Μιραμπά, μπουγιουρούμ, οτούρ, γκιουλέ-γκιουλέ και τεσεκιουρεντίμ έγιναν αυτό το καλοκαίρι αναπόσπαστο μέρος της καθημερινότητάς μου. Κάτι η κρίση, που δεν σηκώνει άλλη διασκέδαση πέραν του καναπέ και της βεράντας, κάτι οι επιλογές των τηλεοπτικών σταθμών και οι τουρκικές σειρές που μας ξάφνιασαν πριν από λίγα χρόνια, σαρώνουν τώρα τους δέκτες μας. Παρεμπιπτόντως διαβάζω ότι οι περισσότερες τηλεοράσεις που πωλούνται στην Ευρώπη έχουν κατασκευαστεί στην Τουρκία. Πάνω από τις μισές τηλεοράσεις που πωλούνται κάθε χρόνο κατασκευάζουν οι τουρκικές εταιρείες Βέστελ και Μπέκο.

Από τα ανοιχτά παράθυρα των σπιτιών ακούω μέρα – νύχτα να μπαινοβγαίνουν η Εσάν, η Μενεξέ, η Μακμπουλέ, ο Κενάν, ο Εζέλ και ο Χαλίλ. Με την ίδια άνεση βλέπω να φιγουράρουν στο «Forbes» 35 δισεκατομμυριούχοι που ζουν στην Κωνσταντινούπολη, ενώ στην Αθήνα ουδείς. Η Τουρκία μέλος των G-20 έχει ρυθμό ανάπτυξης 11% φέτος και είναι η 17η σήμερα ισχυρότερη οικονομία του κόσμου, ενώ εμείς ο πιο «αδύναμος κρίκος» της ευρωζώνης.

Οι διαφορές μας μεγάλες, όμως στην καψούρα όπως και στην μπάλα εξακολουθούμε να τακιμιάζουμε. Παράγκα εμείς, παράγκα και αυτοί. Στημένα παιχνίδια εδώ και εκεί. Ομως οι γείτονες εν μια νυκτί συνέλαβαν 50 παράγοντες του ποδοσφαίρου κι ανάμεσά τους τον πρόεδρο της πρωταθλήτριας Φενέρμπαχτσε και στενό φίλο του τούρκου πρωθυπουργού, Αζίζ Γιλντιρίμ. Σε βιόρουμ καρντάς αλλά σε μπουζουριάζω άμα λάχει. Σε μας αντιθέτως, σπάνια, θα λάχει εφέντ. Ταμάμ;