Θέλει αρετή και τόλμη η ελευθεριότητα της έκφρασης. Θέλει, για παράδειγμα, μεγάλο θάρρος να παρομοιάζεις τους εθελοντές του Εθνικού Θεάτρου με τους σοβιετικούς κομάντο. Την είχε αυτή την τόλμη ο αντιπρόεδρος του ΔΣ Κυριάκος Κατζουράκης, ο οποίος δήλωσε ότι οι εργαζόμενοι πρέπει να δουλέψουν ως εθελοντές στην πιο δύσκολη στιγμή της ιστορίας μας. Ενα παράδειγμα; «Πρέπει να έχουν τη λογική των ανθρώπων που δούλευαν στο Ερμιτάζ την περίοδο της πολιορκίας, ξέροντας ότι έρχονται οι Ναζί».

===

Αν την πάρουμε κατά γράμμα είναι μια ανιστορική σύγκριση. Στην πραγματικότητα αποτελεί την τελευταία –ακούσια, έστω –εγγραφή στο θορυβώδες σάουντρακ του αντιγερμανισμού. Το υπόλοιπο φόντο είναι έτσι κι αλλιώς στημένο από καιρό σαν φαρσοκωμωδία. Το «Μεγάλο μας τσίρκο» υπήρξε το περιοδεύον σουξέ της αντιμνημονιακής Ελλάδας, στις αρχαίες τραγωδίες μπήκαν εμβόλιμα χορικά κατά της τρόικας και στο μετρό η θεσμοποιημένη γερμανοφοβία απέκτησε video installation.

===

Στο σιγόντο η Μέλπω Ζαρόκωστα αναρωτήθηκε μήπως «θέατρο στην Ελλάδα που δεν είναι ελληνικό είναι υποδεέστερο». Και ο Ιωσήφ Βιβιλάκης, επίσης μέλος του ΔΣ, παρομοίασε το Εθνικό με την «κιβωτό του έθνους». Απ’ ό,τι φαίνεται, πάντως, στο νέο ξεκίνημα του Εθνικού δεν κινδυνεύει η ιθαγένεια του θεάματος, αλλά η κοσμοπολίτικη διάστασή του. Τα ελληνικά έργα, σε κάθε περίπτωση, δεν ανεβαίνουν σαν πράξη αντίστασης στον ευρωπαϊκό μοντερνισμό.

===

Σε αυτόν που επέλεξε να επιτεθεί ο Νίκος Ξυδάκης κατά τη διάρκεια προχθεσινής εκδήλωσης της Περιφέρειας Αττικής. «Θέλω να επιστήσω την προσοχή των καλλιτεχνών για να θέσουν ζητήματα που εξαφάνισε ο μοντερνισμός: την αναπαράσταση, την αφήγηση και το κάλλος. Μπορείτε να σχεδιάσετε κάτι που να το καταλαβαίνει η μάνα σας και ο κάθε αμύητος ώστε να μη χρειάζεται τα συνοδευτικά κείμενα του κάθε παρατρεχάμενου επιμελητή;». Αν μη τι άλλο, είναι μια κακοστημένη σύγκρουση μεταξύ της Γενιάς του ’30 και της διεθνούς πρωτοπορίας. Και ακούγεται σαν μονόλογος μιας επαρχίας που έβλεπε τα τρένα να περνούν.