Την ώρα που εντείνονται οι πιέσεις από την κοινωνία και την κυβέρνηση για τη μείωση των τιμών και η τρόικα εντοπίζει το πρόβλημα στην αγκύλωση των αγορών προϊόντων και υπηρεσιών στην Ελλάδα και στην ολιγοπωλιακή διάρθρωση βασικών κλάδων της οικονομίας (από τα καύσιμα μέχρι τα τρόφιμα), ο ΣΕΒ επιχείρησε να δικαιολογήσει το φαινόμενο της αύξησης του πληθωρισμού εν μέσω πρωτοφανούς ύφεσης.
Επιστράτευσε τους οικονομολόγους του Ινστιτούτου που έχει ιδρύσει –το ΙΟΒΕ –προκειμένου να δικαιολογήσουν την «αδυναμία μείωσης των τιμών», παρουσιάζοντας στην κυβέρνηση αξιόπιστα επιχειρήματα. Η απάντησή τους ήταν απλούστατη έως απλοϊκή. Ο ΣΕΒ –δηλαδή το ΙΟΒΕ –είπε ότι παρά το γεγονός ότι έχουν καταρρεύσει οι αποδοχές των εργαζομένων, τα μέλη του δεν μπορούν να μειώσουν τις τιμές, καθώς τα προηγούμενα χρόνια αυξήθηκε το κόστος ενέργειας λόγω των διαδοχικών αυξήσεων των τιμολογίων στο ηλεκτρικό ρεύμα και τα καύσιμα, αυξήθηκε το κόστος πρώτων υλών, ενώ παραμένει πολύ υψηλό το κόστος των μεταφορών. Βέβαια ο ΣΕΒ απέφυγε να αναφερθεί στις μειώσεις μισθών και ημερομισθίων, στη μείωση του κόστους των αποζημιώσεων και τώρα στη μείωση των εργοδοτικών εισφορών και στις αλλεπάλληλες μειώσεις των ενοικίων γραφείων και καταστημάτων που διαμορφώνουν τις τιμές του καταναλωτή.
Το μόνο ίσως επιχείρημα που ευσταθεί είναι ο διπλασιασμός του κόστους δανεισμού το τελευταίο έτος για τις επιχειρήσεις και η μεγάλη καθυστέρηση επιστροφής του ΦΠΑ που επιβαρύνει το χρηματοοικονομικό κόστος τους.
Ακόμη όμως και αυτό το επιχείρημα, το οποίο αφορά τις επιχειρήσεις που συμπεριφέρονται υγιώς, καταρρέει στη συνείδηση των πολιτών όταν η Kraft τιμωρήθηκε με πρόστιμο 1,4 εκατ. ευρώ επειδή φούσκωνε τις τιμές των προϊόντων της για τον έλληνα καταναλωτή, αγοράζοντας και πουλώντας τα προϊόντα από εταιρεία σε εταιρεία του Ομίλου. Αυτούς προστατεύει ο ΣΕΒ με τα αστεία επιχειρήματα.