Από το 2014 και μετά το τέλος του τρέχοντος Μνημονίου, η Ελλάδα θα βρεθεί σε μια διαφορετική Ευρώπη όπου τα τελευταία τρία χρόνια άλλαξε η οικονομική διακυβέρνηση: δημιουργήθηκαν νέοι μηχανισμοί βοήθειας και δανειακής συνδρομής, και έγινε αυστηρότερη η «αμοιβαία εποπτεία». Αυτό το σύστημα «αλληλεγγύης με όρους και αμοιβαία εποπτεία» περιέχει περιορισμούς και δίνει ευκαιρίες. Θα το βρει η Ελλάδα μπροστά της μετά το τέλος του Μνημονίου.

Ομως, η δημόσια συζήτηση στη χώρα επικεντρώθηκε στους περιορισμούς. Αυτοί όντως αμφισβητούνται από οικονομική άποψη και επιπλέον θέτουν ζητήματα δημοκρατικής νομιμοποίησης, πράγμα που γίνεται αμέσως φανερό στον προβλεπόμενο προληπτικό έλεγχο των εθνικών λογαριασμών από την Επιτροπή. Μάλιστα, για πολλούς (συμπεριλαμβανομένων του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου) συνεπάγονται υπερβολική λιτότητα και δεν λύνουν τα προβλήματα χρέους. Η άλλη πλευρά είναι ότι η νέα διακυβέρνηση αφήνει σημαντικά περιθώρια και δίνει κίνητρα για καλή πολιτική, ενώ δίνει και ευκαιρίες για αναπτυξιακές πρωτοβουλίες. Δεν είναι κατάλληλος χρόνος να μιλήσουμε για αυτές με την έναρξη του νέου έτους; Η «θετική σκέψη»ανοίγει ορίζοντες.

Κατ’ αρχάς, λοιπόν, η πολιτική μας μπορεί να βελτιωθεί εντός του όντως περιοριστικού πλαισίου της ΕΕ. Επικρατεί πλέον η άποψη ότι επενδύσεις, εκλογικευμένη ρύθμιση και εξωστρέφεια θα πρέπει να αποτελούν τους κύριους άξονες της αναπτυξιακής πολιτικής. Αντίθετα προς ό,τι πιστεύεται από πολλούς, οι νέοι κανόνες στην Ευρώπη δεν εμποδίζουν κυβέρνηση και πολιτικό σύστημα να θέσουν νέες προτεραιότητες στις επενδύσεις του κράτους, να αξιοποιήσουν τα περιθώρια διμερών συνεργασιών (π.χ. με τη Γερμανία για την περιβαλλοντική πολιτική), να ενισχύσουν κατά προτεραιότητα εξωστρεφείς επιχειρήσεις και να αξιοποιήσουν την τεχνική βοήθεια εφαρμόζοντας π.χ. πολλές προτάσεις του ΟΟΣΑ για τον εκσυγχρονισμό των ρυθμίσεων της αγοράς.

Επιπλέον το σύστημα της ΕΕ προσφέρει και ευκαιρίες για την αναδιάρθρωση της παραγωγικής βάσης της χώρας, τη βελτίωση των υποδομών, τη χρηματοδότηση εξωστρεφών ΜΜΕ και τη σταθεροποίηση του τραπεζικού συστήματος μέσω της ΕΚΤ. Τα διαρθρωτικά ταμεία με βάση τα ΣΕΣ 2014-2020 θα διοχετεύουν πόρους σε σειρά ολόκληρη τομέων επί τη βάσει των νέων προτεραιοτήτων τους και με όρους γενικότερης οικονομικής πολιτικής. Στα προηγούμενα πρέπει να προστεθούν οι εισροές πόρων στο πλαίσιο της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής. Οι έλληνες αγρότες λαμβάνουν την πέμπτη μεγαλύτερη επιδότηση ανά στρέμμα στην Ευρωπαϊκή Ενωση.

Tο πρόσφατο Σύμφωνο για την Ανάπτυξη και την Απασχόληση (Compact for Growth and Jobs) προβλέπει τη δυνατότητα «μόχλευσης» των διαρθρωτικών κονδυλίων με τη συνδρομή της ΕΤΕπ ώστε να αυξηθούν οι διαθέσιμοι για τους αντίστοιχους στόχους πόροι, αύξηση των κεφαλαίων της ΕΤΕπ και την έκδοση από αυτήν ομολόγων έργου (project bonds) για τη χρηματοδότηση επενδύσεων στις υποδομές. Τα παραπάνω, βέβαια, πάλι με όρους: τα κράτη-μέλη θα πρέπει να εφαρμόζουν πολιτικές εξάλειψης των ανισορροπιών, να ανοίξουν τις αγορές δικτύου στον ανταγωνισμό, να εκσυγχρονίσουν τη Δημόσια Διοίκηση, να αντιμετωπίσουν τις καθυστερήσεις στην απονομή δικαιοσύνης κ.ά. Η χώρα δεν θα μπορεί να αξιοποιεί τις υπάρχουσες και τις υπό εκκόλαψη δυνατότητες για δάνεια και βοήθεια αν αρνηθεί να ανταποκριθεί στους κανόνες και στις διαδικασίες της νέας οικονομικής διακυβέρνησης, και αν, σε ακραία περίπτωση, αποφασίσει μονομερώς διακοπή της εξυπηρέτησης του χρέους.

Τέλος, δεν πρέπει να υποτιμηθεί η κινητικότητα στο ζήτημα του χρέους. Τα κράτη-μέλη έχουν δεσμευθεί από τον Νοέμβριο του 2012 να συμβάλουν στη λύση του προβλήματος του ελληνικού χρέους υπό τον όρο ότι η Ελλάδα εκπληρώνει μια σειρά προϋποθέσεων –εφαρμόζει συγκεκριμένες μεταρρυθμίσεις και επιτυγχάνει πρωτογενή πλεονάσματα. Το θέμα θα εξετασθεί προφανώς το β’ εξάμηνο του 2014, μετά την ολοκλήρωση του τρέχοντος προγράμματος προσαρμογής –Μνημονίου.

Τα προηγούμενα δεν συγκροτούν έναν πλήρη κατάλογο πιθανών ωφελειών της χώρας, αλλά δείχνουν ότι στην ΕΕ η αλληλεγγύη συνδέεται με ευκαιρίες και όχι μόνο με ασφυκτικούς κανόνες. Μπορεί κανείς να υποστηρίξει ότι η αλληλεγγύη είναι μίζερη μπροστά στα οφέλη των πιο ισχυρών οικονομιών από την εσωτερική αγορά και το ευρώ και ότι η κατασκευή της ΟΝΕ είναι ελαττωματική. Αλλά η Ενωση εξελίσσεται και, με τα σημερινά δεδομένα της χώρας, οι ευκαιρίες αυτές δεν πρέπει να υποτιμηθούν, ούτε χρειάζονται οι ασκήσεις ανεδαφικότητας στις οποίες ειδικεύονται μερικές συνιστώσες του ΣΥΡΙΖΑ. Αλλωστε, όπως αναγνωρίζει πλέον ο ηγετικός του πυρήνας, η επιστροφή στη δραχμή θα ήταν καταστροφή.

Ο Πάνος Καζάκος είναι ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών