Οσο και αν ψάξει κανείς, θαρρώ πως δύσκολα θα βρει ένα θέμα πιο περίπλοκο από το Μεταναστευτικό. Ανάμεσα στον χυδαίο ακροδεξιό αφορισμό «μπουζουριάστε τους όλους, στείλτε τους από κει που ‘ρθαν και μετά γεμίστε τον Εβρο με νάρκες» και την αφελέστατη δήθεν ανθρωπιστική πρόταση μερίδας της Αριστεράς «κάντε τους όλους νόμιμους, να πάνε όπου γουστάρουν» (λογική εξίσου ρατσιστική, αφού πάλι να τους ξεφορτωθούμε ψάχνουμε) ο καθένας λέει το μακρύ του και το κοντό του.

Υπάρχει πρόβλημα; Προφανώς. Πολλές περιοχές του Κέντρου της Αθήνας έχουν αρχίσει να θυμίζουν Μπρονξ. Είναι επίσης ξεκάθαρο πως η έξαρση αυτή της εγκληματικότητας οφείλεται σε μεγάλο βαθμό (όχι αποκλειστικά όμως) στην παράνομη μετανάστευση. Το ζήτημα είναι φυσικά και υγειονομικό. Εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι με κάθε λογής αρρώστια βρίσκονται στη χώρα μας χωρίς να έχουν ποτέ στη ζωή τους δει γιατρό. Το γεγονός ότι πολλοί από αυτούς μένουν κατά δεκάδες σε γκαρσονιέρες (τις οποίες φυσικά τους νοικιάζουν άξιοι συμπατριώτες μας) επιδεινώνει δραματικά την κατάσταση.

Οι «σκούπες» βοηθούν; Η εμπειρία μας μέχρι τώρα δείχνει πως όχι. Τουλάχιστον με τον τρόπο που γίνονταν μέχρι σήμερα. Περισσότερο πρόκειται για μια επίδειξη δύναμης των Αρχών που μπαγλαρώνουν κακήν κακώς όποιον άτυχο βρουν μπροστά τους. Η πρόσφατη σύλληψη ινδού καθηγητή διεθνούς φήμης τα λέει όλα. Συνήθως τα πράγματα ηρεμούν για μια-δυο μέρες και μετά ξανά-μανά από την αρχή.

Για μένα το ζήτημα δεν είναι να εντοπιστεί ένας αόριστος αριθμός μεταναστών χωρίς χαρτιά, αλλά να παταχθεί η εγκληματικότητα αυτή καθαυτή. Προσωπικά δεν χωρίζω τους μετανάστες σε παράνομους και νόμιμους. Τους χωρίζω σε εγκληματίες και μη εγκληματίες. Στην πρώτη κατηγορία (η οποία αποτελεί σαφέστατη μειοψηφία απέναντι στη δεύτερη) τοποθετώ τους διαρρήκτες, τους βιαστές, τους προαγωγούς, τους εμπόρους ναρκωτικών και όχι τους Γιάννηδες Αγιάννηδες που κλέβουν πού και πού κανένα καρβέλι ψωμί. Ακουσα πως οι «σκούπες» (τι λέξη!) που γίνονται αυτή τη στιγμή είναι «στοχευμένες». Λειτουργούν με αυτή τη λογική. Το εύχομαι, αν και οι εικόνες που βλέπω στα κανάλια μού λένε άλλα. Ασε που όλα αυτά τα καλόπαιδα που ανέφερα παραπάνω είναι προφανώς δικτυωμένα (και με έλληνες «συναδέλφους» τους) και έχουν πάρει τα μέτρα τους.

