Πρώτη διδάξασα την αναξιοκρατία είναι η πολυύμνητη «ελληνίδα μητέρα» και καταπόδι ακολουθεί ο σύζυγός της, που κληροδοτεί τη μερίδα του λέοντος στο πιο «αδύναμο» και άρα στο λιγότερο άξιο τέκνο. Γονεϊκή στοργή και αξιοκρατία δεν συμβιβάζονται – ή συμπίπτουν πολύ σπανίως. Στον βαθμό που εξασθενίζει η πολιτική συνείδηση, ενδυναμώνεται η οικογενειοκρατία ως συνεκτικός ιστός της κοινωνίας• και στον βαθμό που ενισχύεται και επικυριαρχεί η οικογένεια, εκτινάσσεται στα ύψη η διαφθορά. Και ως γνωστόν, στην Ελλάδα έχουμε λόγω μεν προεδρική δημοκρατία, έργω δε πρωθυπουργική οικογενειοκρατία. Την οικογένεια την εννοούμε εδώ με τη διασταλτική σημασία της, έτσι ώστε να περιλάβει και τους φίλους και τους γνωστούς.

Κατ’ αρχήν είναι εύλογο να απευθυνόμαστε πρώτα στους γνωστούς για να θεραπεύσουμε τις ανάγκες μας: θα καλέσουμε τον εξάδελφο οδοντίατρο και μετά, εφόσον εκείνος κωλύεται, θα απευθυνθούμε στους άγνωστους σ’ εμάς πλην γνώριμους των φίλων μας – και μόνον στην έσχατη ανάγκη θα ξανοιχτούμε στο άγνωστο του Χρυσού Οδηγού. Βαίνουμε γενικώς από το γνωστό και οικείο προς το άγνωστο και ανοίκειο: έτσι επιλέγουμε και τον πρωθυπουργό μας και τον υδραυλικό, με νοοτροπία και κριτήρια αυτοσυντήρησης. Γι’ αυτό και ήδη από τη δεκαετία του Ογδόντα γνώριζε το Πανελλήνιον ότι οι μελλοντικοί πρωθυπουργοί μας θα ήσαν εκτός απροόπτου οι Καραμανλής ανεψιός και Παπανδρέου υιός/εγγονός, ενώ υπουργοί θα χρίονταν και βουλευτές θα εκλέγονταν οι κατιόντες συγγενείς των απομάχων. Στην ψευδο-«ελεύθερη» αγορά εξάλλου η μέθοδος είχε επισημοποιηθεί από πολύ παλαιότερα και η διαδοχή φιγουράρει ανέκαθεν στις επιγραφές των καταστημάτων, με τα «… και ΣΙΑ», «… και Υιός».

Μολονότι οι ανωτέρω διαπιστώσεις παραμένουν κοινότοπες όσο και ισχυρές, ακούγεται μες στην απόγνωση του Μνημονίου που μας δέρνει η άπελπις κραυγή: «Να φύγουν αυτοί που απέτυχαν, να εκλέξουμε άλλη κυβέρνηση με ικανούς και άφθαρτους» (υπενθυμίζω ότι δεν έχει αποτύχει μόνον το ΠΑΣΟΚ παρά και η προηγηθείσα ΝΔ, που απειλεί να επανακάμψει με τους ίδιους στα υπουργεία). Το σύνθημα της αφθαρσίας είναι ωστόσο πολύ ωραίο για να είναι ρεαλιστικό• με μικρή δόση υπερβολής θα έλεγα ότι είναι άκρως ανεδαφικό – όσο εξωπραγματικό είναι και το να ζητήσουμε άλλους γονείς ή άλλα αδέλφια. Ας φαντασθούμε προς στιγμήν πως πετύχαμε το ακατόρθωτο και πως εκλέξαμε κυβέρνηση «νέων» και «άφθαρτων» προσώπων: τον θώκο των Οικονομικών θα αναλάβει ο πρόεδρος της ΓΕΝΟΠ-ΔΕΗ ή κάποιος εντελώς άγνωστος σιδηροδρομικός ή ένας πτωχός ανθοπώλης ή ο εύπορος βυρσοδέψης που θα έχει αναδειχθεί μέσα από τους αγώνες του αγανακτισμένου λαού μας και θα έχει γοητεύσει με τις δημηγορίες του τη φθίνουσα και ενεή μεσαία τάξη, οπότε θα επακολουθήσουν η σικελική εκστρατεία και η καταστροφή στην Αμφίπολη (βλ. και τους Ιππής του Αριστοφάνη).

Με τις κραυγές για νέο και άφθαρτο πολιτικό προσωπικό φαινόμαστε ελαφρώς μποντλερικοί: «Κόλαση ή Ουρανός, τι σημασία; / Στα βάθη του Αγνωστου να βρούμε κάτι το καινούργιο!». Με τη διαφορά, όμως, ότι ο Μποντλέρ δεν απευθύνεται σε υπερχρεωμένους οικογενειάρχες μήτε σε αδιόριστους νέους, παρά σε απένταρους και μοναχικούς πρωτευουσιάνους πηγμένους από spleen και ορεξάτους για περιπέτεια: «αληθινοί ταξιδευτές είναι εκείνοι που φεύγουν για να φύγουν» (les vrais voyageurs sont ceux-là seuls qui partent pour partir), διαδηλώνει ο Γάλλος ποιητής στο ίδιο ρομαντικό ποίημα, «Το ταξίδι»• δεν είναι η δική μας περίπτωση.

Πέραν της ποιητικής παρέκβασης, αν δεν βρούμε τη λύση θα συνθλιβούμε και θα καταθλιβούμε ολοσχερώς. Στον βαθμό που κατανοώ τα πράγματα, συνιστώ να επιμείνουμε στους ίδιους πολιτικούς και στα ίδια κόμματα, εφόσον κι εμείς παραμένουμε οι ίδιοι. Αλλά να τους στριμώξουμε προς τον σωστό δρόμο – όχι να φύγουμε από το ευρώ και άλλα ηχηρά παρόμοια. Και για να πιέσουμε σωστά τους πολιτικούς μας, πρέπει να ιεραρχήσουμε τις χρείες. Δεν γίνεται να αξιώνουμε όλες τις σωτηρίες – και διορισμούς, και φοροαπαλλαγές, και αξιοπρεπείς συντάξεις, και καλή περίθαλψη – ταυτόχρονα: ας ξεκινήσουμε π.χ. από τα αντικειμενικά κριτήρια διαβίωσης. Που η θέσπισή τους θα απαιτήσει πολύν κόπο και μήνες.

Ο Μίμης Σουλιώτης είναι ποιητής και διδάσκει Λογοτεχνία στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας

dsouliot@gmail.com