Την περασμένη εβδομάδα οι Rolling Stones έπαιξαν στο Τελ Αβίβ. Πηγαίνοντας στο Ισραήλ έκαναν μια πολιτική πράξη.

Σε μια προσπάθεια να πείσουν τον Μικ Τζάγκερ, τον Κιθ Ρίτσαρντς και τους υπολοίπους να αναβάλουν τη συναυλία της 4ης Ιουνίου, ο Ρότζερ Γουότερς και ο Νικ Μέισον, ιδρυτικά μέλη των Pink Floyd, έκαναν λόγο για ισραηλινό «απαρτχάιντ». «Μια συναυλία τώρα στο Ισραήλ είναι το ηθικό ισοδύναμο μιας συναυλίας στο Σαν Σίτι στο απόγειο του νοτιοαφρικανικού απαρτχάιντ» έγραψαν σε δημόσια επιστολή τους.

Ο Γουότερς χαρακτηρίζει το Ισραήλ καθεστώς «ρατσιστικού απαρτχάιντ». Αρκετές φορές επίσης έχει συγκρίνει τους Παλαιστινίους με τους Εβραίους στη ναζιστική Γερμανία. «Δεν πρόκειται για καινούργια ιστορία» είχε δηλώσει στο περιοδικό «Counterpunch» πέρυσι, υπαινισσόμενος το Βερολίνο μετά το 1933. «Με τη μόνη διαφορά», είχε σημειώσει, «ότι αυτή τη φορά δολοφονείται ο παλαιστινιακός λαός».

Ορθώς ο Τζάγκερ αποφάσισε να παίξει στο Τελ Αβίβ, αν μη τι άλλο ως ένδειξη ισχυρής διαμαρτυρίας ενάντια σε τέτοιου είδους κατηγορίες από τους «συνετούς» της Ευρώπης. Οι Εβραίοι υπέστησαν συστηματική εξόντωση από τους Ναζί την περίοδο στην οποία αναφέρεται ο Γουότερς. Στο Ισραήλ δεν υπάρχει ανάλογη περίοδος. Επίσης, ορθώς ο Τζάγκερ αποφάσισε να παίξει στο Τελ Αβίβ για να αποδείξει ότι υπάρχει κάτι πολύ χειρότερο από την πνευματική προχειρότητα: ένα είδος ηθικής συκοφαντίας.

Η ανακριβής αναλογία με το απαρτχάιντ κερδίζει έδαφος, γιατί «το τείχος του απαρτχάιντ», «οι δρόμοι του απαρτχάιντ», οι κατεδαφίσεις σπιτιών και η δήμευση γης στη Δυτική Οχθη –όπως επίσης η αδιάκοπη επέκταση εκεί των ισραηλινών οικισμών –αναδεικνύουν μια αδιάψευστη ιστορία καταπίεσης.

Παρ’ όλ’ αυτά, οι Παλαιστίνιοι, οι οποίοι είναι ισραηλινοί πολίτες, περίπου το 20% του πληθυσμού, έχουν δικαιώματα που θα ήταν αδιανόητα στη Νότια Αφρική του απαρτχάιντ (και σπάνια για τις μειονότητες της Μέσης Ανατολής), έστω και αν διακρίσεις και προκαταλήψεις υφίστανται. Αντιπροσωπεύονται στην Κνεσέτ και η αραβική Δικαιοσύνη υπάγεται στο Ανώτατο Δικαστήριο. Ακόμη και στην κατεχόμενη Δυτική Οχθη, όπου οι Παλαιστίνιοι δεν είναι ισραηλινοί πολίτες και οι ταπεινώσεις είναι συνεχείς, η συστηματική βαρβαρότητα του απαρτχάιντ δεν είναι η ουσία της καθημερινής ζωής.

Στη δημόσια επιστολή τους, οι Γούτερς και Μέισον, προκειμένου να παρακινήσουν τους Stones να ακυρώσουν τη συναυλία, ανέφεραν την υποστήριξή τους στο κίνημα Μποϊκοτάζ, Εκποίηση και Κυρώσεις (Boycott, Divestement and Sanctions). Ο δεδηλωμένος στόχος του κινήματος BDS είναι στην πραγματικότητα ο τερματισμός της κατοχής, η αναγνώριση των δικαιωμάτων των αραβοπαλαιστίνιων πολιτών του Ισραήλ για πλήρη ισότητα και ο αγώνας για το δικαίωμα επιστροφής όλων των παλαιστίνιων προσφύγων. Ο πρώτος στόχος είναι ουσιαστικής σημασίας για το μέλλον του Ισραήλ. Ο δεύτερος είναι αξιέπαινος. Ο τρίτος, σε συνδυασμό με τον δεύτερο, ισοδυναμεί με το τέλος του Ισραήλ ως εβραϊκού κράτους. Αυτή είναι η κρυφή ατζέντα του BDS, τα απαράδεκτα τεχνάσματά του και ο λόγος που δεν το εμπιστεύομαι.

Το BDS μπορεί πολύ εύκολα να «επιταχθεί» από αντισημίτες που εμφανίζονται ως αντισιωνιστές, οι οποίοι διοχετεύουν το αίτημα για ειρήνη σε μια κατεύθυνση η οποία τελικά καταδικάζει το Ισραήλ ως εθνική πατρίδα των Εβραίων.

Ανάμεσα στους αμερικανούς αντιπάλους του BDS περιλαμβάνεται και η J Street, η εβραϊκή οργάνωση που υποστηρίζει το Ισραήλ, στηρίζει μια λύση δύο κρατών, αντιτίθεται τους οικισμούς και προσπαθεί να διεκδικήσει εκ νέου τις προοδευτικές ιδέες του σιωνισμού υποστηρίζοντας ότι η συστηματική καταπίεση των Παλαιστινίων υπονομεύει το Ισραήλ.

Ο αντικειμενικός σκοπός του σιωνισμού δεν είναι μόνο η δημιουργία μιας εβραϊκής πατρίδας, αλλά και ενός κράτους δικαίου. Αυτό μπορεί να είναι το Ισραήλ μόνο όταν πάψει η παράνομη επιχείρηση πέρα από την Πράσινη Γραμμή. Η εβραϊκή οργάνωση J Street αντιλαμβάνεται αυτήν την πραγματικότητα.

Οι Stones το είπαν απλά στη συναυλία τους: «Satisfaction», «Paint it Black», «Start me up». Αυτό που χρειάζεται στους Αγίους Τόπους είναι επίσης απλό: δύο κράτη για δύο λαούς και όχι άλλα ψέματα.

Η διχόνοια ήταν ανέκαθεν ένας εβραϊκός κανόνας. Υπάρχουν όμως κι εκείνοι, οι πραγματικοί Εβραίοι, που αρνούνται να συμπλεχθούνμε την κακοφωνία και τα αίτιά της

Λίον Βίζελταϊερ, αμερικανός συγγραφέας, φιλόσοφος και αρχισυντάκτης του περιοδικού «The New Republic»