Τον νόμο για την ευθανασία των ανηλίκων που υπερψηφίστηκε προχθές από το βελγικό Κοινοβούλιο πρέπει να τον συνέταξε κάποιος καλός θεός. Γιατί μόνο ένας καλός θεός θα αναγνώριζε το δικαίωμα σε έναν άνθρωπο, ανεξάρτητα από την ηλικία του, να εγκαταλείψει τη ζωή όταν ο πόνος που του προκαλεί μια αθεράπευτη ασθένεια είναι ανυπόφορος. Αυτές οι δύο προϋποθέσεις –ο αβάσταχτος πόνος και η απουσία ελπίδας –κάνουν την αντίθεση της Εκκλησίας στην επέκταση του δικαιώματος στα παιδιά εντελώς ακατανόητη. Η οδύνη στην ανήλικη ζωή δεν μπορεί να συνδεθεί ούτε με την αμαρτία ούτε με τη δοκιμασία. Η ίδια η Εκκλησία δέχεται ότι τα παιδιά δεν έχουν προλάβει να αμαρτήσουν –επομένως δεν τίθεται θέμα τιμωρίας όπως θα μπορούσε να υποθέσει κανείς για κάποιον ενήλικο. Επειτα, κανένας θεός καμίας θρησκείας δεν θα δοκίμαζε την υπομονή και την πίστη ενός παιδιού σαν να ήταν ένας ανήλικος Ιώβ.

Ο Αντριάνο Σόφρι παρατηρεί στη Ρεπούμπλικα ότι ο νόμος δεν θα έχει παρά ελάχιστη πρακτική αξία. Στην Ολλανδία, όπου το δικαίωμα στην ευθανασία αναγνωρίζεται από την ηλικία των 12 ετών από το 2002, έχουν κάνει χρήση του δικαιώματος μόλις πέντε ανήλικοι, ενώ ο αριθμός των ενηλίκων που καταφεύγουν σε αυτήν τη λύση κυμαίνεται κάθε χρόνο από δύο έως τέσσερις χιλιάδες. Στο Βέλγιο, μόνο ένας ενήλικος κάτω των είκοσι χρόνων ζήτησε να αφήσει την τελευταία του πνοή με αυτόν τον τρόπο τα τελευταία οκτώ χρόνια. Ο συμβολισμός, όμως, είναι τεράστιος. Στον κόσμο των ανθρώπων, τα παιδιά είναι τα πιο απροστάτευτα πλάσματα. Η αναγνώριση του δικαιώματος στην ευθανασία δεν είναι μόνο μια πράξη φιλευσπλαγχνίας που θα ενέκριναν όλοι οι θεοί από συστάσεως των θρησκειών. Είναι ένα δώρο που επιτρέπει σε ένα παιδί να μη φύγει από τη ζωή με την αίσθηση της ήττας, αλλά γενναία, με αξιοπρέπεια κι –ενδεχομένως –χωρίς τον φόβο του θανάτου.

Στο προχθεσινό της φύλλο, η Μοντ φιλοξένησε μια συζήτηση δύο φιλοσόφων για το θέμα της ευθανασίας. Ο Αντρέ Κοντ-Σπονβίλ υποστήριξε ότι το δικαίωμα στη ζωή εμπεριέχει το δικαίωμα στον θάνατο, η Κορίν Πελισόν δήλωσε κάθετα αντίθετη στην ευθανασία χωρίς τη συγκατάθεση του πάσχοντος αλλά και στην υποβοηθούμενη αυτοκτονία. Ο Αντριάνο Σόφρι ελπίζει να ανοίξει σύντομα η συζήτηση και στην Ιταλία. Πρέπει να ανοίξει και στην Ελλάδα. Οχι, όμως, στα τηλεπαράθυρα με χαβαλέδες και υστερικούς παρουσιαστές που θα τσιγκλάνε φανατικούς κληρικούς και ανένδοτους θρήσκους. Η συζήτηση απαιτεί ψυχραιμία, σύνεση και ενσυναίσθηση. Γιατί όσο δεν μας αφορά προσωπικά, θα είναι μια συζήτηση για τον αβάσταχτο πόνο των άλλων.