Στην αριστερή σκέψη η φορολογία είναι πράγματι ένα βασικό εργαλείο άσκησης οικονομικής πολιτικής. Επιτρέπει στην κυβέρνηση να παρεμβαίνει στην οικονομία και να χρησιμοποιεί τους φόρους ως μηχανισμό αναδιανομής του εισοδήματος, επιτυγχάνοντας υψηλότερη κοινωνική δικαιοσύνη, αλλά επίσης ανάπτυξη και απασχόληση. Αυτό συμβαίνει γιατί η αναδιανομή του εισοδήματος από την κορυφή προς τη βάση της κοινωνικής πυραμίδας αυξάνει την αγοραστική δύναμη της κοινωνίας, προωθώντας την εγχώρια οικονομική δραστηριότητα.

Αυτά όμως θα μπορούσαν να συμβούν μόνο σε μια οικονομία που λειτουργεί σε συνθήκες κανονικότητας. Η σημερινή ελληνική οικονομία δεν είναι μια τέτοια περίπτωση. Η αύξηση της φορολογικής επιβάρυνσης, ειδικά των μεσαίων στρωμάτων, δεν θα καταλήξει στα χαμηλότερα κοινωνικά στρώματα, αλλά στους δανειστές. Και καθώς οι πολιτικές των Μνημονίων συνέθλιψαν τα χαμηλά εισοδήματα, η αύξηση της φορολογικής επιβάρυνσης των έντιμων φορολογουμένων που εξακολουθούν να διαθέτουν ακόμη φορολογική ικανότητα θα αφαιρέσει και τα τελευταία υπολείμματα αγοραστικής δύναμης από την οικονομία. Οι φορολογικοί συντελεστές για τα φυσικά και νομικά πρόσωπα που πληρώνουν φόρους είναι υψηλοί στη χώρα μας. Η περαιτέρω αύξησή τους θα κάνει το φορολογικό σύστημα περισσότερο άδικο και υφεσιακό.

Συνεπώς, οι ισχυρισμοί ότι πρέπει να ενεργοποιηθεί ο μηχανισμός αναδιανομής του εισοδήματος μέσω της φορολογίας στο όνομα της κοινωνικής δικαιοσύνης και της ανάπτυξης υποφέρουν από «αριστερή» ιδεοληψία και δεν έχουν τον πραγματισμό που απαιτεί η συγκυρία. Η κατανομή του φορολογικού βάρους στις σημερινές συνθήκες θα γίνει πιο δίκαιη και θα ωφελήσει την ανάπτυξη μόνο αν η διεύρυνση της φορολογικής βάσης γίνει με την αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής και της φοροαποφυγής. Μια από τις αποτυχίες των δύο πρώτων προγραμμάτων οικονομικής προσαρμογής ήταν ότι χρησιμοποίησαν τη φορολογία για να αφαιρέσουν αγοραστική δύναμη. Η αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής θα είναι μια εξέλιξη που θα δημιουργήσει δημοσιονομικούς βαθμούς ελευθερίας, αφού θα μπορούσαν να επιτευχθούν οι δημοσιονομικοί στόχοι με περισσότερη δικαιοσύνη και ανάπτυξη. Συνεπώς η κυβέρνηση καλά θα κάνει να καταθέσει και να υλοποιήσει αμέσως πολιτικές για την αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής και να σταματήσει να γυρνάει γύρω γύρω από τη λίστα Λαγκάρντ ικανοποιώντας μόνο το επικοινωνιακό της ένστικτο.

Ο Γιώργος Αργείτης, αναπληρωτής καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, είναι επιστημονικός διευθυντής του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