Γονάτισε τον Χίτλερ και τον άφησε να ικετεύει αιωνίως. Εστειλε έναν μετεωρίτη να σωριάσει στο έδαφος τον Πάπα. Κάρφωσε βαλσαμωμένους γαϊδάρους στον τοίχο και γέμισε τα δοκάρια στη φετινή Μπιενάλε της Βενετίας με 2.000 «νεκρά» περιστέρια. Γιος οδηγού φορτηγού και καθαρίστριας, αυτοδίδακτος και τολμηρός, ο Μαουρίτσιο Κατελάν κατάφερε με τα αληθοφανή γλυπτά του – τα περισσότερα σε φυσική κλίμακα – να γίνει ένας από τους πιο περιζήτητους κι ακριβοπληρωμένους καλλιτέχνες.

Σε ηλικία μόλις 51 ετών αποφάσισε να συνταξιοδοτηθεί επειδή «αισθανόμουν να παίρνω μια απόσταση από τα έργα μου σαν να βρισκόμουν υπό την επήρεια αναισθητικού. Και ύστερα ήρθε η λύση σαν φως στο τούνελ: σύνταξη», λέει ο ίδιος στους «New York Times».

Και επειδή δεν έχει παπούτσια να κρεμάσει, αποφάσισε να κρεμάσει… τα γλυπτά του. Ομως ο ιταλικής καταγωγής καλλιτέχνης του οποίου τα έργα πωλούνται προς 6 εκατ. ευρώ δεν θα μπορούσε να τα κρεμάσει όπου κι όπου.

Και επέλεξε να στήσει την αγχόνη του στο Μουσείο Γκούγκενχαϊμ της Νέας Υόρκης. «Θα τα κρεμάσω με δημοκρατικό τρόπο», λέει ο Μαουρίτσιο Κατελάν που θεωρεί ότι βρήκε τελικά τον τρόπο μα συμφιλιωθεί με τα λάθη του.

Η αρχή έγινα όταν η επικεφαλής επιμελήτρια του μουσείου, Νάνσι Σπέκτορ, πρότεινε στον καλλιτέχνη – ο οποίος ασχολήθηκε με την τέχνη επειδή ήθελε να αποφύγει μια κανονική δουλειά – μια αναδρομική έκθεση. «Με έπιασε απελπισία μόλις το άκουσα», θυμάται εκείνος. Και για να την αποφύγει της πρότεινε να κρεμάσει όλα του τα έργα με σχοινιά, σαν σαλάμια στη βιτρίνα ενός κρεοπωλείου. Κι εκείνη, σαν να ήθελε να τον τιμωρήσει, του απάντησε θετικά!

Αποτέλεσμα; Να επικρατεί πυρετός στο εργαστήριο του Μαουρίτσιο Κατελάν στο Μιλάνο, αλλά και στη Νέα Υόρκη όπου έχει στηθεί ένα μικρό εργοστάσιο από μηχανικούς, συντηρητές και μεταφορείς για να ανταποκριθούν εγκαίρως στις ανάγκες της έκθεσης, ώστε στις 4 Νοεμβρίου το νεοϋορκέζικο μουσείο να ανοίξει τις πόρτες του για μία από τις πιο αιρετικές εκθέσεις που έχει φιλοξενήσει στην 50χρονη ιστορία του και η οποία τείνει σε μεγάλο βαθμό να ακυρώσει το εντυπωσιακό αρχιτεκτόνημα του Φρανκ Λόιντ Ράιτ.

Κι αν το μουσείο ήταν ένας σκόπελος που ο Μαουρίτσιο Κατελάν ξεπέρασε σχετικά εύκολα, ο επόμενος δύσκολος στόχος ήταν οι συλλέκτες. Ποιος θα δεχόταν να δανείσει ακριβοπληρωμένα έργα τέχνης για να αιωρούνται επί τρεις μήνες ανάμεσα σε χιλιάδες επισκέπτες; Τελικά, με εξαίρεση έναν, όλοι απάντησαν θετικά. Και σαν να πρόκειται για οικογενειακή συγκέντρωση σε περίοδο εορτών, ταξιδεύουν για να βρεθούν όλα μαζί έργα από την Ελλάδα (ο Δάκης Ιωάννου διαθέτει μία από τις μεγαλύτερες συλλογές έργων του), την Ταϊβάν και το Μονακό, πέρα από εκείνα που βρίσκονται διάσπαρτα στις Ηνωμένες Πολιτείες.

«Αν η Νάνσι για τον οποιονδήποτε λόγο δεν αποφάσιζε να προχωρήσει με τη συγκεκριμένη ιδέα, ήμουν έτοιμος να φύγω, διότι όσο τρελό κι αν ακούγεται, ήταν ο μοναδικός τρόπος για να δείξω τη δουλειά μου», λέει ο αιρετικός δημιουργός. «Μοιάζουν με γάτες κρεμασμένες από τις ουρές τους, σαν έργα που βρίσκονται στην αγχόνη, γεγονός που έχει ιδιαίτερη σημασία αν αναλογιστεί κάποιος πως ο Κατελάν με τη συγκεκριμένη έκθεση ολοκληρώνει την καριέρα του», υποστηρίζει η Νάνσι Σπέκτορ.