Η έκκληση των έξι (ή οκτώ) προσωπικοτήτων, πρώην πολιτικών, για την έκδοση ευρωομολόγου μέσω του οποίου θα γίνεται κοινή διαχείριση μέρους (40%-60% του ΑΕΠ) του δημόσιου χρέους των χωρών της ευρωζώνης αντιμετωπίσθηκε αδιάφορα από τις αγορές και τις κυβερνήσεις. Στο αλαλούμ της ελληνικής διαχείρισης της κρίσης φαίνεται να προβάλλεται ως εναλλακτική (βλ. «Το Βήμα», 10/7).

Υπάρχει ένα πραγματικό πρόβλημα που ακολουθεί το ευρώ από τη σύλληψή του: είναι ένα κουτσό νόμισμα που δεν στηρίζεται σε ενιαία δημοσιονομική πολιτική. Το ευρωομόλογο αναμφίβολα μπορεί να είναι σταθεροποιητικός παράγοντας. Οχι όμως από τη μια μέρα στην άλλη! Η έκκληση των πρώην πολιτικών δημοσιεύθηκε σε ευρωπαϊκές εφημερίδες με τίτλο σχετικό με την προστασία του ευρώ από την κερδοσκοπία. Αν η κρίση που ζούμε είναι μόνον (ή κυρίως) αποτέλεσμα της απληστίας των γερακιών της αγοράς, να το συζητήσουμε.

Το ενδιαφέρον είναι ότι οι φωνές υπέρ του ευρωομολόγου έρχονται από πρώην πολιτικούς, πρώην αρχηγούς κυβερνήσεων. Το επικοινωνιακό τέτοιων παρεμβάσεων έχει να κάνει με την «κατάθεση της σοφίας» που αποκτήθηκε από τις καίριες θέσεις που κατείχαν – εντυπωσιακή βέβαια η αποσιώπηση της δικής τους πολιτείας όταν ήταν «νυν». Η αδιαφορία των αγορών και των κυβερνήσεων πηγάζει από τα ουσιαστικά ζητήματα: ποιος θα αναλάβει το κόστος το οποίο οι πρώην αποκρύπτουν επιμελώς και ποιες θα είναι οι επιπτώσεις στην αγορά ομολόγων.

Η θάλασσα ρευστού που κατευθύνεται (αποφεύγω τον όρο επενδύεται) σε χρέος δεν βγαίνει από σεντούκια. Είναι, σε σημαντικό βαθμό, προϊόν αλλεπάλληλων εφαρμογών χρηματοπιστωτικών εργαλείων: εγγυοδοσία και ανάκτηση κεφαλαίου προς χρήση, repos, παράγωγα, τιτλοποιήσεις και πάει λέγοντας. Καταλύτης σ’ αυτόν τον «πολλαπλασιασμό των διαθέσιμων πόρων» είναι οι διαφορές επιτοκίων, ακόμη και ελάχιστες, οι διαφορές φερεγγυότητας, οι μικρές «ανωμαλίες» της αγοράς. Φούσκα, θα πείτε, ή καπιταλισμός – καζίνο! Πιθανότατα, αλλά ακόμη και εάν υπήρχε η βούληση εκτόνωσης, η απομάκρυνση του «αέρα» πρέπει να γίνει με προσεκτικά και σχεδιασμένα βήματα. Διαφορετικά η θεραπεία κινδυνεύει να είναι πιο καταστροφική από την ασθένεια.

Παραδείγματος χάριν, οι πρώην πολιτικοί βλέπουν ότι με την εξομοίωση του επιτοκίου του χρέους στην ευρωζώνη, όλες οι χώρες έχουν ίδια επιτοκιακή επιβάρυνση εξυπηρέτησης του δημόσιου χρέους, άρα δυνατότητες σύγκλισης. Πλην όμως, εάν τα διαθέσιμα κεφάλαια μειωθούν στο 50% με το «ξεφούσκωμα», τα επιτόκια θα πάνε στα ουράνια για να μείνουν εκεί. Επίσης, θεωρούν δεδομένο ότι ένας οργανισμός (η ΕΚΤ ή ο EFSF), ο οποίος μπορεί επιτυχώς να δανείζεται από τις αγορές με χαμηλό επιτόκιο κάπου € 100 δισ. (σημερινό επίπεδο δανεισμού με ευρωομόλογα), θα μπορεί να κάνει το ίδιο εάν επιχειρήσει να δανεισθεί € 5 τρισ. (το περίφημο 40%-60% του ευρωπαϊκού ΑΕΠ)! Οι νυν πολιτικοί ξέρουν ότι ακόμη και εάν αποφασίσουν να προχωρήσουν σε κοινή διαχείριση του χρέους, αυτό μπορεί να γίνει μόνο μέσα από μια αργή και προσεκτικά σχεδιασμένη διαδικασία. Πόσο αργή; Πιθανότατα μια πενταετία, μάλλον περισσότερο, αφού πρώτα πεισθούν 17 ή 27 κοινοβούλια. Οι πρώην πολιτικοί δεν έχουν τέτοιο πρόβλημα όταν καταθέτουν τη σοφία τους.

