Η παρουσία του Φώσκολου στην τηλεόραση έμοιαζε φυσιολογική μετεγγραφή από το σινεμά, που έπνεε τα λοίσθια. Μεσούσης της δικτατορίας, έγραψε μια παραλλαγή του «Μικρού Ηρωα» (με ήρωες που έχουν μεγαλώσει), ένα ηρωικό σενάριο με κεντρικό ήρωα τον συνταγματάρχη Διαγόρα Βαρτάνη (Αγγελος Αντωνόπουλος), ο οποίος μέσα στον πόλεμο εργάστηκε στην αντικατασκοπία εναντίον των Γερμανών. Η σειρά (σκηνοθετημένη από τον Κώστα Κουτσομύτη) έγινε ιδιαίτερα δημοφιλής, ιδίως μετά την εμφάνιση του λοχαγού Εκτορα Ψάχου και ενός σωσία του, που προσπαθούσε να υποκλέψει τα πατριωτικά μυστικά. Τον Ψάχο υποδύθηκε ο Κώστας Καραγιώργης, ενώ το πρωταγωνιστικό τρίο συμπληρώθηκε με την Γκέλυ Μαυροπούλου στο ρόλο της αιώνια χαροκαμένης και γκρινιάρας. Από το 1971 έως το 1974, ο «Αγνωστος πόλεμος» καθήλωσε τους αθηναίους τηλεθεατές (το σήμα της ΥΕΝΕΔ δεν έφτανε τότε σε όλη την Ελλάδα), αλλά η σειρά δεν εκτιμήθηκε για το γκροτέσκο ύφος της, ούτε από το κοινό ούτε από τους κριτικούς. Μάλιστα, με τη μεταπολίτευση μερίδα της τότε κριτικής επέκρινε τους υπερπατριωτικούς δεκάρικους που έβγαζαν οι ήρωές της, θεωρώντας ότι εντέλει ο «Αγνωστος πόλεμος» ήταν μα σειρά που συμφιλίωνε τους πολίτες με το καθεστώς των συνταγματαρχών. Οσο σκέφτομαι ότι ο Βαρτάνης τόσα χρόνια δεν πήρε προαγωγή, ότι παρέμεινε συνταγματάρχης κι ας είχε παίξει ξύλο με τη μισή γερμανική αντικατασκοπία και με κάνα δυο ντουζίνες έλληνες προδότες, ίσως η κριτική να είχε δίκιο.

Πάντως, το διάστημα μετά τον «Αγνωστο πόλεμο» για τον Φώσκολο είναι πέτρινα χρόνια, αφού επιβιώνει στην τηλεόραση γράφοντας και σκηνοθετώντας κυρίως «ιστορικά» (ας πούμε) δράματα, όπως «Εν τούτω νίκα», «Κραυγή των λύκων», «Ρωμανός Διογένης». Η εισβολή της ιδιωτικής τηλεόρασης, το 1990, του επιτρέπει να ξαναδείξει τα δόντια του, ορίζοντας από την αρχή τα κλισέ της ελληνικής σαπουνόπερας χάρη στη «Λάμψη», το πρώτο ημερήσιο σίριαλ της ελληνικής τηλεόρασης που έγινε τεράστια επιτυχία, που παραγόταν και προβαλλόταν επί 14 συναπτά χρόνια και συνεπώς είναι το μακροβιότερο ελληνικό σίριαλ. Και στη δουλειά αυτή εντοπίζονται όλα τα χαρακτηριστικά της φωσκολικής ιδιολέκτου: πομπώδης υπερβολή και ηθικολογία, ηθογραφία και αδυσώπητος ανταγωνισμός.

Κεντρικοί ήρωες ήταν η εισαγγελέας Εφετών Βίρνα Λιώσση-Δράκου (Κάτια Δανδουλάκη) η οποία αγωνίζεται να διατηρήσει ακέραια τα ιδανικά και τις αξίες της μέσα σε έναν κόσμο παράλογο και άδικο, ο σύζυγός της και ιδρυτής μιας εκ των μεγαλύτερων πολυεθνικών παγκοσμίως Γιάγκος Δράκος (Χρήστος Πολίτης), ο ανθρωπιστής ψυχίατρος γιος του Αλέξης Δράκος (Κώστας Σπυρόπουλος – ο οποίος διέπρεψε και στη ζωή, ως σύντροφος της Δήμητρας Λιάνη), ερωτευμένος με τη Βίρνα, που προσπαθούσε να βοηθήσει μια διανοητικά καθηλωμένη, τη Σελήνη –την οποία υποδύθηκε η (και βουλευτίνα, έως και υφυπουργός) Ελένη Κούρκουλα.

Η άλλη μεγάλη επιτυχία, η σειρά «Καλημέρα ζωή» (1993-2006) είχε περισσότερο αστυνομική πλοκή και ό,τι κι αν συνέβη δεν έχει σημασία –διότι στη σειρά αυτή δέσποσε ο αστυνόμος Θεοχάρης, στον οποίο αναφέρθηκα στην αρχή αυτού του κειμένου και δεν έχει τίποτα άλλο σημασία παρά μόνον ότι ο αστυνόμος Θεοχάρης ήταν ο καλός μαθητής του Φώσκολου στην οθόνη, πιστός στα διδάγματά του. Ο αστυνόμος Θεοχάρης με τους τρόπους του, τη ρητορική του, τις υπερβολές του, την ηθικολογία του και την παραβίασή της εκ μέρους του όταν το έφερνε η μυθοπλασία, θα μπορούσε να είναι το μυθοπλαστικό πρόσωπο που ενώνει το ελληνικής κοπής θέαμα με το mainstream της πολιτικής και κοινωνικής ζωής. Κάντε ένα κουίζ: αναζητήστε την προέκταση του χαρακτήρα του στα πρόσωπα που απασχολούν τη δημόσια ζωή καθημερινά, και σήμερα, στη συνθήκη της χρεοκοπίας. Θα εκπλαγείτε πόσο η καθημερινότητά μας είναι γεμάτη από πρόσωπα που του μοιάζουν.

Συμπέρασμα: ο Νίκος Φώσκολος ζει.