Η χώρα ζει δραματικές στιγμές. Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ αποδεικνύεται πλήρως αδύναμη να εκπληρώσει τις προεκλογικές της υποσχέσεις και κυρίως παντελώς ανίκανη να διαχειριστεί έστω και σε επίπεδο καθημερινότητας τις τύχες της χώρας.

Σε όλους σχεδόν τους τομείς, στην Παιδεία, στο Μεταναστευτικό, στην Οικονομία, στην εξωτερική πολιτική, στην ανάπτυξη, στην καταπολέμηση της ανεργίας, στη Δημόσια Τάξη, η κυβέρνηση αποδεικνύεται δραματικά ανεπαρκής. Η κοινωνία παραπαίει στα όρια της απελπισίας.

Κατόπιν τούτου, προβάλλει έντονη η ανάγκη, ύστερα από δέκα μόνο μήνες διακυβέρνησης, να αποκτήσει η χώρα εναλλακτική πρόταση εξουσίας. Η συγκυρία απαιτεί την επανεμφάνιση μιας ισχυρής και έτοιμης να κυβερνήσει Κεντροδεξιάς.

Από τον Ιανουάριο του 2015 επιμένω ότι αναγκαία προϋπόθεση για την απαραίτητη επανίδρυση της Νέας Δημοκρατίας είναι η διενέργεια μιας ανοιχτής συνεδριακής διαδικασίας στα πρότυπα των δυτικοευρωπαϊκών κομμάτων. Οφείλει να προηγηθεί αναλυτική προετοιμασία μέσω τοπικών και θεματικών προσυνεδριακών διαδικασιών, που θα καταλήξουν σε επταήμερο Συνέδριο αυτοκριτικής για την κυβερνητική μας θητεία και κατόπιν συζήτησης και διατύπωσης της νέας πρότασής μας προς την ελληνική κοινωνία.

Μόνο ύστερα από αυτή την επίπονη, εξαντλητική αλλά και αναζωογονητική διαδικασία έχει έννοια η εκλογή του νέου αρχηγού μας, του ατόμου δηλαδή που θα προσωποποιεί τη νέα πρότασή μας με πειστικότητα προς την κοινωνία.

Η διαδικασία αυτή είναι απόλυτα απαραίτητη και δεν είναι χρονικά μακρά. Στην τελευταία συνεδρίαση της Κοινοβουλευτικής μας Ομάδας κατέθεσα αναλυτική πρόταση με πλήρη περιγραφή σταδίων και χρονικών παραμέτρων, επί τη βάσει της οποίας η όλη διαδικασία επανίδρυσης της παράταξης, συμπεριλαμβανομένης της εκλογής αρχηγού, μπορούσε να ολοκληρωθεί στις 15 Απριλίου 2016.

Παρεμπιπτόντως, η πρόταση αυτή ήταν η μόνη που περιελάμβανε δεσμευτικό χρονικό όριο ολοκλήρωσης της εσωκομματικής διαδικασίας.

Γνώριζα βεβαίως ότι η πρότασή μου είναι μειοψηφική στην Κοινοβουλευτική μας Ομάδα από τον Ιανουάριο και μάλλον δεν επρόκειτο να γίνει δεκτή. Για να μην υπάρχει όμως η παραμικρή υπόνοια ιδιοτέλειας, δήλωσα ότι εφόσον η πρότασή μου υιοθετείτο δεν επρόκειτο να θέσω υποψηφιότητα αρχηγού.

Βεβαίως, δεν μπορώ παρά να παρατηρήσω ότι αν εγώ και οι συνάδελφοι που στήριζαν και στηρίζουν αυτή την πρόταση είχαμε εισακουσθεί από τον Ιανουάριο του 2015, η Νέα Δημοκρατία θα βρισκόταν σήμερα σε απείρως καλύτερη θέση.

Τώρα όμως, η Νέα Δημοκρατία πορεύεται προς το 2016 τραυματισμένη βαριά από τα τελευταία συμβάντα, έχοντας χάσει εντός του 2015 τρεις εκλογικές αναμετρήσεις, έχοντας αλλάξει τρεις αρχηγούς, αλλά μη έχοντας συζητήσει έστω και μία φορά σοβαρά με την κοινωνία ή με τα στελέχη της, σε περίοδο μάλιστα κοσμογονικών και υπαρξιακού μεγέθους αλλαγών.

Ας μου επιτραπεί δε να πω ότι αντιλαμβάνομαι ως εγκεφαλικό αστείο τη δήθεν συμμετοχή της κοινωνίας στο κόμμα μας, μέσω της διαδικασίας ψήφου των τριών ευρώ, όταν βέβαια επιτευχθεί η διοργάνωση αυτής της διαδικασίας.

Τη στιγμή της ύπατης κρίσης χρειαζόμαστε από τους πολίτες τις σκέψεις, τις ιδέες και τις απόψεις, την κριτική και τη γνώμη τους, όχι μόνο τη σιωπηρή ψήφο των 3 ευρώ, χωρίς προηγουμένως να έχει δημιουργηθεί εκλογικός κατάλογος. Το σύστημα που σήμερα ακολουθούμε αρμόζει σε κινητοποίηση οργανωμένων οπαδών ποδοσφαιρικών ομάδων και όχι σε δημοκρατικά οργανωμένο ευρωπαϊκό κόμμα, που επαγγέλλεται τον διάλογο, τη διαφάνεια και τη συμμετοχή των πολιτών.

Η Νέα Δημοκρατία λοιπόν κατευθύνεται προς την εκλογή του τέταρτου εντός του έτους αρχηγού της, πολιτικά και ιδεολογικά ανοχύρωτη.

Ελπίζω, παρά ταύτα, ότι η μεγάλη εθνική ανάγκη αλλά και η βαθιά ανιδιοτέλεια των πολλών που πιστεύουν ότι η Ελλάδα δικαιούται μια καλύτερη διακυβέρνηση, θα επιτρέψουν στη Νέα Δημοκρατία, κόμμα στο οποίο μεγάλωσα, το οποίο υπηρέτησα πιστά και με το οποίο είμαι συναισθηματικά ταυτισμένος, εις πείσμα των πρόσφατων επιλογών της να διασωθεί και να επανασυνταχθεί.

Δυστυχώς όμως, τον τελευταίο καιρό όλο και πιο συχνά περνά από τον νου μου, ως έσχατο ψυχολογικό ανάχωμα σε όσα συμβαίνουν, μια φράση του Δημήτρη Νανόπουλου γραμμένη για τη βασική εξίσωση δημιουργίας του Σύμπαντος και τη θεωρία των χορδών: «Το τέλος δεν έχει σημασία, γιατί είναι πάντα μια καινούργια αρχή».