετία του 1980 και τη μακρά παράδοση φιλελεύθερης ειλικρίνειας της χώρας.

Η Μέι σε όλη τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας για το δημοψήφισμα του Brexit ήταν σιωπηλή υποστηρίκτρια της παραμονής της Βρετανίας στην ΕΕ. Ομως τώρα έχει ενδυθεί τον μανδύα του λαϊκισμού των υποστηρικτών του Brexit και βάζει στο στόχαστρο τόσο τις «διεθνείς ελίτ» όσο και τους Βρετανούς με κοσμοπολίτικη θεώρηση. «Απλώς ακούστε τον τρόπο με τον οποίο πολλοί πολιτικοί και σχολιαστές μιλούν για το κοινό» ανέφερε σε πρόσφατη ομιλία της. «Βρίσκουν τον πατριωτισμό σας άκομψο, τις ανησυχίες σας για τη μετανάστευση παρωχημένες και τις απόψεις σας για την εγκληματικότητα μη δημοκρατικές».

Απηχώντας εθνικιστές όπως η Λεπέν και ο Βίκτορ Ορμπαν (ο αυταρχικός πρωθυπουργός της Ουγγαρίας), η Μέι δηλώνει ότι «εάν πιστεύεις ότι είσαι πολίτης του κόσμου, είσαι πολίτης του πουθενά. Δεν κατανοείς τι σημαίνει η ίδια η λέξη «υπηκοότητα»». Είναι ειρωνεία το γεγονός πως η άποψη της Μέι ότι υπάρχει ένας και μοναδικός τρόπος να ανήκει κάποιος στην πολιτική κοινότητα της Βρετανίας είναι τόσο μη βρετανική.

Η Μέι απαίτησε να δώσουν προτεραιότητα οι επιχειρήσεις με έδρα τη Βρετανία στους βρετανούς εργαζομένους, «σύμφωνα με το πνεύμα της υπηκοότητας» –ένας άλλος όρος γι’ αυτό που η Λεπέν αποκαλεί «εθνική προτίμηση». Δεν είναι απλώς λόγια. Το καθεστώς των υπηκόων της ΕΕ στη Βρετανία είναι ένα διαπραγματευτικό εργαλείο στις επερχόμενες διαπραγματεύσεις για το Brexit. Η Μέι θέλει να κρατήσει μακριά από την ΕΕ μελλοντικούς μετανάστες, τους οποίους κατηγορεί εσφαλμένα ότι παίρνουν δουλειές των Βρετανών και ρίχνουν τους μισθούς τους. «Βρετανικές δουλειές για βρετανούς εργαζομένους» ήταν ένα σύνθημα που χρησιμοποιούσε το ρατσιστικό κόμμα του Εθνικού Μετώπου στη Βρετανία τη δεκαετία του 1970. Τώρα έχει υποστήριξη στην κυβέρνηση.

Ο σοβινισμός αυτός δεν είναι μόνο κατάπτυστος, είναι και παράλογος. Γι’ αυτό και έχει ήδη προκαλέσει κατακραυγή και απειλές από άλλες χώρες. Σε μια εποχή που πολλές εταιρείες επανεξετάζουν τα επενδυτικά τους σχέδια για την εποχή μετά το Brexit, ο σοβινισμός της Μέι διαψεύδει τον ισχυρισμό της ότι η χώρα της είναι ανοιχτή για τις επιχειρήσεις. Η βρετανική κυβέρνηση περιμένει προφανώς από τη Citibank να λειτουργεί στο Λονδίνο χωρίς αμερικανούς υπαλλήλους, από τη Nissan χωρίς ιάπωνες μάνατζερ και από τις διεθνείς εταιρείες χωρίς το ταλέντο της ποικιλομορφίας που τις χαρακτηρίζει. Ακόμη κι οι ξένοι γιατροί που σώζουν βρετανικές ζωές δεν είναι πια ευπρόσδεκτοι.

Οι βρετανοί ψηφοφόροι επέλεξαν να αποχωρήσουν από την ΕΕ, αλλά δεν διευκρίνισαν το πώς· η Μέι δεν έχει λοιπόν λαϊκή εντολή για τη στροφή της προς την ανελευθερία. Η επίσημη αντιπολίτευσή της, όμως, είναι ένα Εργατικό Κόμμα το οποίο, έτσι όπως έχει καταληφθεί από τη σκληροπυρηνική Αριστερά, δεν είναι εκλογικά βιώσιμο. Αν λοιπόν οι Ελεύθεροι Δημοκράτες δεν καταφέρουν να ανακάμψουν, η Βρετανία ίσως να χρειαστεί ένα νέο πολιτικό κόμμα (ή διακομματική συμμαχία) προκειμένου να αγωνιστεί για μια χώρα εξωστρεφή, φιλελεύθερη και ανεκτική.

Ο Φιλίπ Λεγκρέν είναι πρώην οικονομικός σύμβουλος του προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και επισκέπτης καθηγητής στο European Institute της London School of Economics