Τις τελευταίες εβδομάδες έχει επανέλθει σε ορισμένα σοβαρά ευρωπαϊκά έντυπα (μεταξύ των οποίων οι «Φαϊνάνσιαλ Τάιμς», η «Γκάρντιαν» κ.ά.), όχι κατά κανόνα εχθρικά προς την Ελλάδα, το σενάριο της πιθανής εξόδου της χώρας από την ευρωζώνη και το ευρώ (το διαβόητο Grexit). Οι «Φαϊνάνσιαλ Τάιμς» εκτίμησαν ότι αυτό μπορεί να συμβεί μέσα στα επόμενα τέσσερα χρόνια ενώ η «Γκάρντιαν» έγραψε ότι «η έξοδος της Ελλάδας από την ευρωζώνη παραμένει μια δυνατότητα» και γι’ αυτό επικαλείται τις εκτιμήσεις σχετικής έρευνας γνωστού think-tank (Capital Economics). Σε άλλες κλειστές συζητήσεις (ξανα)διακινούνται παρόμοιες υποθέσεις, αν και τώρα ως μάλλον περιθωριακές απόψεις. Στις περισσότερες περιπτώσεις, ένα κύριο οικονομικό δεδομένο που μνημονεύεται ως επιχείρημα για τη θεμελίωση της υπόθεσης της εξόδου από την ευρωζώνη αναφέρεται στο δυσθεώρητο του χρέους ως ποσοστού του ΑΕΠ (175%), χωρίς να υπολογίζονται ιδιαίτερα σοβαρά οι διάφορες ρυθμίσεις που έχουν συμφωνηθεί για τη μείωση του χρέους κάτω από το 120% του ΑΕΠ τα επόμενα χρόνια.

Ωστόσο το βασικό επιχείρημα για το ενδεχόμενο της ελληνικής εξόδου από το ευρώ δεν είναι κατά βάση οικονομικό. Είναι πολιτικό. Οι περισσότεροι αναλυτές δέχονται ότι ο οικονομικός κύκλος της κρίσης τείνει προς το κλείσιμό του. Η Ελλάδα εμφανίζεται να έχει σχεδόν εξυγιάνει τα δημοσιονομικά της, επιτυγχάνοντας πρωτογενές πλεόνασμα στον προϋπολογισμό με μια πρωτοφανή αν και βίαιη δημοσιονομική προσαρμογή για οποιαδήποτε χώρα παγκοσμίως (15% ΑΕΠ), μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα, αν και με τεράστιο κοινωνικό κόστος. Εχει ανακτήσει σημαντικά μερίδια απολεσθείσας ανταγωνιστικότητας, όπως καταγράφεται, μεταξύ άλλων, στα δεδομένα του ισοζυγίου πληρωμών, έχει ανακεφαλαιοποιήσει και αναδιαρθρώσει τις τράπεζες και έχει προχωρήσει, αν και όχι με εντυπωσιακούς ρυθμούς, σε ορισμένες σημαντικές διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις στον δημόσιο τομέα.

Ως αποτέλεσμα όλων αυτών η οικονομία φαίνεται να βγαίνει κάπως δειλά από την εξαετή σχεδόν ύφεση και να επιστρέφει σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης, αν και η κολοσσιαίου μεγέθους ανεργία παραμένει –και θα παραμείνει, δυστυχώς, για αρκετά χρόνια, με όλες τις συνακόλουθες κοινωνικές συνέπειες. Συνοπτικά, στα μάτια των ξένων, το δημοσιονομικό πρόβλημα της Ελλάδας φαίνεται να έχει αντιμετωπιστεί, παρά τις οποιεσδήποτε ενστάσεις για το υψηλό χρέος. Αλλά ενώ γενικά αποδέχονται ότι ο οικονομικός κύκλος της κρίσης τείνει να κλείσει, ο πολιτικός κύκλος της κρίσης κάθε άλλο παρά έχει κλείσει –ή τείνει προς το κλείσιμό του. Παραμένει επικίνδυνα ανοιχτός.

Τι ακριβώς υπονοείται με τον «πολιτικό κύκλο»; Υπονοείται πως, αντίθετα με ό,τι παρατηρείται στις άλλες χώρες που βρίσκονται (ή βρίσκονταν) σε πρόγραμμα (Πορτογαλία, Ιρλανδία, Ισπανία, Κύπρος), όπου είχε καταγραφεί στοιχειώδης ή και ισχυρή πολιτική συναίνεση για τα προγράμματα προσαρμογής, εξυγίανσης και μεταρρυθμίσεων, στην Ελλάδα αυτή η ελάχιστη συναίνεση απουσιάζει. Οι πολιτικές δυνάμεις είναι ουσιαστικά πολωμένες ανάμεσα στους υποστηρικτές των προγραμμάτων/μνημονίων και στους αρνητές τους (μνημονιακοί – αντιμνημονιακοί). Μέσα στους αρνητές καταγράφονται επιπλέον ευδιάκριτα ισχυρές τάσεις όχι απλά άρνησης των προγραμμάτων προσαρμογής αλλά και αποχώρησης από το ευρώ (περίπτωση συνιστωσών ΣΥΡΙΖΑ).

Από την πλευρά της, η κοινωνία καταγράφει επίσης ευδιάκριτα αντιφατικές τάσεις. Αφενός απορρίπτει, καταδικάζει (όχι άδικα) τα προγράμματα προσαρμογής/μνημόνια με υψηλά ποσοστά, από την άλλη όμως, με επίσης υψηλά ποσοστά, εγγράφει την υποστήριξή της για την παραμονή της χώρας στην ευρωζώνη. Επομένως στα μάτια των ευρωπαίων εταίρων μας (και όχι μόνο) υπάρχει ένα μάλλον θολό, αβέβαιο πολιτικό τοπίο. Και για όσο χρονικό διάστημα αυτό δεν ξεκαθαρίζει ο πολιτικός κύκλος της κρίσης θα παραμένει ανοιχτός και θα τροφοδοτεί απόψεις και σενάρια. Μόνο το κλείσιμο του πολιτικού κύκλου θα τερμάτιζε και την οποιαδήποτε σεναριολογία για έξοδο της χώρας από το ευρώ.

Βεβαίως έξοδος από την ευρωζώνη θα μπορούσε ενδεχομένως να συμβεί εάν με το κλείσιμο του πολιτικού κύκλου διαπραχθούν κάποια ολέθρια, τερατώδη λάθη (αλλά η Ελλάδα έχει τις ικανότητες και γι’ αυτά). Σε διαφορετική περίπτωση έξοδος αποκλείεται, και για τον πρόσθετο λόγο ότι έχει κατά κάποιον τρόπο αποφασιστεί σε ευρωπαϊκό επίπεδο ότι η ευρωζώνη πρέπει να παραμείνει ακέραια. Δεν πρέπει να αποχωρήσει ή να εκδιωχθεί καμία χώρα προσηλωμένη στον σεβασμό των κανόνων του συστήματος. Οτιδήποτε άλλο (αποχώρηση κ.λπ.) θα έχει τεράστιο οικονομικό και πολιτικό κόστος για το σύνολο της ευρωζώνης και της ΕΕ γενικότερα…

Ο Π.Κ. Ιωακειμίδης είναι καθηγητής Ευρωπαϊκής Πολιτικής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών