Στη μεταπολιτευτική Ελλάδα, το όνειρο σχεδόν κάθε οικογένειας ήταν η εισαγωγή των παιδιών της στο πανεπιστήμιο και πολλές φορές η μετέπειτα πρόσληψη στον δημόσιο τομέα. Αυτή η νοοτροπία απαξίωσε στην πράξη τόσο την τεχνική επαγγελματική εκπαίδευση όσο και τον τεχνολογικό τομέα της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης και στέρησε τη χώρα μας από τεχνικό δυναμικό με δεξιότητες.

Δεν μπορούμε όμως να συνεχίσουμε να «παράγουμε» άνεργους πτυχιούχους, τη στιγμή που επαγγελματικοί κλάδοι ζητούν σήμερα επιτακτικά ανθρώπινο δυναμικό ή αναμένεται να ζητήσουν στα επόμενα χρόνια, στα χρόνια της ανάκαμψης.

Γι’ αυτό τον λόγο, με το σχέδιο «Αθηνά» προχωρήσαμε στον εξορθολογισμό και στην αναβάθμιση των Τεχνολογικών Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων, καθώς περιορίσαμε με συγχωνεύσεις όλα τα άσχετα με την Τριτοβάθμια Τεχνολογική Εκπαίδευση αντικείμενα ώστε οι σπουδές να εφάπτονται με τις ανάγκες της αγοράς εργασίας και τις προτεραιότητες της εθνικής και περιφερειακής ανάπτυξης. Γι’ αυτό τον λόγο συνδέσαμε τον ακαδημαϊκό χάρτη της χώρας με τον αναπτυξιακό ώστε κλάδοι αιχμής για την Ελλάδα (logistics, ιχθυοκαλλιέργειες, αγροτική ανάπτυξη, τεχνολογία τροφίμων, διοίκηση επιχειρήσεων, ενέργεια κ.ά.) να αποκτήσουν ικανούς τεχνολόγους, ώστε εκπαίδευση και ανάπτυξη να συναντώνται και να ανατροφοδοτούνται.

Γι’ αυτό δημιουργήσαμε ένα νέο και καινοτόμο Επαγγελματικό Λύκειο με 26 ειδικότητες, στο οποίο εφαρμόζεται καθολικά για όλους τους μαθητές ο θεσμός της μαθητείας, δηλαδή της πρακτικής άσκησης στην επιχείρηση. Για έναν ολόκληρο χρόνο.

Το νέο ΕΠΑΛ καλείται να αποτελέσει μια εναλλακτική εκπαιδευτική διαδρομή του δεύτερου κύκλου της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης για όσους μαθητές επιθυμούν έναν διαφορετικό τύπο σχολείου, στο οποίο θα μπορούν να αναπτύξουν τις ιδιαίτερες κλίσεις και δεξιότητές τους. Ενα σχολείο το οποίο διασφαλίζει στον απόφοιτό του ευρύτερη μόρφωση και γενική παιδεία αλλά και βασικές δεξιότητες.

Με αυτό τον τρόπο τροφοδοτούμε την ανάπτυξη, αφού παρέχουμε στην ελληνική αγορά εργασίας εκπαιδευμένο ανθρώπινο δυναμικό και στον πρωτογενή και στον δευτερογενή τομέα της παραγωγής. Με τον θεσμό της Μαθητείας συνδέουμε τους νέους εργαζόμενους με τις ελληνικές επιχειρήσεις, εξασφαλίζοντας επιμίσθιο και τις ασφαλιστικές εισφορές τους.

Με τον ίδιο νόμο-πλαίσιο που ψηφίστηκε στη Βουλή τον Σεπτέμβριο, ιδρύσαμε για πρώτη φορά δομές Δημόσιας Δωρεάν Αρχικής Επαγγελματικής Κατάρτισης: τις Σχολές Επαγγελματικής Κατάρτισης, που παρέχουν αρχική επαγγελματική κατάρτιση στους αποφοίτους της υποχρεωτικής τυπικής εκπαίδευσης, και τα Ινστιτούτα Επαγγελματικής Κατάρτισης, που παρέχουν αρχική επαγγελματική κατάρτιση στους αποφοίτους της τυπικής μη υποχρεωτικής Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης.

Γιατί υπάρχουν και παιδιά που δεν θέλουν να συνεχίσουν στη μεταγυμνασιακή τυπική εκπαίδευση. Αντί λοιπόν να βγουν ανειδίκευτοι στην αγορά εργασίας, τους δίνουμε τη δυνατότητα να αποκτήσουν δεξιότητες και να γίνουν ελαιοχρωματιστές, υποδηματοποιοί, ζωοτέχνες, φανοποιοί, αμπελουργοί κ.ά.

Μέχρι πρόσφατα κατηγορούσαν την κυβέρνηση ότι ήθελε να καταργήσει τη δημόσια επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση. Απαντάμε στην πράξη με την αύξηση των προσφερόμενων ειδικοτήτων των ΕΠΑΛ από 19 σε 26, την αύξηση των δημοσίων ΙΕΚ από 93 σε 110, την ίδρυση 89 δημοσίων Σχολών Επαγγελματικής Κατάρτισης και την αύξηση των φοιτούντων στη δημόσια δωρεάν Επαγγελματική Κατάρτιση από 6.500 σε 12.000.

Για να επιτύχει αυτή η μεταρρυθμιστική προσπάθεια πρέπει να αγκαλιαστεί από την κοινωνία, ώστε να ξεριζώσει τις αιτίες της ύφεσης και της κακοδαιμονίας της ελληνικής οικονομίας. Πρέπει, εκτός των κοινωνικών εταίρων και των παραγωγικών δυνάμεων της χώρας, και οι γονείς να εμπιστευτούν το δημόσιο σχολείο και τους εκπαιδευτικούς μας και να εξαλείψουν τα στερεότυπα της περιόδου της Μεταπολίτευσης.

Η Ελλάδα δεν χρειάζεται μόνο γιατρούς, δικηγόρους, φιλολόγους. Δεν χρειάζεται μόνο επιστήμονες. Χρειάζεται και τεχνίτες και τεχνικούς, επαγγελματίες και δεξιοτέχνες. Τα παιδιά μας δεν πρέπει να συλλέγουν βαθμούς χωρίς αντίκρισμα, αλλά αντίθετα γνώσεις και δεξιότητες, για να αριστεύσουν αύριο ως άνθρωποι και ως πολίτες.

Είναι στοίχημα για το υπουργείο, τους εκπαιδευτικούς, τις ελληνικές οικογένειες, αλλά και τους παραγωγικούς φορείς, να ωθήσουμε τα παιδιά μας προς νέους δημιουργικούς δρόμους. Μέσα από αυτούς τους δρόμους περνά η πορεία της μεταμνημονιακής Ελλάδας.

Ο Κωνσταντίνος Αρβανιτόπουλος είναι υπουργός Παιδείας