αιθαλομίχλη. Η αδιαμφισβήτητη πρωταγωνίστρια και των φετινών Χριστουγέννων. Απλώς, επειδή ο άνθρωπος ρέπει στη λησμονιά και την αμνησία, ξεχνάμε τι έγινε πέρυσι. Φέτος, όμως, το όλο σκηνικό ευνοεί την επικοινωνιακή πριμοδότηση του φαινομένου, το οποίο είναι πολύ πιο σύνθετο απ’ ό,τι εκ πρώτης όψεως νομίζουμε, καθώς άπτεται των μεταφυσικών εννοιών (για έναν λαό ακινητοπαθών ιδιοκτητών) που είναι η ατμόσφαιρα και το περιβάλλον. Πολύ σχηματικά, έχουμε μια λογική αλληλουχία τρόμου όπου η απειλή του πλειστηριασμού και της κατάσχεσης, αφενός, και η πραγματικότητα των φόρων και του κομμένου ηλεκτρικού, αφετέρου, δημιουργούν ένα εκρηκτικό μείγμα, ανάλογο της αιθαλομίχλης, που εξουδετερώνει τη ζωή των αισθήσεων και δεν σ’ αφήνει, αν μη τι άλλο, να μυρίσεις την αιθαλομίχλη. Οσο για την εικόνα της, αυτή περιβάλλεται την εξωτική μαγεία του φωτογραφικού ή τηλεοπτικού πλάνου και μετατρέπεται από ενσάρκωση της δυστοπίας σε καλαίσθητο θέαμα. Η κατάσταση παραπέμπει στο νερώνειο σύνδρομο, με μια ολόκληρη κοινωνία στον ρόλο του ρωμαίου αυτοκράτορα να απολαμβάνει αισθητικά την ίδια της την καταστροφή, το «έργο των χειρών» της.

ατμόσφαιρα. Το κακό μ’ αυτήν είναι ότι δεν νοείται ιδιόκτητη. Μόνο ο Μέτων ο γεωμέτρης στους «Ορνιθες» του Αριστοφάνη κατέφθανε στη Νεφελοκοκκυγία με την ευγενή φιλοδοξία να μοιράσει τον αέρα και να τον χωρίσει σε οικόπεδα. Γνωρίζοντας ότι, ακόμη και στους ουρανούς της ουτοπίας, οι άνθρωποι δεν αλλάζουν και ότι θα διεκδικούν πάντα το μερίδιο βεβαιότητας που αντιστοιχεί στο γεγονός της ιδιοκτησίας, εμφανίστηκε μπροστά τους προτείνοντας την απαλλοτρίωση των αιθέρων υπέρ αυτών, των νεοφερμένων εποίκων των αιθέρων. Βεβαίως, ο Αριστοφάνης, γενικά, κρατούσε μικρό καλάθι για τη λεγόμενη «ανθρώπινη φύση», οπότε για να αναπτύξει το σχέδιο της ουτοπίας του χρειαζόταν να ξεδιπλώσει στο έπακρο την αυτοσαρκαστική του δεινότητα, αλλά και σήμερα τι αισθάνεται κανείς διαβάζοντας τις ανακοινώσεις ή βλέποντας τις κινητοποιήσεις των Οικολόγων για την αιθαλομίχλη; Απλούστατα, τίποτα διότι δεν υπάρχουν.

κληρονόμος. Είναι χίλιες φορές προτιμότερο από το να είσαι γενάρχης. Η ιστορία του καπιταλισμού το επιβεβαιώνει. Οχι μόνο στο καθαυτό οικονομικό πεδίο. Η συνθήκη αφορά όλες τις μορφές συσσώρευσης του κεφαλαίου. Υπό την έννοια αυτή, τι συμφέρει περισσότερο; Να είσαι ο ίδιος ο Μαρξ ή μαρξιστής; Ο Μαρξ που οίκτιρε τον εαυτό του γιατί πάτησε τα πενήντα και παρέμενε ακόμα φτωχαδάκι ή ο πανεπιστημιακός καθηγητής μαρξιστικής υπηκοότητος που έχει λύσει το πρόβλημά του από τα γεννοφάσκια του; Το ερώτημα αφορά όλους τους γενάρχες -θεμελιωτές θεωριών και πολιτικών δυναστειών αλλά και τους επιγόνους, μαθητές, διαδόχους τους. Η υπεροχή του κληρονόμου φαντάζει εξασφαλισμένη. Αυτό, όμως, προϋποθέτει μια ευθύγραμμη ή ανιούσα πορεία μέσα στο συνεχές της ιστορίας. Γι’ αυτό κάποια στιγμή μπορεί να εμφανιστεί το πρόβλημα (βλ. λήμμα.)

πρόβλημα. Κάποτε το ιστορικό συνεχές διακόπτεται λόγω ενός συμβάντος (π.χ. χρεοκοπία ή καταστροφή.) Τότε εμφανίζεται ένα κενό, προκύπτει μια ασυνέχεια, εξού η τεράστια αμηχανία των κληρονόμων. Σε αντίθεση με τον γενάρχη, ο τελευταίος παραμένει πάντα κληρονόμος. Αντίθετα, ο γενάρχης δεν ήξερε ότι θα αποβεί γενάρχης. Υπήρξε πάντα ένας αγωνιστής. Ο ίλιγγος των κληρονόμων έχει να κάνει με ένα αίσθημα που συνδέεται με τον φόβο της ακύρωσης της κληρονομιάς. Τελικά, αυτό συμβαίνει κατά κανόνα με όσους κληρονομούν τους καρπούς της δημιουργικής δραστηριότητας ενός τρίτου. Οταν δεν κληρονομούν μαζί και το πνεύμα του αγωνιστή, κινδυνεύουν να ζουν σαν βάρος ένα προνόμιο. Βλέπουν, όπως λέει ο Εμερσον, σαν κατάρα κάτι που για τον γενάρχη ήταν πηγή άφατης χαράς.

προσωπικό. Μεγάλο μέρος του πολιτικού προσωπικού της χώρας κατατρύχεται από το σύνδρομο αυτό, της ακυρωμένης κληρονομιάς. Εχοντας περάσει τη ζωή του μέσα στους σωλήνες των κομμάτων και μέσα στην ασφάλεια που χαρίζουν τα «έτοιμα», αδυνατεί να αρθεί στο ύψος αυτού που του (μας) συμβαίνει. Εχοντας αποσυνδεθεί από την έννοια του αγώνα, δεν μπορεί να εμπνεύσει κανέναν αγώνα. Μην έχοντας να μοιράσει λεφτά, νομίζει πως δεν έχει τίποτε να μοιράσει και να μοιραστεί. Η ατροφία της τραγικής αίσθησης της ζωής απαξιώνει τις κληρονομιές περισσότερο απ’ ό,τι οι αντικειμενικές συνθήκες. Μέσα σ’ αυτό το σκηνικό αποκτούν άλλο νόημα οι ευχές προς όλους, φίλοι αναγνώστες: ευτυχισμένο το 2014!