Φοβάται να αποκαλύψει το ονοματεπώνυμό του, ακόμη και το είδος της επιχείρησης που διατηρούσε πριν την «καταβροχθίσει» όπως λέει το κύκλωμα των εκβιαστών και των τοκογλύφων που εξαρθρώθηκε στη Θεσσαλονίκη.

Θέλησε να περιγράψει την προσωπική του ιστορία ως θύμα της εγκληματικής οργάνωσης, όχι για να τον λυπηθεί κάποιος – «αν θέλετε, φταίω κι εγώ που έμπλεξα, δεν υποστηρίζω το αντίθετο» παραδέχεται – αλλά για να παρακινήσει τα υπόλοιπα θύματα των τοκογλύφων να εμφανιστούν στις Αρχές και να μιλήσουν: για να σπάσει η ομερτά του φόβου στη Θεσσαλονίκη.

«Το 2003 ένας πελάτης μου με παρακάλεσε να του δώσω τρεις επιταγές των 7.000 ευρώ η καθεμιά γιατί βρισκόταν σε κατάσταση ανάγκης, όπως μου είπε. Δυσκολευόταν να τις καλύψει και μου ζήτησε να τον συνοδεύσω στον άνθρωπο που είχε δώσει τις επιταγές. Τον ακολούθησα και βρέθηκα στο γραφείο ενός από τους ανθρώπους που κατηγορούνται σήμερα ως εγκέφαλοι του κυκλώματος».

Το γραφείο, περιγράφει, ήταν πολυτελές, υπήρχαν παντού κάμερες και φουσκωτοί, ενώ οι μόνες λέξεις που ακούγονταν από όσους μπαινόβγαιναν στον χώρο ήταν «πότε θα πληρωθούν οι επιταγές».

«Ο σημερινός κατηγορούμενος μού είπε ότι αδιαφορούσε για τον πελάτη μου που του είχε πάει τις επιταγές, και ότι πλέον είχε να κάνει μαζί μου. Τρομοκρατήθηκα και συμφώνησα να του δώσω νέα επιταγή, φουσκωμένη κατά 10%, ώστε να καλύψω το ποσό. Λίγες μέρες αργότερα, ένας μπράβος εμφανίστηκε στη λογίστριά μου. Τής πήρε την επιταγή από τα χέρια και δεν της έδωσε τίποτα πίσω. Τότε κατάλαβα ότι είχα μπλέξει άσχημα» περιγράφει το θύμα.

Τα χρέη φούσκωναν κι ύστερα άρχισαν οι απειλές και οι κατασχέσεις εμπορευμάτων στα καταστήματά του. Φουσκωτοί τον περίμεναν έξω από τις επιχειρήσεις του, ενώ δανείστηκε χρήματα από τον ίδιο τοκογλύφο για να ξεπληρώσει τα προηγούμενα. Και ο φαύλος κύκλος της τοκογλυφίας μεγάλωνε.

«Μία βραδιά έξω από την εκκλησία στο Κορδελιό Θεσσαλονίκης ένας κουκουλοφόρος μού επιτέθηκε με μπουνιές και μου κόλλησε ένα πιστόλι στο κεφάλι. Με παρακολουθούσαν κάθε βράδυ ώς την πόρτα του σπιτιού μου. Η γυναίκα μου έπαθε νευρικό κλονισμό, εγώ πέρασα ένα εγκεφαλικό, έκανα και απόπειρα αυτοκτονίας. Είχα καταστραφεί εντελώς».

Το θύμα του τοκογλυφικού κυκλώματος λέει ότι κατήγγειλε τους εκβιασμούς και τις απειλές στις Αρχές, ωστόσο δεν βρήκε ανταπόκριση. Μία μέρα που συνελήφθη για χρέη στο Δημόσιο και κρατήθηκε στην Ασφάλεια αποφάσισε να καταθέσει επώνυμα το μαρτύριό του.

«Είναι επαγγελματίες οι αστυνομικοί εκεί, έπαιξαν το κεφάλι τους. Με αγκάλιασαν και με έκαναν να νιώσω ασφάλεια» λέει σήμερα. Φοβάται πολύ, όμως θέλησε να μιλήσει για να προκαλέσει τα υπόλοιπα θύματα – «που είναι χιλιάδες» – να εμπιστευτούν τις αρχές.

«Εχω υποστεί τα πάνδεινα όλα αυτά τα χρόνια. Καταστράφηκα οικονομικά και προσωπικά, έχασα την επιχείρηση και την οικογένειά μου. Όμως αυτό το καρκίνωμα δεν μπορούσε να παραμείνει άλλο. Πρέπει να μιλήσουμε».