Μεταδίδει ειδήσεις από τη γειτονική Ιταλία εδώ και περίπου είκοσι χρόνια και η φωνή του έχει γίνει σήμα κατατεθέν στον τηλεοπτικό δέκτη. Στο σινάφι δεν έχει ακουστεί κακός λόγος για τη δουλειά του. Προ ημερών, μια προσωπική αποκάλυψη για τον ερωτικό του προσανατολισμό έστρεψε τα βλέμματα πάνω του, ακόμη και στο «βαθύ» Ιντερνετ. Και ας ήταν αλλού η ουσία
Το κείμενο ξεκινούσε με σπάνια πλέον δημοσιογραφική ψυχραιμία: «Η είδηση της αυτοκτονίας του Σιμόνε ξεπέρασε τα ιταλικά σύνορα», έγραφε ο Θεόδωρος Ανδρεάδης-Συγγελάκης στην «Εφημερίδα των Συντακτών» όπου εργάζεται. «Ενας νέος είκοσι ενός ετών, αυτοκτόνησε με μια βουτιά στο κενό, πριν από πέντε ημέρες, από την ταράτσα ενδεκαώροφης πολυκατοικίας σε περιφερειακή συνοικία της Ρώμης. Σπούδαζε, ήθελε να γίνει νοσοκόμος και είχε καλή σχέση με τους γονείς του». Δεν άντεξε όμως την πίεση. Απόδειξη, ένα απόσπασμα από σημείωμα του αυτόχειρα που παρέθετε ο δημοσιογράφος, αλλά και η επισήμανσή του ότι πρόκειται για την τρίτη παρόμοια αυτοκτονία σε έναν χρόνο. Και αυτό σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία – η υποψία ότι τα ανεπίσημα ίσως είναι περισσότερα υπογραμμιζόταν καθαρά. Το θέμα του, βέβαια, δεν ήταν μόνο αυτό. Υπήρχε και κάτι που ήθελε να πει για τον εαυτό του.
ΣΤΗΝ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑ ΤΟΥ ΣΙΛΒΙΟ. Γιος ενός πανεπιστημιακού και μιας δημοσιογράφου που διέφυγαν στην Ιταλία ασφυκτιώντας στην Ελλάδα της χούντας, ο Θεόδωρος Ανδρεάδης-Συγγελάκης γεννήθηκε τη χρονιά της εξέγερσης του Πολυτεχνείου στη Ρώμη. Εκεί απόλαυσε μια παιδική ηλικία οι ντετέκτιβ της οποίας ίσως δυσαρεστηθούν να μάθουν ότι ήταν μια χαρά. Του μικρού, ας πούμε, του άρεσε και το ποδόσφαιρο και το διάβασμα. Αυτό που δεν του πολυάρεσε, αργότερα τουλάχιστον, ήταν η παντοκρατορία της ιδιωτικής τηλεόρασης του Μπερλουσκόνι. Ηταν ένα είδος λαίλαπας στην οποία ήθελε να αντισταθεί. Αν το πέτυχε, ο Συγγελάκης το έκανε με σύμμαχο μια ιταλική δημόσια παιδεία που μπορούσε ακόμα να περιγραφεί σαν «καλή». Φοίτησε σε κλασικό λύκειο και σπούδασε Ιταλική και Νεοελληνική Φιλολογία στο Πανεπιστήμιο La Sapienza. Επηρεασμένος και από καθηγήτριά του που είχε μεταφράσει το «Τρίτο στεφάνι» στα ιταλικά, ο Θεόδωρος Ανδρεάδης-Συγγελάκης, δίνοντας άθελά του άλλο ένα στοιχείο στους ντετέκτιβ που λέγαμε, έκανε πτυχιακή στον Κώστα Ταχτσή.
Ηταν περίπου η περίοδος που, γοητευμένος από το επάγγελμα της μητρός του, άρχισε και τις πρώτες του ανταποκρίσεις από Ιταλία για τον ραδιοφωνικό σταθμό Ωχ FM. Συνεργάστηκε με την ελληνική υπηρεσία του BBC, το «Βήμα», το RAI, ενώ το ’94 έγινε ο μέχρι σήμερα απεσταλμένος του Alpha στη γείτονα. Και τι δεν έζησε από τη θέση του ανταποκριτή. Την επιχείρηση «Καθαρά χέρια», την άνοδο του Σίλβιο, την οικονομική κρίση. Αλλα γεγονότα τα είδε από τη θέση του ανθρώπου: Την ταινία του τούρκου, με ιταλική υπηκοότητα, ανοιχτά ομοφυλόφιλου σκηνοθέτη Φερζάν Οζπετεκ «Le fate ignoranti» που πρόβαλε μια ανοιχτή κοινωνία. Το διεθνές Gay Pride του 2000 που συγκέντρωσε ένα εκατομμύριο άτομα. Τον επικεφαλής του κόμματος Αριστερά και Ελευθερία Νίκι Βέντολα να μιλάει ελεύθερα για τη σεξουαλικότητά του. Ιστορίες για ανθρώπους «διαφορετικούς», όπως η πρώτη Ιταλίδα που αρνήθηκε γάμο με το στανιό, να αναδύονται από τη λήθη και το 2006 να αποτυπώνονται στο βιβλίο του «Αρωμα Ιταλίας». Την αγαπημένη του χώρα να σημειώνει βήματα προόδου.