Από κει και πέρα χρειάζεται μια διακριτική μεν, συνεχής δε αστυνόμευση των «επικίνδυνων» περιοχών. Με διαρκείς περιπολίες οι οποίες δεν θα έχουν ως σκοπό την τρομοκράτηση και την ταπείνωση των μεταναστών (κατά καιρούς έχουν ακουστεί καταγγελίες για συγκεκριμένα αστυνομικά τμήματα που θυμίζουν έντονα τον αμερικάνικο Νότο τον προ-προηγούμενο αιώνα), αλλά τη μετάδοση ενός αισθήματος ασφάλειας στους κατοίκους (Ελληνες και ξένους) των συγκεκριμένων συνοικιών. Το έγκλημα καλό είναι να αποτρέπεται, όχι να τιμωρείται αφού διαπραχθεί. Εξυπακούεται πως οι περιπολίες αυτές θα έχουν επίσης στόχο την παντελή εξαφάνιση των κρουσμάτων ρατσιστικής βίας που έχουν τελευταία (;) λάβει αποκρουστικές διαστάσεις.

Θεωρώ ότι το πρόβλημα δεν είναι τόσο οι ήδη υπάρχοντες μετανάστες όσο αυτοί που περνούν τα σύνορα κάθε μέρα. Τολμώ να πω ότι – υπό ορισμένες συνθήκες – είμαι υπέρ του φράχτη στον Εβρο. Οχι για να γκρεμοτσακίζονται πάνω του οι μετανάστες, αλλά για να λειτουργήσει ως ένα μέτρο αποτροπής, βάζοντας τους ανθρώπους αυτούς στη λογική: «Μην κάνετε άσκοπα το ταξίδι. Δεν πρόκειται να μπείτε μέσα». Ο φράχτης όμως πρέπει να συνδυαστεί με πολλά άλλα. Με τη βούληση του ελληνικού κράτους να κυνηγήσει τους συμπατριώτες μας «δουλεμπόρους». Είναι νομίζω αφελές να πιστεύουμε ότι οι Τούρκοι που βάζουν σωρηδόν τους μετανάστες στα εδάφη μας δεν έχουν συνεργούς εδώ. Επίσης, η Τουρκία θα πρέπει να πιεστεί ασφυχτικά (όχι φυσικά από εμάς, αλλά από την ίδια την Ευρωπαϊκή Ενωση) ώστε να φροντίσει και αυτή τα σύνορά της.

Αν η είσοδος των παράνομων μεταναστών στη χώρα μας εξανεμιστεί (δύσκολο αντικειμενικά), πιστεύω πως οι ήδη υπάρχοντες (όσοι δεν εγκληματούν, το επαναλαμβάνω) μετανάστες μπορούν σταδιακά να ενταχθούν στην ελληνική κοινωνία. Δεν είναι φυσικά δυνατό να νομιμοποιηθούν, μπορούν όμως να περάσουν σε μια ημινόμιμη κατάσταση, να ταυτοποιηθούν, να εμβολιαστούν.

Ισως όλα αυτά που λέω να είναι ρομαντικά και ανέφικτα. Αν πάντως υπάρξει μια λύση, αυτή πρέπει να κινηθεί γύρω από δύο πόλους:

α) Την προστασία και το δικαίωμα στην ασφάλεια των ανθρώπων που διαμένουν στις «δύσκολες» περιοχές. Είναι αδιανόητο ο κάτοικος του Αγίου Παντελεήμονα, του Μεταξουργείου και της Κυψέλης να φοβάται να βγει από το σπίτι του λόγω της διαχρονικής «απόφασης» της Πολιτείας να υποβαθμίσει το μισό Κέντρο της πρωτεύουσας.

β) Τον σεβασμό σε αυτούς που διήνυσαν, διά πυρός και σιδήρου, χιλιάδες χιλιόμετρα και το μόνο έγκλημά τους είναι πως δεν έχουν (ακόμα) τα σωστά χαρτιά. Οσο και αν πονάει, η αλήθεια είναι πως, εν μέρει, εμείς τους φέραμε εδώ. Με την επιδεικτική αδυναμία μας να προφυλάξουμε τα σύνορα. Με τη συνεχιζόμενη ανάγκη μας για «φθηνά εργατικά χέρια».