δήμαρχος. Αν θέλεις να εκλεγείς, δεν αρκεί να είσαι υποψήφιος. Πρέπει να συνομιλείς και με τα συναισθήματα των δημοτών και υποψήφιων ψηφοφόρων σου. Πάνω απ’ όλα με τον φόβο τους, που είναι ως γνωστόν, σύμφωνα με τον Τόμας Χομπς, «το ισχυρότερο συναίσθημα». Επομένως, όλοι οι δρόμοι οδηγούν στο δημοψήφισμα (βλ. λήμμα).

δημοψήφισμα. Προκύπτει ως αναγκαιότητα εκεί όπου ο φόβος ενός υποψήφιου δημάρχου (ότι δεν θα εκλεγεί) συναντά τον φόβο του υποψήφιου ψηφοφόρου (π.χ. ότι θα φτιαχτεί τζαμί ή χωματερή στη γειτονιά του). Οι δύο φόβοι λειτουργούν συμπληρωματικά και ορίζουν τη διαλεκτική της δημοκρατίας. Η δημοκρατία είναι πολίτευμα για ανθρώπους, όχι για υπερανθρώπους. Κατά τούτο, η ελεύθερη έκφραση του φόβου είναι ακρογωνιαίος λίθος του δημοκρατικού συμβολαίου. Αυτό σημαίνει είμαστε δημοκράτες: ενώνουμε τους φόβους μας. Πρέπει να σημειωθεί ότι το ίδιο συνέβαινε και επί άμεσης δημοκρατίας, στην οποία, υποτίθεται, βρίσκεται πιο κοντά –με σημερινούς όρους –το δημοψήφισμα.

διάχυση. Σε αντίθεση με το συμφέρον που αποκρυσταλλώνεται, κύριο γνώρισμα του φόβου είναι ότι διαχέεται. Γι’ αυτό το να ψηφίσει κάποιος εναντίον των συμφερόντων του είναι πιο πιθανό από το να ψηφίσει ενάντια στους φόβους του. Το συμφέρον έχει κάτι το ανάγλυφο που ενθαρρύνει το καθαρό «όχι» και το αντίστοιχο «ναι» ακόμη και αν διατυπώνεται παρά την κυρίαρχη λογική, εννοείται της ιδιοτέλειας. Αντίθετα, ο φόβος χαρακτηρίζεται από τη ρευστότητα που επικαλύπτει τα αντικείμενά του και τα τυλίγει με μια αίσθηση (απειλή;) εξάτμισης. Εξού ο φόβος είναι σε μεγάλο βαθμό υπόθεση σκηνικού, προϊόν ενός περιβάλλοντος.

έξοδος. Εννοια πολυσήμαντη. Είτε σχετίζεται με το Μεσολόγγι είτε αναφέρεται στις χρηματαγορές είτε καλύπτει τη ρήξη ενός δεσμού, η έξοδος, ως όρος, συνδέεται με την επική διάσταση της ανθρώπινης ύπαρξης. Οσες εξόδους καλείται να επιχειρήσει ένας άνθρωπος στη διάρκεια της ζωής του τόσες αναγεννήσεις ενδέχεται να δοκιμάσει.

πίστη. Νοείται ως συνομιλία με την τάξη του υπερβατικού. Ομως μια δήλωση όπως «είμαι, ήμουν και θα είμαι Νέα Δημοκρατία» τι μπορεί να σημαίνει; Οτι αυτός που την κάνει θα είναι Νέα Δημοκρατία ακόμη και όταν το συγκεκριμένο κόμμα (λέμε τώρα!) πάψει να υπάρχει; Ιδού πώς εκθέτει η πίστη τον πιστό όταν διοχετεύεται σε ένα ενδοκοσμικό και άρα φθαρτό αντικείμενο.

ποδόσφαιρο. Προοδεύει (βλ. παρακάτω). Ηδη αναμένονται ξένοι αρχιδιαιτητές για να ρυθμίσουν τα της ελληνικής διαιτησίας. Βεβαίως, ξένοι κοινοί διαιτητές είχαν εμφανιστεί στα χώματά μας και κατά τη δεκαετία του ’60 σύμφωνα με τις προσωπικές αναμνήσεις του γράφοντος. Από τότε, όμως, άλλαξαν τα πράγματα και η Ελλάδα περιήλθε αποκλειστικά στους Ελληνες. Τι συμβαίνει; Το πιθανότερο είναι ότι πρόκειται για παρενέργειες του ολέθριου Μνημονίου. Εθιστήκαμε τέσσερα χρόνια στους Τόμσεν, Φούχτελ και Ράιχενμπαχ, οπότε δεν μας κακοφαίνεται η έλευση κάποιων Λεκμπέλο και Κολίνα.

πρόοδος. Μέγα βήμα προόδου αναμένεται να αποτελέσει ο προσδιορισμός των παικτών που συμμετέχουν σε έναν αγώνα.Ο διαιτητής, φέρ’ ειπείν, συμμετέχει. Λογίζεται όμως παίκτης; Το ίδιο και ο πρόεδρος, πόσω μάλλον η προεδράρα. Αυτά είναι σοβαρά πράγματα. Φαίνεται ότι τα ξεχάσαμε μέσα σε τριάντα χρόνια αμιγούς ελληνικότητας του επαγγελματικού μας ποδοσφαίρου. Γι’ αυτό είναι συγκινητική η επιστροφή στις πηγές που επιχειρούν οι αρμόδιοι –ΕΠΟ και Σούπερ Λίγκα.

τομή. Θα είναι κατά πάσα βεβαιότητα ο χαρακτηρισμός του διαιτητή ως παίκτη που δεν εντάσσεται σε καμία ομάδα, αλλά αποτελεί μια ομάδα μόνος του. Η άποψη αυτή προσκρούει σε μια άλλη, που στηρίζεται στη θεωρία του «ποσοστιαίου παίκτη», δηλαδή π.χ. 70% παίκτης του γηπεδούχου και 30% του φιλοξενούμενου. Σ’ αυτήν την περίπτωση συζητείται η πιθανότητα να χαρακτηριστεί ο διαιτητής «ποσοστιαίος πλην πλήρης», που σημαίνει ότι εκτός από τα σφυρίγματά του θα εκτελεί καθήκοντα κανονικού ποδοσφαιριστή: θα κάνει σουτ, θα χτυπά κόρνερ, θα σημειώνει πέναλτι υπέρ του εαυτού του και άλλα πολλά που εμμέσως μπορεί να τα κάνει και τώρα, βαλλόμενος όμως και λοιδορούμενος. Τότε θα τα κάνει με τη βούλα, αφού θα έχουν πλέον θεσμοθετηθεί.