Η παράταση για έκτο χρόνο της ύφεσης και οι επιπτώσεις της, μεταξύ άλλων, στην αύξηση της ανεργίας, στην απαξίωση της εργασίας και στην παραγωγική καθίζηση της ελληνικής οικονομίας οδήγησαν την τρόικα στο νέο επικαιροποιημένο Μνημόνιο, που επαναλαμβάνει τη διατύπωση προβλέψεων, παρατηρήσεων και προτάσεων έντονου αντιφατικού χαρακτήρα.

Πράγματι προβλέπει «ηπιότερη αύξηση της ανεργίας» την περίοδο 2013-2016, εκτιμώντας ότι από 24,2% το 2012 θα αυξηθεί το 2013 στο 27% και στη συνέχεια, σταδιακά, θα διαμορφωθεί στο επίπεδο του 21% το 2016. Παράλληλα προβλέπει ότι η εξέλιξη της ύφεσης από -6,4% το 2012 θα διαμορφωθεί στο -4,2% (2013) και από το 2014 η εξέλιξη του ΑΕΠ θα είναι θετική: 0,6% (2014), 2,9% (2015) και 3,7% (2016). Ομως, οι προβλέψεις αυτές, κατά την εκτίμησή μας, θα αναθεωρηθούν σε δυσμενέστερα επίπεδα, όπως και αυτές της περιόδου 2010-2014, κατά την οποία τα αντίστοιχα Μνημόνια επέβαλαν στην Ελλάδα μέτρα λιτότητας ύψους 7,5 δισ. ευρώ τον χρόνο κατά μέσο όρο, τα οποία συνέβαλαν στην παράταση της ύφεσης.

Αντίστοιχα μέτρα της τάξης των 2 δισ. ευρώ τον χρόνο κατά μέσο όρο θα ληφθούν και κατά την περίοδο 2013-2016. Ταυτόχρονα, το δημόσιο χρέος, από 321 δισ. ευρώ, 175% του ΑΕΠ (2013), προβλέπεται ότι θα διαμορφωθεί στα επίπεδα των 322 δισ. ευρώ, 175% του ΑΕΠ (2014), 323 δισ. ευρώ, 169% του ΑΕΠ (2015) και 320 δισ. ευρώ, 160% του ΑΕΠ (2016). Αξίζει να σημειωθεί ότι η τρόικα ευελπιστεί στην επίτευξη των προαναφερόμενων στόχων με τη δέσμευση από την ελληνική κυβέρνηση λήψης μέτρων με νέες δυσμενέστερες αλλαγές στην εργατική νομοθεσία (νέος μηχανισμός για τον προσδιορισμό του κατώτατου μισθού) και χορήγησης επιδόματος ανεργίας στους νέους καθώς και θεσμοθέτησης (Ιανουάριος 2014) ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος και «πιλοτικής» χορήγησής του, στις περιπτώσεις ακραίας φτώχειας (10%).

Είναι προφανές ότι η εμμονή της τρόικας στη μείωση των δημόσιων και κοινωνικών δαπανών θα εμποδίσει να επιτευχθούν οι στόχοι ανάσχεσης της ύφεσης και ηπιότερης αύξησης της ανεργίας (54,1% τον Φεβρουάριο του 2012, 64% τον Φεβρουάριο του 2013 η ανεργία των νέων), δεδομένου ότι, σύμφωνα με την έρευνα (X. Timbeau, 2013), ο περιορισμός τους κατά δέκα ποσοστιαίες μονάδες κατά το 2011 και το 2012 είχε ως αποτέλεσμα τη συρρίκνωση του ΑΕΠ κατά το ίδιο επίπεδο και την αύξηση της ανεργίας κατά 6,5 ποσοστιαίες μονάδες. Το συμπέρασμα αυτό της έρευνας αποδεικνύει ότι οι επιχειρήσεις, ακόμη και με μείωση των μισθών κατά 40%, την κυριαρχία των ατομικών συμβάσεων εργασίας, τη σημαντική μείωση των αποζημιώσεων σε περιπτώσεις απολύσεων κ.λπ., δεν προσλαμβάνουν νέους ανέργους αφού δεν επενδύουν (62,8% μείωση των επενδύσεων πάγιου κεφαλαίου κατά την περίοδο 2010-2012), ενώ βρίσκονται σε συνθήκες οικονομικής κρίσης και ύφεσης. Αποδεικνύεται συνεπώς ότι η ανάσχεση της ύφεσης και η καταπολέμηση της ανεργίας δεν επιτυγχάνονται με συμβατά μέτρα (προγράμματα επιδότησης της «απασχόλησης» των νέων, προγράμματα πρακτικής άσκησης και μαθητείας, προγράμματα ανάληψης επιχειρηματικής δράσης των νέων κ.λπ.) χωρίς ανακοπή των πολιτικών λιτότητας, διεύρυνσης των δημόσιων και κοινωνικών δαπανών και σχεδιασμού ανασυγκρότησης της παραγωγικής, δημοσιονομικής και κοινωνικής βάσης της ελληνικής οικονομίας.

Με άλλα λόγια, επιβάλλεται στην Ελλάδα και στις άλλες μεσογειακές χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης η μεταμόρφωση των Μνημονίων λιτότητας σε σχέδιο ανάπτυξης και ανασυγκρότησης της ελληνικής οικονομίας, δεδομένου, όπως έχει γίνει πλέον αποδεκτό, ότι τα κοινωνικοοικονομικά προβλήματα της χώρας μας οφείλονται στις ασκούμενες πολιτικές εσωτερικής υποτίμησης και όχι στην έλλειψη εναλλακτικών πολιτικών εξόδου από την κρίση και την ύφεση. Ιδιαίτερα μάλιστα, όταν η οικονομική κρίση και ύφεση εξαπλώνονται σε ολοένα και περισσότερα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ενωσης (-0,2% συρρίκνωση του ΑΕΠ της ευρωζώνης, πρώτο τρίμηνο 2013), αποδεικνύεται ότι οι πολιτικές λιτότητας δεν οδηγούν στη μείωση, εκτός των εισοδηματικών και κοινωνικών συνεπειών, αλλά στην αύξηση του χρέους και της ανεργίας.

Ο Σάββας Γ. Ρομπόλης είναι καθηγητής του Παντείου Πανεπιστημίου, επιστημονικός διευθυντής του Ινστιτούτου Εργασίας ΓΣΕΕ – ΑΔΕΔΥ