Γιατί εκνευρίζει τόσο πολλούς και τόσο πολύ ο Κριστιάνο Ρονάλντο; Για πολλούς λόγους, ποδοσφαιρικούς και ψυχολογικούς. Που θα μπορούσαν όλοι να συγχωνευθούν σε μια λέξη: ζήλεια (ή στην κακιά της ξαδέλφη: φθόνο).

Δόξα, πλούτος, ταλέντο, φιγούρα και αλαζονεία δεν είναι ακριβώς ο συνδυασμός που κάνει τους ανθρώπους να σε αγαπούν. Στο ήδη βαρύ αυτό κοκτέιλ (ίσως και σαμπουάν) ο πορτογάλος σταρ έχει προσθέσει επιπλέον προσωπικές πινελιές (ίσως και σταγόνες που ξεχείλισαν το ποτήρι): μια εκτός ποδοσφαιρικού τόπου και χρόνου διεκδίκηση των πρωτείων από τον Μέσι (σαν να συγκρίνεις Ρούμπενς με Τιτσιάνο), ένα ιν-γιορ-φέις κιτσάτο σταριλίκι (ίδρυση προσωπικού μουσείου στη Μαδέιρα, πέταγμα στη Νέα Υόρκη την παραμονή αγώνα για να «συναντήσει» την Πάρις Χίλτον), πολλά μάτσο λόγια, πολλές κινήσεις και μούτες μεταξύ μετροσέξουαλ και ταυρομάχου. Και υπερβολικά πολλά γκολ, βεβαίως, που από μόνα τους διαθέτουν τεράστια ικανότητα να εκνευρίζουν.

Από το σημείο όμως αυτό –να γελάς για τη σύγκριση με τον Μέσι και να ευχαριστιέσαι όταν χάνει κανένα πέναλτι –μέχρι τους τόνους χολής που χύθηκαν μετά τις δύο πρώτες εμφανίσεις του στο Ευρωπαϊκό, η απόσταση είναι ανθρώπινη μεν, αδικαιολόγητη δε. Αδικεί έναν πολύ πάνω του κανονικού ποδοσφαιριστή και έναν άνθρωπο για τον οποίο όλοι όσοι τον γνωρίζουν –η Ιρίνα Σάικ δεν μετράει γιατί ήθελε γάμο –λένε ότι πίσω από την έλλειψη κουλτούρας και την παρατεταμένη παιδικότητα κρύβεται μια ζεστή και ανοιχτή καρδιά –και περί αυτής δεν χρειαζόμαστε την κυρία Σάικ, όταν υπάρχουν τα εκατοντάδες παιδάκια που έχει βοηθήσει.

Σε κάθε περίπτωση, ο άνθρωπος έδωσε τη μόνη απάντηση που άρμοζε: στον τρελό και παραλίγο μοιραίο αγώνα της Πορτογαλίας με την Ουγγαρία, πήρε την ομάδα του από το χέρι –και μάλιστα και με το πόδι και με το κεφάλι –και την οδήγησε στον δεύτερο γύρο. Οπου πάλι όλοι θα περιμένουμε να στραβοπατήσει. Κι εκείνος να μας εκνευρίσει και να μας απαντήσει.