Ας έλθουμε και στα δικά μας. Το ευρωομόλογο προβάλλεται ως λύση στην ελληνική κρίση χρέους. Δυστυχώς, κάθε άλλο παρά λύση είναι! Από την πρώτη στιγμή εμφάνισης της κρίσης προβλήθηκε ως λύση από κόμματα της Αριστεράς (ΣΥΝ και ΔΗΜΑΡ) και κάθε τόσο επανέρχεται από κυβερνητικά χείλη, αλλά και από άλλα κόμματα. Η έκκληση των πρώην πολιτικών τοποθετείται υπέρ της πρότασης Γιούνκερ – Τρεμόντι. Μια μικρή (!) λεπτομέρεια που διαφεύγει (;) είναι ότι η πρόταση των νυν πολιτικών Γιούνκερ και Τρεμόντι προβλέπει ρητά ότι η ανταλλαγή παλαιού χρέους με ευρωομόλογα (αυτό που ενδιαφέρει την Ελλάδα) θα γίνεται με έκπτωση (discount) και λαμβάνοντας υπ’ όψιν την αποτίμηση των αγορών. Δηλαδή, εάν τα ελληνικά ομόλογα διαπραγματεύονται στο 50% της αξίας τους (αυτό περίπου που βλέπουμε στις αγορές σήμερα), η ανταλλαγή (swap) με ευρωομόλογο καταλήγει σε διπλασιασμό της ονομαστικής αξίας του ανταλλασσόμενου χρέους! Το χάσμα φερεγγυότητας δεν καλύπτεται με ευχολόγια.

Οι πρώην πολιτικοί, ενώ δεν έχουν πρόβλημα να συμφωνήσουν με την πρόταση Γιούνκερ – Τρεμόντι, ξεφεύγουν από τον σκόπελο φερεγγυότητας με αναπομπή στο πουθενά (τι πολιτικοί θα ήταν άλλωστε!). Προτείνουν τα ανταλλασσόμενα ομόλογα να αποσυρθούν από την αγορά και απλώς να εξυπηρετούνται από την κοινή διαχείριση. Ο καημένος ο κοινός διαχειριστής ανταλλάσσει ένα 7ετές ελληνικό ομόλογο με 6% (μέση διάρκεια και επιτόκιο του ελληνικού χρέους) αξίας

€1 δισ. , με ένα 20ετές ευρωομόλογο

€1 δισ., με επιτόκιο 3% και εξυπηρετεί το παλιό ελληνικό χρέος. Απλούστατο! Δηλαδή, επί επτά χρόνια θα εισπράττει από την Ελλάδα €30 εκατ. τον χρόνο και θα αποδίδει στους παλιούς δανειστές €60 εκατ. Στο τέλος του έβδομου χρόνου πρέπει να καταβάλει το €1 δισ. (που δεν έχει) στους παλιούς δανειστές. Οι πρώην πολιτικοί αυτό το προβάλλουν ως λύση! Προφανώς και δεν είναι λύση, γιατί απλούστατα κάποιος πρέπει να πληρώσει το κόστος που κρύβεται επιμελώς. Αν το αναλάβει η Ελλάδα (το πιο δίκαιο, μιας και πρόκειται για παλιό χρέος), αυτομάτως το χρέος της αυξάνεται από 19% (εάν εξυπηρετούνται μόνον οι τόκοι) έως 45% (εάν αναληφθεί η υποχρέωση εξόφλησης και του χρεολύσιου). Ωραία λύση για την ελληνική κρίση!

Οι πρώην πολιτικοί, χωρίς να παραδεχθούν το πρόβλημα, ξεφεύγουν με άλλη αναπομπή στο πουθενά. Τα νέα ομόλογα να έχουν επιτόκιο που θα συναποφασίσουν οι υπουργοί Οικονομικών της Ευρωζώνης. Το «δίκαιο» επιτόκιο της ανταλλαγής που δεν θα αυξάνει το ονομαστικό χρέος, αντί του γερμανικού 3%, θα είναι απλώς αστρονομικό! Καλούν λοιπόν τους υπουργούς Οικονομικών να αποφασίσουν ένα χαμηλό (φαντάζομαι) επιτόκιο, πράγμα το οποίο σημαίνει ανάληψη υποχρεώσεων εξυπηρέτησης του δυσθεώρητου παλαιού ελληνικού χρέους από τους ευρωπαίους φορολογουμένους. Απλώς οι πρώην πολιτικοί δεν το λένε (τι πολιτικοί θα ήταν άλλωστε!) και κατακεραυνώνουν τους νυν για αναποφασιστικότητα.

Εν ολίγοις, το ευρωομόλογο μπορεί να συνεισφέρει στη σταθερότητα του ευρώ εάν ακολουθηθούν προσεκτικά βήματα σε βάθος χρόνου. Δεν είναι όμως λύση για το πρόβλημα του ελληνικού χρέους. Σε μια δίκαιη ανταλλαγή, αυξάνεται το ελληνικό χρέος. Εάν ζητάμε κάποιον να αναλάβει αυτό το πρόσθετο χρέος, απαιτείται ευρύτερη ευρωπαϊκή σύγκλιση (αυτά τα καταραμένα 17 ή 27 κοινοβούλια!). Ακόμη και εάν επιτευχθεί η σύγκλιση, είναι μάλλον πιο αποτελεσματικό και πιο φθηνό να μας «χαρίσουν» το ισόποσο του 45% πρόσθετου χρέους από το να μπλέκουμε όλοι μαζί στη διαδικασία έκδοσης ευρωομολόγου.

Τελικά, μαγικές λύσεις δεν υπάρχουν. Καθεμία από τις λύσεις που ως διά μαγείας επιλύουν το ελληνικό πρόβλημα έχει μια πολιτική ατζέντα να εξυπηρετήσει. Ας ελπίσουμε ότι η ελληνική κυβέρνηση δεν θα πέσει για ακόμη μια φορά στην παγίδα μιας μαγικής λύσης, η οποία απλώς δεν είναι λύση.

Ο Γιώργος Προκοπάκης είναι σύµβουλος επιχειρήσεων σε θέµατα οργάνωσης και διαχείρισης πληροφοριών.