Η επιστροφή των καταθέσεων στις ελληνικές τράπεζες είναι ίσως το μεγαλύτερο ζητούμενο για την ανάκαμψη του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Με την αιμορραγία να υπολογίζεται κοντά στα 30 δισ. ευρώ το τελευταίο τετράμηνο, οι τράπεζες βρίσκονται με την πλάτη στον τοίχο, τόσο όσον αφορά τη δυνατότητα νέων χορηγήσεων όσο και σε σχέση με τον βαθμό εξάρτησής τους από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Το σύστημα χρειάζεται κατεπειγόντως ρευστότητα και κάθε ευρώ που επιστρέφει στα ταμεία των τραπεζών είναι ρανίδα αίματος, απαραίτητη για την ανάνηψη του ασθενούς.

Υπό αυτές τις συνθήκες, η κυβερνητική πρωτοβουλία για την παροχή φορολογικής αμνηστίας (έναντι αντιτίμου) σε όσους επιλέξουν να επαναπατρίσουν τα χρήματά τους αντιμετωπίζεται θετικά από τους τραπεζίτες. Οπως εξηγούν, κάθε κίνηση που μπορεί να βοηθήσει στην επιστροφή χρημάτων είναι ανάσα σε μια δύσκολη συγκυρία.

Την ίδια στιγμή όμως εξηγούν ότι για να πετύχει, απαιτούνται δύο βασικές προϋποθέσεις. Η πρώτη είναι η σταθεροποίηση της πολιτικής και οικονομικής κατάστασης στη χώρα. Γιατί, ξεκαθαρίζουν, όσο ευνοϊκοί και αν είναι οι όροι, κανείς δεν θα επιστρέψει τα χρήματά του αν δεν εκλείψουν οι λόγοι για τους οποίους τα έβγαλε από τη χώρα. Αν δεν υπάρξει συμφωνία με τους εταίρους και πολιτική σταθερότητα, με προοπτική βελτίωσης, οι καταθέσεις θα μείνουν εκτός συνόρων.

Οσο για τη δεύτερη, και πιο δύσκολη, έχει να κάνει με το πόσο η προσφερόμενη φορολογική αμνηστία θα είναι πλήρης και διαχρονική. Αν τα χρήματα που θα έρθουν θα αποτελέσουν βάση αναφοράς για επιπλέον φορολόγηση, τότε κανείς δεν θα αναλάβει το ρίσκο να τα επαναπατρίσει. Για παράδειγμα, όπως αναφέρουν, αν υπάρξει έκτακτη εισφορά με βάση το σύνολο της περιουσίας και σε αυτή συμπεριληφθούν τα ποσά αυτά, τότε θα πρόκειται για διπλή φορολόγηση και τα κεφάλαια θα ξαναφύγουν εν μία νυκτί.

Σε άλλες χώρες, ακόμα και για συμβολικούς λόγους, το κράτος έκαιγε κυριολεκτικά τα χαρτιά του επαναπατρισμού, θέλοντας να δείξει ότι η αμνηστία είναι πλήρης. Στην Ελλάδα, το κράτος διαχρονικά δεν έχει επιδείξει ανάλογη συμπεριφορά. Και αυτό αποτελεί τη μεγαλύτερη τροχοπέδη στην προσπάθεια.