Οχι αρκετά όμως ώστε ο Σιμόνε να μην αυτοκτονήσει ή ώστε στο άκουσμα του θανάτου του να μην πραγματοποιηθεί διαδήλωση με σύνθημα «όχι άλλοι νεκροί, φτάνει με την ομοφοβία». Εκεί ο ανταποκριτής πήρε την απόφασή του. «Γράφω αυτό το γράμμα», έλεγε μεταξύ άλλων, «διότι θεωρώ ότι πολλά πράγματα που ελέχθησαν, που ισχύουν για την Ιταλία, αφορούν άμεσα και τη χώρα μας». Σε αμφότερες δεν υπάρχει νόμος που να τιμωρεί ομοφοβικές φραστικές και σωματικές επιθέσεις. Ούτε αναγνωρίζονται τα δικαιώματα των ομόφυλων ζευγαριών «που συζούν, που μοιράστηκαν άγχη, χαρές, εξώσεις, ανεργία και τόσες και τόσες πιέσεις και προκαταλήψεις». Υπάρχει βέβαια μια διαφορά: «Ο τραγουδιστής Τιτσιάνο Φέρο είπε στους φαν του ότι είναι γκέι και συνέχισε, χαλαρά και με επιτυχία, να τραγουδά και να ερωτεύεται. Στην Ελλάδα, δεν υπάρχει ούτε ένας ποδοσφαιριστής, πολιτικός, δημοσιογράφος που να έχει το ίδιο θάρρος;».
Η αλήθεια είναι ότι ο Ανδρεάδης-Συγγελάκης δεν έχει ζήσει εδώ τόσο, ώστε να εμβαθύνει στα κοινωνικά κατορθώματα ή αποτυχίες της χώρας. Μεγαλώνοντας στην Ιταλία, δεν έπεσε θύμα κοινωνικού ρατσισμού. Στην πατρίδα των γονιών του δεν σκέφτηκε να έρθει, γιατί ίσως ήταν ασύμφορο επαγγελματικά. Εκείνη φυσικά, εκτός από τους άμεσα ενδιαφερομένους που σιωπηρά ή φωναχτά τον επαίνεσαν, δεν είχε καμία δυσκολία να σχολιάσει την κίνησή του. Πρωινές εκπομπές με έμπνευση αντίστοιχες του Μπερλουσκόνι τον επιβράβευσαν. Ιστοσελίδες ανάρτησαν το κείμενό του τρίβοντας τα χέρια τους. Κάποιες είχαν ως τίτλο «Δείτε ποιος δημοσιογράφος αποκαλύπτει ότι είναι γκέι» πάνω από μια θολή φωτογραφία με ερωτηματικό.
«Και τι μας νοιάζει εμάς;» ίσως αναρωτήθηκαν μερικοί. Βγήκε κανείς να δηλώσει ηρωικά ότι είναι δαλτωνικός ή αριστερόχειρας; Οχι, οι δαλτωνικοί όμως και οι αριστερόχειρες δεν αυτοκτονούν. Και οι δημοσιογράφοι; Δικαιούνται να κάνουν είδηση τον εαυτό τους; Πάλι όχι, η δουλειά του Θόδωρου όμως, μοιάζει να υπηρετεί μια δημοσιογραφία που όταν μπορεί να συμβάλει στην πρόοδο, ακόμα και σε πρώτο πρόσωπο, το κάνει. Αν δύναται να χρησιμοποιήσει μια δημόσια παρουσία υπέρ ζητημάτων που αφορούν όλους, δεν θα διστάσει. Ενα ερώτημα, από την άλλη, ίσως κρύβεται ακριβώς εδώ: την ώρα που το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου έκρινε την Πέμπτη ότι το ελληνικό σύμφωνο συμβίωσης παραβιάζει τα ανθρώπινα δικαιώματα των ομόφυλων ζευγαριών, γιατί οι επώνυμες αποκαλύψεις να συζητιούνται περισσότερο από τις ανώνυμες, συλλογικές διεκδικήσεις των «μη δημοφιλών» ή τις ανεπηρέαστες από διασημότητες, θεσμικές νίκες, μετατοπίζοντας έτσι το κέντρο βάρους στη χυδαιότητα του «ποιος είναι τι»;
«ΔΕΝ ΕΙΜΑΙ ΗΡΩΑΣ». Ομάδες, άλλωστε, που επίσης βιώνουν κοινωνικό ρατσισμό, ναρκομανείς, ΑμεΑ, άνεργοι σπανίως έχουν εκπροσώπους περιωπής και «coming out». Αν ωστόσο το αντίστοιχο του Ανδρεάδη-Συγγελάκη ρίξει τα φώτα σε μια αδικημένη κοινότητα ή πάνω του, ούτε για δίκη προθέσεων προσφέρεται ούτε αποδεικνύεται προτού περάσει λίγος καιρός. Αρκεί μέχρι τότε να μην βουτήξουν κι άλλοι στο κενό. «Χρειάζεται περισσότερο θάρρος» ήταν λοιπόν η αποκαλυπτική κατακλείδα του, «για να μπορέσει και η χώρα μας να αποκλείσει τον ρατσισμό, την ομοφοβία, τους βάρβαρους χλευασμούς των ανεγκέφαλων. Ενας δημοσιογράφος, ανταποκριτής από τη Ρώμη, κάνει την αρχή, αψηφώντας τυχόν κριτικές και εκπλήξεις. Δεν είμαι ήρωας. Ζητώ να αλλάξουμε, επιτέλους, την ψυχή και τη σκέψη μας».