«Η μηχανή της χαράς»

Η υστερία, ως πάθηση, συνδέθηκε αποκλειστικά με το γυναικείο φύλο, ακόμη και γλωσσολογικά: η λέξη η ίδια προέρχεται από το αρχαιοελληνικό «υστέρα», που θα πει μήτρα! Και, για ένα μεγάλο κομμάτι της νεότερης Ιστορίας μας, οι γυναίκες ανατράφηκαν με την αντίληψη πως η σεξουαλική αυτοϊκανοποίηση είναι μια πράξη αισχρή και κοινωνικώς κατακριτέα (βοήθησε φυσικά και η Εκκλησία που ποια θα ήταν τα κέρδη της δίχως την ασταμάτητη «παραγωγή» αμαρτωλών;).

Στ’ αλήθεια τώρα, υπήρξαν γυναίκες που έχαναν ακόμα και τις αισθήσεις του χεριού τους, μόνο και μόνο από τον πειρασμό του αυνανισμού – ένα φαινόμενο που σήμερα είναι γνωστό ως «παράλυση του γαντιού». Κάπως έτσι ο Φρόιντ πήρε χαμπάρι πως πίσω από αυτό που η κοινωνία ονόμαζε υστερία, κρυβόταν ο εγκλωβισμός της γυναίκας ανάμεσα σε μια επιθυμία και μια απαγόρευση – δηλαδή, με πιο απλά λόγια, η σωματική πάθηση αποτελούσε ουσιαστικά την εκδήλωση ενός ψυχικού τραύματος που αφορούσε τη σεξουαλικότητα, την επιθετικότητα ή τη… στέρηση.

Υπάρχουν όμως αυτοί που ασθενούν, όπως και αυτοί που μελετούν την ασθένεια. Και πολλές ασθένειες εκεί έξω ευνοούν την κοινωνική συνοχή, γι’ αυτό και θα παραμείνουν αθεράπευτες από τους επόπτες μας, μέχρι δηλαδή να βρεθεί κάποιος διατεθειμένος να αναμετρηθεί με το οποιοδήποτε κατεστημένο.

Τουλάχιστον αυτό προκύπτει από την, κατά τα άλλα, απλώς συμπαθητική κομεντί της Τάνια Γουέξλερ που καταπιάνεται με μια από τις σημαντικότερες εφευρέσεις του 19ου αιώνα, τον δονητή!

Οπου, μέσα στο 1880, χαρισματικός νεαρός γιατρός (Χιου Ντάσι) με ιδέες προοδευτικές, προσλαμβάνεται στο γραφείο ενός μεσήλικα επιστήμονα (Τζόναθαν Πράις) ειδικευμένου σε θέματα υστερίας που, θορυβημένος από μια επιδημία που ταλαιπωρεί τις γυναίκες μέσης – κυρίως – ηλικίας, έχει επινοήσει μια θεραπεία που βασίζεται στο πυελικό μασάζ. Η έμπνευση περί δονητή προκύπτει σεναριακά από την ανάμειξη ενός τρίτου προσώπου (Ρούπερτ Εβερετ), ενός εφευρέτη που αναζητά τα όρια του ηλεκτρικού ρεύματος.

Θα μου πείτε, αυτό λέει δηλαδή η ταινία; Πως όλα τα προβλήματα μιας γυναίκας προκύπτουν από το πόσο καλό σεξ κάνει και αν λυθεί το ζήτημα του οργασμού, λύσαμε και τη γυναικεία κατάθλιψη; Οχι, κάθε άλλο.

Αυτό που λέει η ταινία είναι πως ένα μεγάλο κομμάτι αυτού που η κοινωνία βάφτισε «υστερία», αποτελεί ουσιαστικά ένα ακόμα άλλοθι των ανδρών για τη σεξουαλική τους ανευθυνότητα (το «χάπι» αποτέλεσε ένα ανάλογο άλλοθι στα 60s, αλλά οι ταλαίπωρες φεμινίστριες έκαναν μια εικοσαετία να το πάρουν χαμπάρι). Κρίμα μονάχα που όλα αυτά αποτελούν χαμηλόφωνες σημάνσεις μιας χαριτωμένης κωμωδίας εποχής, που αφηγηματικά ακολουθεί μια πεπατημένη που έχουμε δει χιλιάδες φορές, με τα γαργαλιστικά (αλλά ασφαλή) αστειάκια της, τις «χαριτωμένες» μουσικούλες τις, τα σεμνά της φιλιά και τις «γλυκές» της καρικατούρες, όπως αυτή της «μαχητικής» Μάγκι Γκίλενχαλ.

(Βαθμολογία: 5)