Η νομοθετική πρωτοβουλία του υπουργείου Δικαιοσύνης για το νέο σύμφωνο συμβίωσης, ενάμιση χρόνο μετά την καταδίκη της χώρας μας στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, αποτελεί αυτονόητη κίνηση με πολλαπλά μηνύματα.
Καταρχήν, ουσιαστικά και συμβολικά πρόκειται για κίνηση άρσης των διακρίσεων εις βάρος συμπολιτών μας λόγω σεξουαλικού προσανατολισμού. Η συμπερίληψη των ζευγαριών ανεξαρτήτως φύλου σηματοδοτεί την αναγνώριση προσωπικών σχέσεων που ώς τώρα βρίσκονταν σε μια γκρίζα ζώνη θεσμικής άρνησης. Αποκαθίστανται έτσι οι αρχές της ισότητας, της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας και του σεβασμού της ετερότητας.
Γενικότερα, προχωράμε σε ένα σύγχρονο θεσμικό πλαίσιο για τις σχέσεις συμβίωσης που αναγνωρίζει οικογενειακούς δεσμούς μεταξύ των μερών. Μπορούν πλέον να ρυθμίσουν τις περιουσιακές τους σχέσεις, σύμφωνα όμως με τις αρχές της ισότητας και της αλληλεγγύης, διατηρώντας σε μεγαλύτερο βαθμό την περιουσιακή τους αυτοτέλεια, εφόσον το επιθυμούν, ακόμη και σε κληρονομικά θέματα. Επιπλέον, αναγνωρίζονται στα μέρη μια σειρά από δικαιώματα ώστε να εξασφαλίζεται η απόλαυση της οικογενειακής ζωής, αλλά και ο σεβασμός της αρχής της ίσης μεταχείρισης.
Θα υπάρξουν ενδεχομένως επιφυλάξεις ή και αντιδράσεις από διαφορετικές πλευρές. Από τη μια, κάποιοι θα βρουν το σύμφωνο άτολμο. Ομως το σύμφωνο δεν μπορεί να άρει όλες τις χρόνιες διακρίσεις και τους αποκλεισμούς. Αυτή είναι μια διαρκής και σύνθετη διαδικασία. Η θέσπιση του νέου συμφώνου συμβίωσης αποτελεί ένα σημαντικό βήμα αυτής της διαδικασίας. Μπορεί μάλιστα να αποκτήσει και δημόσιο χαρακτήρα εάν, για παράδειγμα, δήμαρχοι φιλοξενήσουν την πράξη σύναψης του συμφώνου σε αίθουσες των δημαρχείων.
Ο Κωστής Παπαϊωάννου είναι γενικός γραμματέας Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων