βουλή. Από την τριήμερη συζήτηση επί της πρότασης δυσπιστίας κατά της κυβερνήσεως προκύπτει κάτι πολύ ενδιαφέρον: το δειλό φλερτ της πολιτικής τάξης με τη δραματουργία του θεάματος. Είχαν την τιμητική τους και ο Σαίξπηρ και το γουέστερν. Ακούστηκε κάτι για «σκηνές από ταινία προσεχώς». Πώς να εκληφθούν αυτά; Ως σχήματα λόγου και ρητορικές κορόνες; Ή μήπως ως μια ασύνειδη ομολογία αναγνώρισης της οντολογικής συνάφειας των δύο δραστηριοτήτων (πολιτική – θέατρο); Δεν μιλούμε, δηλαδή, για τη λειτουργική τους ομοιότητα, αφού και οι δύο προϋποθέτουν τη σκηνή και την έκθεση στον δημόσιο χώρο, αλλά για κάτι που συνιστά τον ορίζοντα της ύπαρξής τους και έχει να κάνει με τη διαλεκτική εξουσίας-ισχύος. Το θέατρο ήξερε από τα γεννοφάσκια του ότι είναι ένας φορέας εφήμερης ισχύος (σε καθεστώς συνεχούς δοκιμασίας μπροστά στους θεατές του) άνευ εξουσίας. Η πολιτική, αντιλαμβανόμενη τον εαυτό της ως φορέα εξουσίας, δεν έθετε καν το θέμα της ισχύος της. Ωσπου ήρθε η νέα πραγματικότητα του κόσμου και αναγνώρισε την πρωτοκαθεδρία της οικονομίας. Ηρθε και το Μνημόνιο. Από αυτήν την άποψη οι έλληνες πολιτικοί έχουν το πικρό προνόμιο να ζουν στο πετσί τους την καταστατική συνθήκη του θεατρίνου: να υπάρχουν, όσο υπάρχουν, χάρη στην όποια ισχύ της υποκριτικής τους και μακράν της φενάκης της εξουσίας. Η αμηχανία τους συνδέεται με το βίωμα της γύμνιας που περικλείεται σε αυτή τη συνθήκη, να υπάρχεις, δηλαδή, μόνο με την ισχύ σου και χωρίς καμία εξουσία, αφού η Ελλάδα του πειράματος είναι ο προνομιακός τόπος όπου η πολιτική δεν ασκείται, απλώς εφαρμόζεται, όσο και όπως εφαρμόζεται. Αν αυτό δεν είναι μάθημα ταπείνωσης, τότε τι είναι; (Βλ. παρακάτω.)

κυριαρχία. Μέσα από το πρίσμα της εμπειρίας αυτής, δηλαδή της αδυναμίας του πολιτικού, είναι ίσως η ώρα να ξαναϊδωθούν μια σειρά από έννοιες που τροφοδοτούν διαχρονικά το ατομικό και το συλλογικό φαντασιακό του Μασίστα. Παράδειγμα: η κυριαρχία. Ετσι μεταφέρθηκε στα καθ’ ημάς το αγγλικό sovereignty ή το γαλλικό souveraineté. Δεν είναι λάθος η μετάφραση και πάντως είναι όχι απλώς η κυρίαρχη, αλλά η αδιαμφισβήτητα καθολικά αποδεκτή. Στον πυρήνα, όμως, του πρωτοτύπου εδρεύουν και άλλες παραπλήσιες σημασίες, όπως η ηγεμονία και η αυτεξουσιότητα. Γιατί δεν επελέγη και δεν επικράτησε καμία από αυτές; Μήπως η πρώτη κρίθηκε απορριπτέα ως υπερφίαλη και η δεύτερη ως επικίνδυνα ουδέτερη και ήπια; Γι’ αυτό επικράτησε η κυριαρχία; Είμαι κυρίαρχος, όμως, σημαίνει ότι συνδέομαι με τα πάντα (την επικράτεια, τον εαυτό μου και τους άλλους) μέσα από τη νομοτέλεια της ισχύος. Ετσι βιώνω τη συρρίκνωσή της σαν ακρωτηριασμό. Ενώ, ως αυτεξούσιος, έχω εξ ορισμού τη δυνατότητα να απεμπολήσω την εξουσία μου, να την αποποιηθώ υπέρ τρίτων, να επιλέξω, χάριν κάποιων επιλογών μου, την υποδούλωση. Δεν με περιμένει κανένα τραύμα –μόνο η δόξα της αυτοκαταστροφής.

προεδρία. Προερχόμενοι από το τραύμα του Μνημονίου είναι σκόπιμο να έχουμε τον νου μας.

Η ελληνική προεδρία της Ευρωπαϊκής Ενωσης, το πρώτο εξάμηνο του 2014, δεν πρέπει να θεωρηθεί ευκαιρία για να ξεδιπλωθούν διαδικασίες που σχετίζονται με το φαινόμενο της υπεραναπλήρωσης. Κοντολογίς, δεν είναι αφορμή η προεδρία για να πάρουμε το αίμα μας πίσω. Ενδείκνυνται χαμηλοί τόνοι και λελογισμένη χρήση του συγκριτικού μας πλεονεκτήματος ως λίκνου του παγκόσμιου πολιτισμού. Με δυο λόγια, δεν θα ήταν και άσχημο να μη μας πάρουν χαμπάρι, να πορευτούμε, όπως έλεγε ο άλλος, «σεμνά και ταπεινά». Ας μη μεθύσουμε από το αξίωμα. Γιατί παραμονεύουν κίνδυνοι (βλ. παρακάτω).

τρόπος. Να πού μπορεί να οδηγήσει, για παράδειγμα, η μεθυσμένη διαχείριση της προεδρίας: σε μία χώρα που την ψεκάζουν ασύστολα δεν θέλει πολύ ο άλλος, ως πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Ενωσης για ένα εξάμηνο, να νιώσει ότι μπορεί να βγάλει το άχτι του ψεκάζοντας τα υπόλοιπα μέλη της Ενωσης. Από θύμα του ψεκασμού να μετατραπεί σε θύτη. Να ξυπνήσει ένα πρωί και να εξαπολύσει όλον τον (φανταστικό) αεροπορικό στόλο της Ενωσης εναντίον της ίδιας της Γηραιάς Ηπείρου. Να γεμίσει αέρια ο ουρανός, οι πόλεις, οι δρόμοι και τα χωριά, να μην ξέρεις πού βρίσκεσαι, στο Παρίσι ή στο Βελεστίνο. Βεβαίως, τώρα που το σκέφτομαι, ένα τέτοιο σκηνικό θα ήταν το καταλληλότερο για την τελετή λήξεως της προεδρίας, όταν και θα παραδώσουμε τα σκήπτρα στην Ιταλία. Στο δικό της εξάμηνο ανήκει το εκατονταετές μνημόσυνο της έκρηξης του Πρώτου Παγκοσμίου πολέμου, ο οποίος, πέραν των άλλων, έμεινε στην Ιστορία ως «ο πόλεμος των αερίων». Συνεπώς, θα ήταν ένα έξοχο φινάλε για εμάς και ταυτόχρονα μια καταπληκτική εισαγωγή στην ιταλική προεδρία.