Μπορούμε να γελάμε με τα πάντα; Το ερώτημα θέτει στη Λιμπερασιόν ο Ολιβιέ Μονζέν με αφορμή την υπόθεση της αντισημιτικής σάτιρας του κωμικού Ντιεντονέ. Ο γάλλος συγγραφέας και δοκιμιογράφος έχει υπογράψει επίσης το βιβλίο «Με τι γελάμε; Η κοινωνία μας και οι κωμικοί της» (εκδ. Pluriel Hachette). Η προσέγγιση του Μονζέν και τα ερωτήματα που θέτει στους αναγνώστες του έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για δύο λόγους. Πρώτον, μας υπενθυμίζουν ότι όρια στη σάτιρα υπάρχουν. Και δεύτερον, ότι τα θέτουμε εμείς οι ίδιοι. Το γέλιο μας καθορίζει τα όρια αλλά και την ποιότητα της σάτιρας. Εμείς καλούμαστε να επιλέξουμε ανάμεσα στη χοντροκομμένη πλάκα και το υποδόριο χιούμορ, ανάμεσα στο σχόλιο που προσβάλλει και την ατάκα που εκθέτει.

Μπορούμε να συμφωνούμε με τους πάντες; Το ερώτημα ανέκυψε από την περφόρμανς του Νάιτζελ Φάρατζ στο Ευρωκοινοβούλιο την περασμένη εβδομάδα. Από μια άποψη, στον δημόσιο διάλογο τα πράγματα είναι ελαφρώς διαφορετικά από τη σάτιρα. Σημασία δεν έχει μόνο τι λέει κάποιος αλλά και ποιος είναι αυτός που το λέει. Είναι κάτι που μας υπενθυμίζει εμμέσως η Ελενα Σμιθ, ανταποκρίτρια της Γκάρντιαν στην Ελλάδα, ενημερώνοντας τους αναγνώστες της εφημερίδας της για το γεγονός ότι ο Φάρατζ χαιρετίστηκε σαν ήρωας από τους Ελληνες μετά την επίθεση που εξαπέλυσε στον έλληνα Πρωθυπουργό. Για τους υμνητές του Φάρατζ ελάχιστη σημασία είχε το γεγονός ότι πρόκειται για ένα αστείο πρόσωπο που επαγγέλλεται τη διάλυση της Ευρώπης. Οι ακροδεξιές του κορόνες, η άποψή του ότι η υπερθέρμανση του πλανήτη είναι ένας μύθος και οι εθνικιστικές του θέσεις αγνοήθηκαν εντελώς και από πολλούς. Οπως σημειώνει η Ελενα Σμιθ στην ανταπόκρισή της από την Αθήνα, οι έλληνες υμνητές του βρετανού πολιτικού προέρχονταν από ολόκληρο το πολιτικό φάσμα.

Το ερώτημα παραμένει βασανιστικά επίκαιρο μετά το χθεσινό μανιφέστο ανέξοδης μαγκιάς του Χριστόδουλου Ξηρού. Μπορούμε να συμφωνήσουμε με έναν άνθρωπο ο οποίος βαρύνεται με μια σειρά από δολοφονίες μόνο και μόνο επειδή διαβάζει σε ένα χαρτί ότι η Γερμανία είναι το Δ’ Ράιχ, ότι το δημόσιο χρέος πρέπει να διαγραφεί και ότι το Μνημόνιο πρέπει να πεταχτεί στα σκουπίδια; Αν η απάντηση είναι θετική σημαίνει ότι η ελληνική κοινωνία δίνει σχετική αξία στην ανθρώπινη ζωή (αρκεί να είναι η ζωή των άλλων). Σημαίνει επίσης ότι δεν έχει λύσει τους λογαριασμούς της με την τρομοκρατία και ότι –ακόμη χειρότερα –είναι διατεθειμένη να υπνωτιστεί από κάποιον που δηλώνει τιμωρός με φόντο το πορτρέτο του Τσε Γκεβάρα, του Βελουχιώτη, του Καραϊσκάκη και του Κολοκοτρώνη.

Αν συμβαίνει κάτι τέτοιο, τότε τα πράγματα δεν είναι καθόλου για γέλια. Είναι για κλάματα.