Οπου λοιπόν: Οι λέξεις δαγκώνουν. Και οι σάρκες του πολιτικού συστήματος ματώνουν. Ξεσκίζονται! Κι «εν συνόλω». Ουδείς δηλαδή εκφεύγει αβρόχοις ποσίν. Και σε τελική ανάλυση, το κλαδί πριονίζεται απ’ όλους όσους κάθονται (κι εμφωλεύουν) σ’ αυτό. Οπόταν και όλοι –το αντιλαμβάνονται ή όχι –καταλήγουν επί κενού. Ο διχασμός πλήρης. Και τα παρεπόμενα ορατά. Ακόμη και από πολιτικώς μυωπάζοντες. Και παρωπιδοφορούντες. Γιατί ο λογαριασμός του τσαμπουκά έρχεται αφεύκτως. Και οσονούπω.

Στην προχθεσινή οργίλη αντιπαράθεση επί επιπέδου κομματικών ταγών, ο πολιτικός λόγος απέβη μεν καταγγελτικός. Αλλά καθόλου καθαρτικός. Ετραυμάτισε. Αλλά και αυτοεβλήθη! Κομματικώς τουλάχιστον αρκούντως ευκρινής. Αλλά πολιτικώς παντελώς (σχεδόν) άγονος. Κι ενίοτε ανάγωγος. Οπωσδήποτε ανεπαρκής. Και καταδήλως ελλειμματικός. Γιατί του έλειπε το (παραγωγικό) «διά ταύτα». Που μεταφράζεται σε προτάσεις. Και νοηματοδοτεί και την αντιπαράθεση και την προοπτική.

Οταν δηλαδή ο πλεονάζων καταγγελτικός ζήλος διέπεται μόνον από τιμωρητικό πάθος, στερούμενος επανορθωτικών προθέσεων, τότε εν πολλοίς αυτοακυρώνεται. Και καθηλώνεται από τις ίδιες του τις αγκυλώσεις. Οι οποίες και απορρέουν από πάγιες και κακοήθεις παθογένειες.

Τα σκάνδαλα –ως διαχρονική και υπό μετάσταση νεοπλασία –έχουν όνομα. Και οι ολισθήσεις ταυτότητα. Στην συνείδηση όμως των πολιτών (τους οποίους συμπαρασύρουν το χρεοκοπικό τσουνάμι και οι βάναυσες υποτροπές του) υπόλογο (κι εν πολλοίς υπόδικο) είναι τελικά το σύνολο πολιτικό σύστημα. Και οι παραφυάδες. Καθώς εμφανίζεται αδύναμο και να διαχειρισθεί τα κακώς κείμενα και (κυρίως) να αναλάβει τις ευθύνες που του αναλογούν. Πέραν αναμηρυκασμού των διαπιστώσεων. Κι ευχερών αφορισμών (και αναθεματισμών) που απλώς σκοπούν στον στοχοποιητικό εξοβελισμό των αντιπάλων. Οπόταν και απλώς οι κακοδαιμονίες ανακυκλώνονται. Και διογκούμενες αποβαίνουν συνήθως χρήσιμοι μοχλοί στην κομματική εργαλειοθήκη!

Δυστυχώς! Οχι για τους μεν ή τους δε, αλλά για όλους όσους βρίσκονται στη γαλέρα. Που ήδη μπάζει από παντού…