Χωρίς την πρόθεση αντιπαράθεσης, μόνο με κίνητρο την καθημερινή επιρροή που έχει ένας αρθρογράφος με αναμφίβολα δημοκρατικές ιδέες, θα είχα μια τελείως άλλη προσέγγιση από την εικόνα σχολικού συμβούλου στο άρθρο του Τ. Θεοδωρόπουλου (19/11) για τα παιδιά Ρομά, που η δυσκολία ένταξής τους στο σχολείο οφείλεται «στην ίδια τους την άρνηση να συμμορφωθούν με τους κανόνες». Δεν ξέρω την υπόθεση στο Χαλάνδρι. Ομως οι γονείς αρνούνται την εγγραφή των παιδιών Ρομά όχι σε ένα σχολείο αλλά σε όλη τη χώρα, όχι τώρα αλλά από δεκαετίες, αν θυμάμαι καλά το φαινόμενο άρνησης γονιών εμφανίστηκε αρχές του ’90 στην Κάτω Αχαγιά έξω από την Πάτρα. Σήμερα συμβαίνει παντού.

– Πράγματι τα παιδιά Ρομά δυσκολεύονται να ενταχθούν στο σχολείο. Δεν τα θέλουν οι γονείς ούτε οι δάσκαλοι, ενώ συχνά, όπου τα δέχονται, είναι στοιβαγμένα σε τάξεις γκέτο. Το θέμα δεν είναι η δυσκολία «τους», το τεράστιο κοινωνικό ερώτημα είναι άλλο. Πώς είναι δυνατό εκατοντάδες χιλιάδες έλληνες πολίτες να ζουν δίπλα μας σε συνθήκες στρατοπέδων συγκέντρωσης χωρίς συρματόπλεγμα; Συνθήκες διαβίωσης και υγείας ακραίες, σε οικισμούς χωρίς αποχέτευση και ύδρευση, χωρίς συγκοινωνία (με τραγικότερες τις περιπτώσεις όπου η συγκοινωνία προσπερνάει τον οικισμό χωρίς στάση), και με κατοίκους σε υψηλά ποσοστά αναλφάβητους.

– Τα παιδιά έχουν γονείς αγράμματους, τα πιο πολλά 6-15 χρόνων είναι έξω από το σχολείο, πολλά δεν φοράνε παπούτσια ούτε τον χειμώνα, και κυρίως είναι και νιώθουν παντού ανεπιθύμητα και αξιοκαταφρόνητα. Οσοι λίγοι δάσκαλοι θεώρησαν υποχρέωσή τους να τα εντάξουν, μαρτυρούν ότι είναι σαΐνια στα μαθηματικά και αρκεί, για να ενταχθούν και να μάθουν, μονάχα τούτο: να ελπίσουν ότι κάτι θα κερδίσουν. Ομως ξέρουν ότι οι πιο πολλοί δικοί τους εγκαταλείπουν το δημοτικό, έτσι χάνουν μερικά χρόνια χρήσιμα παιδικής εργασίας, αφού διανύσουν στο σχολείο μακρύ γολγοθά σε περιβάλλον όπου αισθάνονται μιάσματα. Πιστεύουν ότι δεν έχουν να κερδίσουν ούτε καν το κοινωνικά χρήσιμο χαρτί που πιστοποιεί πως δεν είσαι αναλφάβητος. Αυτή είναι η συλλογική τους εμπειρία.