Το σχήμα πρωτοχρησιμοποιήθηκε στη σύγχρονη εποχή το 1965 από τον Μίλτον Φρίντμαν: «Είμαστε όλοι κεϊνσιανοί!» Ο νεοφιλελεύθερος οικονομολόγος το διόρθωσε στη συνέχεια, λέγοντας ότι αυτό ισχύει κατά μια έννοια, ενώ κατά μια άλλη κανείς δεν είναι πλέον κεϊνσιανός, αλλά το σύνθημα είχε δοθεί. Είχε βρεθεί ένας λογοτεχνικός τρόπος να εκφραστούν η αλληλεγγύη και η συναισθηματική ταύτιση με κάποιον ή με κάποιους. «Είμαστε όλοι Γερμανοεβραίοι!» φώναζαν οι νέοι της Γαλλίας τρία χρόνια αργότερα για να συμπαρασταθούν στον Ντανιέλ Κον-Μπεντίτ. «Είμαστε όλοι Αμερικανοί!», έγραψε ο Ζαν-Μαρί Κολομπανί στη «Μοντ» την επομένη των επιθέσεων της 11ης Σεπτεμβρίου, για να δεχθεί βροχή επιθέσεων από τους φανατικούς του αντι-ιμπεριαλισμού. «Είμαστε όλοι Βοστωνέζοι!», θα μπορούσε να αναφωνήσει κανείς μετά το μακελειό στον μαραθώνιο, αν η φράση δεν είχε γίνει πια κοινότοπη, μονότονη, χωρίς πραγματικό περιεχόμενο.

Αλλά ο Ντέιβιντ Κάμερον ήθελε να βάλει τη δική του σφραγίδα κατά την έναρξη της χθεσινής νεκρώσιμης ακολουθίας για τη Μάργκαρετ Θάτσερ. Κι επειδή δεν έχει ιδιαίτερα πλούσια φαντασία, κοίταξε γύρω του, ξερόβηξε και δήλωσε: «Είμαστε όλοι θατσερικοί!». Αργότερα αναγκάστηκε να το διορθώσει κι εκείνος, επισημαίνοντας ως άλλος Φρίντμαν ότι ισχύει «κατά μια έννοια» αυτό που είπε, είναι βέβαιο όμως ότι το πίστευε, όσοι βρίσκονταν μέσα στην εκκλησία ήταν χωρίς αμφιβολία θατσερικοί, οι άλλοι ήταν απέξω και είτε φώναζαν συνθήματα είτε γύρισαν την πλάτη όταν πέρασε το φέρετρο.

Υπάρχει μια ουσιαστική διαφωνία με τον ισχυρισμό του βρετανού Πρωθυπουργού. Οπως έγραψε χθες ένας από τους γνωστότερους οικονομικούς αρθρογράφους της Βρετανίας, ο Ανατόλι Καλέτσκι, η πρώην Σιδηρά Κυρία ήταν στην πραγματικότητα μια ευέλικτη πολιτικός. Το φθινόπωρο του 1980, για παράδειγμα, λίγες μόλις εβδομάδες μετά την περίφημη φράση της ότι «η Κυρία δεν κάνει στροφή», έκανε ακριβώς αυτό: μια στροφή, ένα U-turn όπως λένε στη χώρα της. Εγκατέλειψε την αυστηρή μονεταριστική της πολιτική, μειώνοντας τα επιτόκια από 16% σε 9% και προχωρώντας στη μεγαλύτερη υποτίμηση της λίρας στη βρετανική ιστορία. Το αποτέλεσμα ήταν η οικονομία να ανακάμψει και η δημοτικότητα της πρωθυπουργού να εκτοξευτεί στα ύψη (βοήθησε βέβαια και ο πόλεμος των Φόκλαντ).

Οι σημερινοί ευρωπαίοι πολιτικοί, αντίθετα, υποστηρίζουν με δογματική επιμονή μια αποτυχημένη συνταγή για την καταπολέμηση της κρίσης: τη λιτότητα. Ο πληθωρισμός πρέπει να διατηρείται κάτω από 2%, το έλλειμμα να είναι μικρότερο του 3% του ΑΕΠ, το χρέος να μην υπερβαίνει το 90% του ΑΕΠ. Γιατί; Επειδή το προβλέπει κάποια συνθήκη ή το «απέδειξε» κάποια μελέτη –όπως εκείνη που εκπόνησαν οι οικονομολόγοι Ράινχαρτ και Ρογκόφ το 2010, αλλά αναγνωρίζουν σήμερα ότι είχε λάθη και παραλείψεις. Οι πραγματιστές υποφέρουν σήμερα, σ’ αυτούς πρέπει να συμπαρασταθούμε.