Ο υπουργός Οικονομικών κ. Βαρουφάκης υποδέχεται στην Αθήνα τον πρόεδρο του Eurogroup κ. Ντεϊσελμπλούμ, σε μια συνάντηση που ολοκληρώνεται επεισοδιακά. Λίγο μετά, στο Λονδίνο, στη συνάντησή του με τον ομόλογο του κ. Οσμπορν, σπάει τον επίσημο ενδυματολογικό κώδικα και εμφανίζεται με δερμάτινο μακρύ παλτό και ριχτό πουκάμισο. Οταν, αργότερα, επισκέπτεται τον υπουργό Οικονομίας της Γαλλίας κ. Σαπέν, του συστήνει τον αναπληρωτή υπουργό Οικονομικών κ. Τσακαλώτο. Ο κ. Σαπέν πιάνει το μακρύ κιτρινόμαυρο κασκόλ του κ. Τσακαλώτου και το δένει γύρω από τον λαιμό του. Ο Πρωθυπουργός κ. Τσίπρας στην επίσκεψή του στην Ιταλία δέχεται δώρο από τον ομόλογό του κ. Ρέντσι μια γραβάτα. Ο κ. Τσίπρας συναντιέται στις Βρυξέλλες με τον πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής κ. Γιούνκερ, ο οποίος τον οδηγεί στα ενδότερα κρατώντας τον απ’ το χέρι. Είναι η αρχή των ουσιαστικών συζητήσεων που θα καταλήξουν στην παράταση του υφιστάμενου –αλλά ακατονόμαστου –προγράμματος.

Οι παραπάνω σκηνές αποκαλύπτουν πόσο μεγάλη σημασία κατέλαβε το στυλ της νέας κυβέρνησης και ο λόγος που αναπτύσσεται γι’ αυτό. Τα ελληνικά ΜΜΕ, ακόμη και εκείνα που συνήθως αντιστρατεύονται την πολιτική ΣΥΡΙΖΑ, βρήκαν ενδιαφέρον στις στυλιστικές καινοτομίες των πρωταγωνιστών (κινήσεις, λέξεις, αντικείμενα) και κάλυψαν με αυτά σχεδόν το σύνολο της ειδησεογραφικής ατζέντας τους. Ακόμη και οι ιστοσελίδες που επιδίδονταν σε συνωμοσιολογίες για το πόσο «στημένες» ήταν οι διαπραγματεύσεις των προηγούμενων κυβερνήσεων με την τρόικα, τώρα επέλεξαν το lifestyle ρεπορτάζ με λεπτομέρειες για την ιδιωτική ζωή των πρωταγωνιστών (για τις συζύγους, τις γκαρνταρόμπες, τις εξοχικές κατοικίες τους).

Η διαπραγματευτική δύναμη της κυβέρνησης μεταφράστηκε γρήγορα σε όρους αντισυμβατικής εμφάνισης και συμπεριφοράς. Οι νέοι πρωταγωνιστές κατάφεραν να κατευθύνουν τη δημόσια συζήτηση επί μακρόν όχι στο περιεχόμενο των διαπραγματεύσεων ή στις συμμαχίες που (δεν) βρήκαν, αλλά στο ύφος ζωής που φέρουν: από την επιλογή του πολιτικού όρκου μέχρι την απόρριψη του τεχνοκρατικού ίματζ.

Αντίστοιχα σχόλια για τη νέα εικόνα της ελληνικής κυβέρνησης εμφανίζονται και στο εξωτερικό, άλλοτε θετικά για την οικειότητα που επιτυγχάνουν οι κυβερνώντες με τους υποστηρικτές τους, άλλοτε αρνητικά για το θράσος που επιδεικνύουν στην παραβίαση άτυπων κανόνων καλής συμπεριφοράς (από το ενδυματολογικό μέχρι τον τρόπο διαρροής συνομιλιών σε επίπεδο κορυφής). Σε συνέχεια αυτού του σχολιασμού, προκύπτουν προσπάθειες (συχνά ειρωνικές) κατανόησης της εμμονής της ελληνικής κυβέρνησης να δώσει στα ήδη συμφωνημένα πράγματα νέες ονομασίες (τρόικα, Μνημόνιο κ.λπ.).

Οι σκηνές που παρατέθηκαν στην αρχή εμπεριέχουν και ένα ακόμη στοιχείο που δεν έχει προσεχθεί. Η παρουσία της κυβέρνησης στην Ευρώπη έδωσε μεν το στίγμα της δημοφιλούς αντισυμβατικότητας που επιθυμούσε, όμως αντιμετωπίστηκε πατερναλιστικά, κάτι που η ελληνική κυβέρνηση έδειχνε να απεχθάνεται. Στις εικόνες αυτές, οι «άλλοι», οι «Δυτικοί», οι «τεχνοκράτες», αντιμετωπίζουν τους έλληνες κυβερνώντες ως υποκείμενα προς νουθεσία και καθοδήγηση. «Τα κακομαθημένα παιδιά της Ιστορίας» γίνονται παγκόσμιο θέαμα.

Οσο και αν τα εγχώρια μέσα επιχείρησαν να συγχρονιστούν με την κυβερνητική προπαγάνδα περί εθνικής αξιοπρέπειας, στιγμιότυπα αυτού του τύπου επανέφεραν την ξεχασμένη οριενταλιστική εικόνα του γονέα-παιδιού, ενηλίκου-εφήβου, ώριμου-ανώριμου. Οι «αιώνιοι έφηβοι» Ελληνες φαίνεται να συμφωνούν και να συμβιβάζονται με την υφιστάμενη ευρωπαϊκή πραγματικότητα όταν απειλούνται με σταμάτημα του χαρτζιλικιού, αλλά μόλις οι «κακοί» γονείς γυρίζουν την πλάτη τούς βγάζουν γλώσσα και κάνουν του κεφαλιού τους. Η συμβολική ριζοσπαστικότητα που προσέλκυσε τα φώτα της δημοσιότητας άρχισε γρήγορα να απογυμνώνεται για να φανερωθεί η οικονομική απροσδιοριστία και η ανεξέλεγκτη υποκρισία που έκρυβε. Ο βασιλιάς, τελικά, ήταν αριστερός.