Από τις αρχές της δεκαετίας του 1950 ο Γκι Μπουρντέν συνυπήρξε με τον Χέλμουτ Νιούτον στις σελίδες της γαλλικής «Vogue». Είχε πάρει το χρίσμα από τους σουρεαλιστές του ’20-’30 και το μετέφερε στη φωτογραφία του, καθώς χρησιμοποιούσε το τοπίο και τα μέλη του ανθρώπινου σώματος στις συνθέσεις του τις οποίες γέμιζε με έντονο χρώμα. Είναι εκείνος που έφερε στις κομψές σελίδες των γαλλικών περιοδικών μόδας τον φετιχισμό, την αισθητικοποίηση του θανάτου και της βίας σαν εξαρτήματα σε φωτογραφίσεις ρούχων και αξεσουάρ.
Είχε αποκτήσει τη φήμη του δύστροπου επειδή δεν ξεπέρασε το οικογενειακό του τραύμα: η μητέρα του τον εγκατέλειψε όταν ήταν μικρός. Αλλοι προσθέτουν σε αυτήν την ιστορία ότι οι σκοτεινοί του δαίμονες προξενούσαν αυτό το μείγμα ζόφου και πόθου, μισογυνισμού και ερωτισμού που αποτυπώνεται στις φωτογραφίες του. Ιδιαίτερα εκείνες που δημιούργησε από τα μέσα των 70s έως το 1986 για τους καταλόγους και τις διαφημίσεις των παπουτσιών Charles Jourdan. Από αυτές τις σελίδες πρόβαλλαν μακριά γυναικεία πόδια (συνήθως γυμνά) που αναφέρονταν σε μια κατάσταση αδιόρατης απειλής ή ευαίσθητης ισορροπίας.
ΗΔΟΝΟΒΛΕΨΙΑ. Κατά τη συνήθειά του, ο Μπουρντέν δεν αποκάλυπτε στο σύνολό τους τα πρόσωπα των μοντέλων του για να δημιουργήσει μια δραματική ατμόσφαιρα εντείνοντας τις εικασίες κινδύνου. Με αποτέλεσμα να εθίζει τον θεατή στην ηδονοβλεψία και στον φετιχισμό των γυναικείων ψηλοτάκουνων παπουτσιών. Ο Μπουρντέν έδωσε τα στοιχεία ταυτότητας στην εικόνα της εποχής: έντονα χρώματα, μια γκάμα από ηλεκτρισμένο μπλε, πράσινο, φούξια και κόκκινο. Η επιθετική λάμψη του γυαλιστερού κόκκινου κραγιόν στα μισάνοιχτα χείλη των μοντέλων και το κόκκινο βερνίκι του μανικιούρ και πεντικιούρ τους δημιούργησαν το κλισέ του γκλάμορ ερωτισμού πουτότε συνόδευε το κάλεσμα σε σεξουαλικές παρεκτροπές . Τα γυναικεία κάτω άκρα, καμένα από το δυνατό φλας, κρύβονταν ή αποκαλύπτονταν μέσα από σατέν σεντόνια σε δωμάτια που η μοντέρνα διακόσμησή τους ακολουθούσε και τόνιζε την προσπάθεια του φωτογράφου να φτιάξει την εικόνα της ερωτικής γυναίκας του 20ού αιώνα.
Αυτή η ερωτικά φορτισμένη αισθητική που τότε δημιούργησαν ο Γκι Μπουρντέν και ο δημιουργικός ανταγωνιστής του Χέλμουτ Νιούτον σήμερα έχει ξεφτίσει σε παραδείγματα κιτς γκλάμορ.
Η αισθητική των εικόνων του δείχνει ότι η δεκαετία του ’70 δεν πρότεινε μόνο έναν τρόπο υπερβολικά ανέμελης ζωής. Το υπερπροβεβλημένο Φεστιβάλ Μουσικής στο Γούντστοκ άνοιξε τον δρόμο προς τη χαλαρή άνεση. Ομως το στυλ των χίπις είχε απέναντί του τη λάμψη της τελειομανίας που δημιουργούσε ο Γκι Μπουρντέν με τη σουρεαλιστική ματιά του πάνω στον αστικό περίγυρο.
ΦΑΝΤΑΣΙΩΣΕΙΣ. Ο κόσμος της μόδας έχει ελάχιστη σχέση με την απεικόνιση της πραγματικότητας. Οι εικόνες της μόδας σκοπεύουν στην αποσύνδεσή τους από τις διαστάσεις του πραγματικού, της απομάκρυνσής τους από τα όρια του απόλυτα αληθινού. Η μόδα είναι ένα πεδίο διευρυμένων φαντασιώσεων. Ενα περιβάλλον παραδοχής του μη υπαρκτού. Είναι ο κανονισμός λειτουργίας ενός συστήματος εικόνων που υπηρέτησε ο Μπουρντέν για να παρουσιάσει τις αλλαγές της μοντέρνας εποχής. Το μάθημά του εξακολουθεί να επηρεάζει τους σύγχρονους εικονοκλάστες.