Η ανακοίνωση των αποτελεσμάτων για τα στρες τεστ των τραπεζών απέχει λιγότερο από έναν μήνα, ενώ συνολικά σε ένα τρίμηνο από σήμερα θα πρέπει να ολοκληρωθεί και η ανακεφαλαιοποίησή τους. Αυτό σημαίνει ότι πλέον οι διαπραγματεύσεις για το ύψος των κεφαλαιακών αναγκών –και κατ’ επέκταση των αυξήσεων –βρίσκονται στην τελική ευθεία. Οπως όμως έχουμε διαπιστώσει πολύ καλά τους τελευταίους μήνες, καμία διαπραγμάτευση με τους εταίρους δεν είναι στρωμένη με ροδοπέταλα.

Στην περίπτωση των τραπεζών, το μεγάλο διακύβευμα είναι το πόσα χρήματα εντέλει χρειάζονται για να «συνέλθουν» τα εγχώρια χρηματοπιστωτικά ιδρύματα. Μολονότι είναι δεδομένο ότι οι κεφαλαιακές τους ανάγκες θα καλυφθούν, είναι εξαιρετικά σημαντικό αν αυτό θα γίνει από ιδιώτες μετόχους ή από κρατικά και ευρωπαϊκά κεφάλαια. Στην πρώτη περίπτωση, θα διασφαλιστεί ο ιδιωτικός τους χαρακτήρας, ενώ οι παλιοί μέτοχοι είναι αρκετά πιθανό να συμμετάσχουν στη διαδικασία. Στη δεύτερη, είναι σίγουρο ότι θα μεταβληθεί ο τρόπος διοίκησης, ενώ παράλληλα όσοι επένδυσαν στον παρελθόν θα δουν την αξία των μετοχών τους ουσιαστικά να μηδενίζεται.

Κλειδί σε όλα τα παραπάνω είναι ο τρόπος αποτίμησης του ενεργητικού των τραπεζών αλλά και η αξία με βάση την οποία υπολογίζονται τα κόκκινα δάνεια. Και εδώ ακριβώς διαδραματίζεται το μεγάλο μπρα-ντε-φερ ανάμεσα στις διοικήσεις των τραπεζών, το υπουργείο Οικονομικών και τους πιστωτές. Με τις πρώτες να επιδιώκουν να προκύψουν όσο το δυνατόν λιγότερες κεφαλαιακές ανάγκες και τους πιστωτές να φουσκώνουν τον λογαριασμό. Ουσιαστικά και οι δύο πλευρές τις τελευταίες ημέρες μετρούν κουκιά ούτως ώστε να βγουν κερδισμένες την επόμενη μέρα της ανακεφαλαιοποίησης.

Και αυτό ενώ την ίδια στιγμή τα διεθνή επενδυτικά κεφάλαια παρατηρούν με εξαιρετικά μεγάλο ενδιαφέρον τις εξελίξεις στην Ελλάδα, καταστρώνοντας τη δική τους στρατηγική. Από τη μία οι παλιοί μέτοχοι κάνουν ό,τι μπορούν για να διασφαλίσουν όσο περισσότερα μπορούν από την αρχική τους επένδυση, καθώς συμμετείχαν στην αύξηση μετοχικού κεφαλαίου το 2014. Και από την άλλη, με την κεφαλαιοποίηση των ελληνικών τραπεζών στο ναδίρ, πολλοί είναι εκείνοι που καλοβλέπουν το σενάριο της αγοράς έναντι πινακίου φακής.