«Ετσι μου ‘ρθε και το έκανα». Τον αποτροπιασμό που προκαλεί το ίδιο το γεγονός, τον πολλαπλασιάζει η ομολογία του δράστη του εγκλήματος της Ξάνθης. Τη φρίκη τη γέννησε η παρόρμηση της στιγμής. Κάτι σαν εκείνο που είπε πει ο Μερσό, ο ήρωας του Καμί στον «Ξένο» όταν ρωτήθηκε από την Αστυνομία γιατί πυροβόλησε και σκότωσε τον μαύρο στην παραλία. «Δεν ξέρω, είχε ήλιο…».

Ο Καμί έγραψε το αριστούργημά του στις αρχές της δεκαετίας του 1940 για να υπενθυμίσει το βάρος που καταθέτει η παράμετρος του παραλόγου στην ανθρώπινη ύπαρξη. Κανένα επιστημονικό εργαλείο δεν μπορεί να αντιμετωπίσει αυτό που έγινε στην Ξάνθη, ούτε η ψυχολογία ούτε ο σεξισμός ούτε οι διάφορες ηθικολογίες. Υποβαθμίζεις και υποτιμάς το φαινόμενο αν το αποκαλέσεις σεξιστικό έγκλημα και, για να συνεχίσω την παραβολή με τον Καμί, το γεγονός ότι το θύμα του ήρωά του ήταν μαύρος δεν τον οδηγεί να συμπεράνει πως το έγκλημα ήταν ρατσιστικό. Κάτι έτρεξε τη νύχτα εκείνη στην Ξάνθη που ξεπερνάει τα όρια της λογικής μας. Δεν είναι μόνο βιασμός, όσο ειδεχθής κι αν είναι ο βιασμός, δεν είναι μόνο φόνος. Δεν είναι καν βιασμός μετά φόνου. Ο παροξυσμός που οδήγησε στην κακοποίηση της δυστυχισμένης κοπέλας μαζί με την πυρά που κατάπιε το πτώμα της, ό,τι κι αν πουν οι ειδικοί που θα το μελετήσουν, είναι καταδικασμένα να παραμείνουν ανεξήγητα.

Ας αφήσουμε κατά μέρος τον πλειστηριασμό της ευήθειας και της υποκρισίας. Κάτι βουλευτές από τους Ανεξάρτητους Ελληνες βγήκαν και κατηγόρησαν το κράτος ότι δεν φροντίζει επαρκώς για την ασφάλεια των πολιτών, και κάτι τρέχει στα γύφτικα. Αλλοι συγκλονισμένοι ζητούν επαναφορά της θανατικής ποινής ή μεταχείριση του «τέρατος» με τα ίδια μέσα που αυτός χρησιμοποίησε για να κατακρεουργήσει το ανυπεράσπιστο θύμα του. Λες και η θανατική ποινή ή ο οφθαλμός αντί οφθαλμού θα βοηθήσει το θύμα ή τους δικούς του. Και με πόση προθυμία και με πόση αμεριμνησία ξεχνάμε ότι η κατάργηση της θανατικής ποινής είναι κατάκτηση του πολιτισμού μας κι ότι ο πολιτισμός και οι κατακτήσεις του δεν είναι μόνο για την καθημερινότητα, αλλά κρίνουν τη συμπεριφορά μας στις ακραίες και παράλογες καταστάσεις. Τι θα γινόταν αν ο μαζικός δολοφόνος του Κονέτικατ είχε επιζήσει και τον είχαν αναλάβει οι ειδικοί; Θα βγάζαμε κανένα παραπάνω συμπέρασμα ή απλώς θα ησυχάζαμε διότι κάποιοι θα αποφάσιζαν για τη μορφή της ασθένειας που τον έσπρωξε έως εκεί; Και αν μαθαίναμε ότι τον καταδίκασαν σε θάνατο, μήπως θα είχαμε ανακουφιστεί ξεχνώντας τα ανυπεράσπιστα παιδάκια που βρέθηκαν στον δρόμο του; Ή μήπως αν απαγορευόταν η οπλοκατοχή στις ΗΠΑ θα δυσκολευόταν να βρει κάποιο όπλο και να κάνει ό,τι έκανε; Ευτυχώς που στην Ελλάδα απαγορεύεται η οπλοκατοχή και δεν κυκλοφορούν πάνω από ένα εκατομμύριο Καλάσνικοφ.

Το τραύμα που προκάλεσε το έγκλημα στην Ξάνθη είναι βαθύ, πολύ βαθύ για να προσπαθούμε να το ξορκίσουμε με τα βιαστικά επιχειρήματα που βολεύουν τη σκέψη μας. Και αποδεικνύει πως οι διάφοροι «-ισμοί» που μας βοηθούν να τα βγάζουμε πέρα στις καθημερινές συναλλαγές μας, αποδεικνύονται εντελώς ανεπαρκείς όταν βρισκόμαστε αντιμέτωποι με τη γυμνή φρίκη της πραγματικότητας.